Του Μιχάλη Τσιντσίνη
Ο Λιβάνιος ταιριάζει στον Μητσοτάκη. Είναι μια επιλογή που χαρακτηρίζει το στυλ διακυβέρνησής του. Οχι επειδή ο νέος υπουργός Εσωτερικών είναι «πασοκογενής» – με την έννοια ότι ενεπλάκη στα δημόσια πράγματα, σε θέση τεχνοκράτη, όταν το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ ήταν στην εξουσία. Αλλά κυρίως επειδή ξεχωρίζει λόγω της συνάφειας με το αντικείμενο του χαρτοφυλακίου του – κι ας μην έχει πολιτευθεί ποτέ. Κι ας μην έχει να δώσει στην κυβέρνηση τα ψιχία νομιμοποίησης που ζυγίζει σε κάθε ανασχηματισμό το πολιτικό ρεπορτάζ – ψάχνοντας πού εκλέγεται ο κάθε υφυπουργός, για να τον ξεχάσει την επόμενη ημέρα.
Ο Λιβάνιος ήταν πάντως η εξαίρεση μητσοτακικής κουλτούρας, σε μια αναδιανομή ρόλων που φάνηκε να έγινε σε καθεστώς μετεκλογικής ταραχής.
Υπάρχουν ανασχηματισμοί ουσίας – που στοχεύουν στην επίλυση ενός λειτουργικού προβλήματος, όπως ο προηγούμενος που επανέφερε τον πιο επιτυχημένο υπουργό Δημόσιας Τάξης στην Κατεχάκη, «για να κάνει τη δουλειά».
Υπάρχουν και ανασχηματισμοί που γίνονται μόνο για να ικανοποιήσουν τη δίψα της πολιτικοδημοσιογραφικής πιάτσας για «συμβολισμούς» και «μηνύματα».
Ο τελευταίος ανασχηματισμός δεν ήταν τίποτε από τα δύο, αφού ούτε πολιτικό δράμα παρήγαγε, με φαντεζί εξόδους και εισόδους. Ούτε και φάνηκε –πλην του Εσωτερικών– να επιχειρήθηκε με γνώμονα την αποτελεσματικότητα.
Στην εκστρατεία για τις εθνικές εκλογές του περασμένου Ιουνίου, η Ν.Δ. ομολογούσε ότι ένας από τους τομείς στον οποίο έπρεπε να ρίξει το βάρος της μεταρρυθμιστικής της προσπάθειας ήταν η Δικαιοσύνη. Δεν είχαν προλάβει, έλεγαν, να κάνουν σημαντικές αλλαγές.
Ο υπουργός που, αμετακίνητος επί τέσσερα χρόνια, δεν «πρόλαβε» να αλλάξει τίποτε άξιο λόγου στη Δικαιοσύνη επανήλθε στο κυβερνητικό σχήμα. Σε αυτόν δίνεται δεύτερη ευκαιρία. Σε έναν άλλον δίνεται, μεγαθύμως, και τρίτη ευκαιρία, παρά τα καταγεγραμμένα (και στην ενδοκυβερνητική αξιολόγηση) αποτελέσματα των δύο προηγούμενων υπουργικών θητειών του.
Πόσο διαρκούν οι ανασχηματισμοί;
Εκ του αποτελέσματος προκύπτει ότι ο πρωθυπουργός έκρινε πως ένα εγχείρημα ριζικής ανανέωσης θα του προκαλούσε μεγαλύτερα προβλήματα απ’ όσα ίσως θα του έλυνε. Στο χειρότερο σενάριο, θα απειλούσε να μετατρέψει τον εκλογικό κλονισμό σε εσωκομματική δίνη. Στο καλύτερο, θα ξεκούρδιζε το κυβερνητικό σχήμα, καθώς θα έβαζε σε περίοδο «προσαρμογής» πολλά κρίσιμα χαρτοφυλάκια.
Αυτός ο «ολίγον» ανασχηματισμός μπορεί να αποδειχθεί προσφορότερος από τη σαρωτική αναδόμηση, αν η κυβέρνηση θυμηθεί ποια εντολή είχε πριν από την 9η Ιουνίου.
Αν ξαναδιαβάσει τις εξαγγελίες με τις οποίες απέσπασε το 41%.
Οι εκκρεμότητες εκείνες δεν «ανασχηματίστηκαν».
Κανείς δεν θα θυμάται σε λίγα χρόνια ποιος παύθηκε από υπουργός Εσωτερικών, Υγείας ή Δικαιοσύνης.
Ολοι θα θυμούνται …
τι έκανε η κυβέρνηση Μητσοτάκη στο κράτος, στην Υγεία και στη Δικαιοσύνη.
Ή τι δεν έκανε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου