Του Βασίλη Αγγελικόπουλου
Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς δος ημίν σήμερον ευχάριστο και ανακουφιστικό βράδυ l και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν αυτοχειρίας, αλλά ρύσαι ημάς από του τοξικού. l Αμήν. l
Διότι εκεί που λέγαμε ότι απαλλαχτήκαμε από το «χαρισματικό» τέκνον που ο Αλαβάνος εκδικητικά μας εκτόξευσε απερχόμενος, l ξημερώσαμε τρεις μήνες μετά με άλλου είδους ταραχή «χαρισματικό», ουρανοκατέβατο κι αυτό, προσγειωθέν στο κατώφλι μας. l Και μανιακά αξιώνον –όπως το προηγούμενο– να μας κάτσει στο σβέρκο ως κυβερνήτης. l Χρησιμοποιώντας σαν δούρειο Iππο τα τηλεπρωινάδικα, ένθα απέδρα πάσα οδύνη, θλίψις και στεναγμός (εκτός απ’ αυτόν της απόγνωσης – «θεμά το επίπεδόν μας μέσα!»). l
Ευφημείτε όμως, όπως λένε κι εκείνοι οι αντιπαθείς αισιόδοξοι που τό ‘χουν έτοιμο στο στόμα το ξενέρωτο l «Σε ό,τι σου τυχαίνει, να βλέπεις τα θετικά, όχι τα αρνητικά». l Μάιστα. l Γι’ αυτό κι εγώ εκλιπαρώ εαυτόν να σκέφτεται ότι τουλάχιστον έληξε η αφόρητη μίρλα ν’ ακούς απ’ το ραδιόφωνο συνεχώς κάθε ξελιγωμένο «για ευρωβουλή» υποψήφιο, απ’ αυτούς που μαζέψανε τα κόμματα για να παραγεμίσουν τους αερόσακους με τους 42 τους. l
Ασε τους κεχαγιάδες «εκπροσώπους», που μας έπρηξαν με το πιγκ πογκ αρχηγικών δηλώσεων, βριθουσών πόθεν έσχες, αλληλοαλαζονείας και μπίιιιιζ στον ένα που τον βαρούν όλοι, διότι ένα το χελιδόνι κι η κάλπη ασφυκτική. l
Επίσης μπορείς να αδημονείς ψυχαγωγικώς αν θα σταυρωθούν ή όχι κάτι πούρες αριστερές υποψήφιες, που συστήνονταν στους ψηφοφόρους ως: l Τάδε Δεινοπούλου, «δικηγόρος αφιερωμένη στην κοινωνικά προσανατολισμένη υπερασπιστική δικηγορία» l ή: Τάδε-Εφη Ζαρακρούστα, «υποψήφια διδακτόρισσα, εργαζόμενη με μπλοκάκι» l – ελεήστε, συντρόφια, δικιά σας είμαι, ολοξύλινη, σαν αρχαϊκό ξόανο. l
Ξεφεύγοντας λίγο από τα εκλογικά –για τα οποία μέγα μέρος των ψηφοφόρων αγρόν ηγόρασε, και μάλιστα παραθάλασσιον– ας θυμηθούμε ότι …
το ερχόμενο Σάββατο 15 Ιουνίου συμπληρώνονται 30 χρόνια από το θάνατο του Μάνου Χατζιδάκι l – και πώς περνάνε τ’ άτιμα έτσι, τρέχοντας πια. l Σταμάτησα λιγάκι εδώ να σκεφτώ ποιο επίθετο θα βάλω μπροστά στο όνομά του που να του αρμόζει και να μην είναι και τετριμμένο. l Αλλά ποιος ο λόγος, κατέληξα. l Χωρίς κανένα επίθετο – κι ο ίδιος θα το προτιμούσε. l Μόνο του, «το πιο τίμιο» – τ’ όνομά του. l
Στη μνήμη του θυμίζουμε κάτι που είχε πει στην «Κ» έξι καλοκαίρια πριν από το θάνατό του: l «Αρχίζω να υποπτεύομαι πως η τέχνη είναι ένα συμπλήρωμα μη αρτιμελών ανθρώπων. l Και μια διέξοδος στις παλιές, πολύ κλειστές, καταπιεσμένες κοινωνίες. l Αλλά, απ’ την ώρα που ο δρόμος και το σπίτι έγιναν ένα, σκέπτομαι ότι η τέχνη χάνει τη σημασία της. l Με δύο λόγια, πιστεύω ότι σήμερα η τέχνη γίνεται εις ανάμνησιν αλλοτινών εποχών. Και όχι τόσο από μια σημερινή ανάγκη. l Βέβαια το τραγούδι δεν θα πάψει ποτέ να υπάρχει. Και γι’ αυτό έχω βάλει σε αυτό όλες μου τις δυνάμεις». l
Σκέφτομαι αυτά τα δύο αντικρουόμενα, «Αρχίζω να υποπτεύομαι…» της αρχής και το «Με δυο λόγια, πιστεύω ότι…» προς το τέλος. l
Δεν θολώνουν, αντίθετα νομίζω ότι αποσαφηνίζουν το νόημα αυτής της τολμηρής και καθαρά χατζιδακικής σκέψης. l Είναι από τις σκέψεις που επί χρόνια μπορούν να τριβελίζουν ένα πνεύμα που αγάπησε πολύ και τη μουσική, και το χορό, και τη ζωγραφική, και το θέατρο, και την ποίηση. l Ποιος άλλος θα τολμούσε να πει κάτι τέτοιο, βλέποντας έστω τι καιροί ξημέρωσαν. l Ποιος αδιάφορος για την τέχνη θα το σκεφτόταν καν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου