Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Ο Νίκος Παπανδρέου πέτυχε ένα σπάνιο κατόρθωμα. Στην ηλικία της υποχρεωτικής συνταξιοδότησης από το Δημόσιο εκείνος άρχισε νέα καριέρα, πολιτευόμενος για πρώτη φορά επιτυχώς. (Στην προηγούμενή του απόπειρα να εκλεγεί ευρωβουλευτής, είχε καταταγεί πρώτος επιλαχών).
Ποιος θα έβρισκε το σθένος να αλλάξει σταδιοδρομία, ύστερα από τόσα έτη προσπάθειας για λογοτεχνική καθιέρωση σε μια αδάμαστη γλώσσα;
Μάλλον αυτή τη συμβολή του στα γράμματα εκτίμησαν οι εκατόν είκοσι τρεις χιλιάδες ψηφοφόροι που τον επέλεξαν.
Ή μπορεί και όχι. Μπορεί απλώς να αναγνώρισαν το επώνυμό του. Μπορεί η επιτυχία του να οφείλεται σε αυτό το ληξιαρχικό προνόμιο, μιας και δεν είχε βουλευτική ή υπουργική προϋπηρεσία, παρά μόνο τους λίγους μήνες που αντικατέστησε στις Βρυξέλλες τον πρόεδρο του κόμματος.
Είναι λίγο μπανάλ να κατηγορεί κανείς τους Παπανδρέου για νεποτισμό, όταν τη χώρα κυβερνά γόνος έτερης πολιτικής δυναστείας. Ομως, την κοινότοπη κατηγορία προκαλεί ο ίδιος ο ΝΑΠ, όταν, στο κείμενο με το οποίο ζητάει άμεση εκλογή νέας ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ, κάνει λόγο για «ευνοιοκρατία» και «γενικευμένη κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης».
Δεν έχει το λήμμα «ευνοιοκρατία» τη φωτογραφία των δύο αδελφών που κρατούν έδρα διαδόχου σε εθνική και ευρωπαϊκή Βουλή;
Δεν είναι οι ίδιοι συμπτώματα της «κρίσης πολιτικής αντιπροσώπευσης» – ζωντανά παραδείγματα δυσλειτουργικής δημοκρατίας που ανακυκλώνει πριγκιπικώς τους εκπροσώπους μιας στενής ελίτ;
Δεν είναι οι δυναστείες σύμπτωμα της «κρίσης αντιπροσώπευσης»;
Οχι, θα έλεγαν οι υποστηρικτές του. Ο ΝΑΠ –σε αντίθεση με τον ΓΑΠ που ως πρώην πρωθυπουργός εκλέγεται χωρίς σταυρό– ψηφίστηκε από τον λαό. Δεν τον ευνόησε κανείς με διορισμό.
Τι μας λέει λοιπόν για το κόμμα ότι η εκλογική του βάση «σταυρώνει» με κριτήρια πολιτικής νοσταλγίας;
Μήπως ότι είναι ένας οργανισμός που επιζεί χάρη στα υπολείμματα των ριζωμάτων του στις κοινότητες της περιφέρειας – στα υπολείμματα των παλαιών πελατειακών του δικτύων, που συντηρούν σε ένα μικρό μέρος του εκλογικού σώματος το ΠΑΣΟΚ ως ταυτότητα;
Ο Παπανδρέου επικαλείται ως εργαλείο αναγέννησης τη Διακήρυξη της «3ης του Σεπτέμβρη». Είναι «επίκαιρη όσο ποτέ», λέει.
Αλήθεια;
Την έχει διαβάσει πρόσφατα;
Ταιριάζει ο εθνικοαπελευθερωτικός (σήμερα θα λέγαμε «αντι-αποικιακός») τόνος αυτού του κειμένου στις προτεραιότητες της σημερινής ευρωπαϊκής Ελλάδας;
Οι περισσότεροι –όψιμοι και παλιοί– διεκδικητές της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, καθώς και ο βαλλόμενος πρόεδρός του, θα έλεγαν μάλλον ότι, ναι, ταιριάζει.
Γιατί το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ –του πιο επιτυχημένου κόμματος της Μεταπολίτευσης, αν το μετρήσει κανείς με βάση την επιρροή του στην επικρατούσα πολιτική κουλτούρα– είναι ότι ...
το ίδιο δεν έχει καταφέρει ακόμη να «μεταπολιτευθεί».
Κοιμάται στα μνήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου