"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Ενα κτήνος µε φούστα


Την ιστορία τη διηγείται ο Λεβ Τιµοφέγιεφ, ένας πρώην διαφωνών και κρατούµενος στις σοβιετικές φυλακές. Σ’ ένα ταξίδι που έκανε µε την Ελένα Μπόνερ στο Παρίσι για να λάβουν µέρος σε µια διάσκεψη περί ανθρωπίνων δικαιωµάτων, συνάντησαν στο αεροδρόµιο τον Αντρέι Ζαχάροφ, που ερχόταν από τις Ηνωµένες Πολιτείες. «∆εν είχαν δει ο ένας τον άλλο τον τελευταίο ενάµιση µήνα», θυµάται ο Τιµοφέγιεφ. «Κι όταν συναντήθηκαν, τα πρόσωπά τους έλαµψαν σαν να ήταν νιόπαντροι. Ηταν δύο καθαρά, νεανικά πρόσωπα. ∆εν έβλεπαν τίποτε άλλο γύρω τους εκτός από εκείνους. Ολοι οι δηµοσιογράφοι πουβρίσκονταν εκεί έµοιαζε να είναι εκτός τόπου κι εγώ αισθανόµουν σαν παρείσακτος σε µια συνάντηση δύο εραστών».

Ο Ζαχάροφ ήταν ένας άνθρωπος µε ολύµπια ηρεµία, παρά τις συστηµατικές διώξεις του απότο κοµµουνιστικό καθεστώς. ∆εν ανεχόταν όµως να κατηγορούν τη γυναίκα του. Μια µέρα συναντήθηκε µε τον «ιστορικό» Νικολάι Γιάκοβλεφ, ο οποίος σε ένα βιβλίο είχε χαρακτηρίσει την Μπόνερ «σεξουαλική κακοποιό, που επέβαλε τον εαυτό της στον χήρο Ζαχάροφ». Τον πλησίασε µε αποφασιστικότητα και τον χαστούκισε.

Η Μπόνερ, πάλι, ήταν ένας άνθρωπος µε πολύ πιο έντονα συναισθήµατα. Από καταστολή ήξερε: όταν ήταν δεκαπέντε ετών, η µητέρα της συνελήφθη και στάλθηκε στα γκουλάγκ. Τον Ζαχάροφ τον λάτρευε. Οπως γράφει ο διευθυντής του «Νιου Γιόρκερ» Ντέιβιντ Ρέµνικ, που έζησε µε τη σύζυγό του στη Μόσχα τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 και επισκέφθηκε πολλές φορές το σπίτι του Ζαχάροφ, η Ελένα Γκιοργκιόβνα ήταν το όπλο του νοµπελίστα διαφωνούντος απέναντι στους διώκτες του, τους πράκτορες των µυστικών υπηρεσιών, τον επίσηµο Τύπο.  

Οταν η KGB τους έστειλε«χριστουγεννιάτικες κάρτες» µε φωτογραφίες ακρωτηριασµένων πτωµάτων και χιµπαντζήδων µε ηλεκτρόδια στα κεφάλια τους, εκείνη δεν φοβήθηκε. Οταν εισέβαλαν στο σπίτι τους πράκτορες της KGB κραδαίνοντας τα πιστόλια τους και απειλώντας ότι θα µετατρέψουν τον χώρο σε Αφγανιστάν, παρέµεινε ατάραχη. Σε µια συνεδρίαση του Πολιτικού Γραφείου µε θέµα την τύχητων Ζαχάροφ, το 1985, ο Μιχαήλ Ζιµιάνιν δήλωσε ότι «δεν µπορεί κανείς να περιµένει αξιοπρέπεια από την Μπόνερ. Είναι ένα κτήνος µε φούστα, που διορίστηκε από τον ιµπεριαλισµό».

Ο Ζαχάροφ πέθανε το 1989, τρία χρόνια µετά την απόφαση του Μιχαήλ Γκορµπατσόφ να δώσει τέλος στον κατ’ οίκον περιορισµό του ζευγαριού στο Γκόρκι. Ούτε τότε το έβαλε η Μπόνερ κάτω. Τον Αύγουστο του 1991 ήταν παρούσα για να υπερασπιστεί τον Λευκό Οίκο της Μόσχας από το πραξικόπηµα της KGB. Και τις επόµενες δύο δεκαετίες πηγαινοερχόταν ανάµεσα στη Μόσχα και τη Βοστώνη, όπου ζουν τα παιδιά της, χωρίς να σταµατά να υπερασπίζεται τα ανθρώπινα δικαιώµατακαι να βοηθά όποια οργάνωση τη χρειαζόταν. 

Πέθανε το Σάββατο σε ηλικία 88 ετών. Παρά τα πολλαπλά χειρουργεία και µπαϊπάς, η καρδιά της αποδείχθηκε ο µοναδικός αντίπαλος που δεν µπόρεσε να νικήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: