Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΚΑΨΗ
Αυτό μάλλον αποτελεί πρωτιά. Είμαστε μόλις έναν μήνα πριν από τις εκλογές και η πρόταση της αντιπολίτευσης για «προοδευτική κυβέρνηση» έχει φτάσει να αμφισβητείται από την ίδια την αντιπολίτευση.
Μέχρι σήμερα ξέραμε ότι ο κ. Ανδρουλάκης δεν θέλει πρωθυπουργό τον Τσίπρα και δεν συνεργάζεται με τον Βαρουφάκη.
Ξέραμε επίσης ότι ο κ. Βαρουφάκης δεν πρόκειται να στηρίξει κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αν και κανείς δεν παίρνει στα σοβαρά τις διαβεβαιώσεις του.
Να όμως τώρα που μάθαμε ότι στον ΣΥΡΙΖΑ διαφωνούν και μεταξύ τους. Η διαφωνία μάλιστα θα πρέπει να έχει και προεκτάσεις. Πώς αλλιώς θα εκφραζόταν δημόσια, από κορυφαία στελέχη του, μέσα στην προεκλογική περίοδο; Εκτός κι αν όλοι τους μας κοροϊδεύουν.
Ο λόγος φυσικά για την περίφημη «κυβέρνηση των ηττημένων». Ο Τσίπρας την απέκλεισε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο.
Δραγασάκης και Τσακαλώτος, ωστόσο, ούτε λίγο ούτε πολύ είπαν πως αν βγαίνουν τα κουκιά θα την επιδιώξουν.
Η διατύπωση του κ. Δραγασάκη μάλιστα, «εγώ ποτέ δεν την απέκλεισα», θα μπορούσε και να εκληφθεί ως αμφισβήτηση του ηγετικού ρόλου του Αλέξη.
Όσο για τον κ. Τσακαλώτο είπε το προφανές: «πώς είναι δυνατόν μια τέτοια κυβέρνηση να θεωρείται ηττημένη όταν έχει την πλειοψηφία». Έχει δίκιο, μπορεί να είναι προϊόν τερατογένεσης, ηττημένη όμως όχι.
Φυσικά δεν είμαστε στο κεφάλι του Αλέξη Τσίπρα και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν λέει την αλήθεια ή αν στο μυαλό του έχει κι αυτός το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης, ακόμα και αν έρθει πρώτη η Ν.Δ. Αν δηλαδή αποκλείει την κυβέρνηση των ηττημένων απλώς για να καθησυχάσει κάποιους ψηφοφόρους που στον πρώτο γύρο θα ήθελαν να εκφράσουν την απογοήτευσή τους με την κυβέρνηση, τρέμουν όμως στην ιδέα της επανόδου του ΣΥΡΙΖΑ. Στο παρελθόν πάντως ο Τσίπρας έχει κάνει μεγαλύτερες κωλοτούμπες για να δειλιάσει μπροστά σε μια τόση δα ασυνέπεια. Άλλωστε η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει εκπαιδευτεί στον πιο κυνικό και χωρίς αρχές συνδικαλισμό, τον φοιτητικό.
Για όσους θέλουν να καταλάβουν τη συμπεριφορά της αριστεράς η κουλτούρα που αναπτύχθηκε στα αμφιθέατρα έχει σημασία.
Το πρώτο της χαρακτηριστικό, κοινό με τη σταλινική παράδοση, είναι ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό πηγάζει από το πρώτο: τα συγκεκριμένα περιστατικά και οι αντιθέσεις δεν έχουν αξία καθαυτές αλλά πρέπει να υπηρετούν τον τελικό σκοπό, ο οποίος είναι βέβαια η επικράτησή μας. Για να το πούμε πιο απλά, για το ίδιο ζήτημα μπορεί να υιοθετηθούν διαμετρικά αντίθετες θέσεις, ανάλογα με το τι συμφέρει τη συγκεκριμένη στιγμή. Πράγμα βέβαια που ενέχει τον κίνδυνο να οδηγήσει σε κωμικές καταστάσεις απροκάλυπτης υποκρισίας.
Το ζήσαμε κατά κόρον την τελευταία εβδομάδα με τις καταγγελίες εναντίον του Αλέξη Γεωργούλη για βιασμό. Σε αυτή την περίπτωση, για τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ η ευθύνη είναι ατομική, δεν έχει πολιτικές προεκτάσεις. Όταν όμως ο πρωθυπουργός είχε απλώς βγει φωτογραφία με τον Λιγνάδη, ο οποίος δεν ήταν καν πολιτικό στέλεχος, η ευθύνη ήταν της Νέας Δημοκρατίας, της Μενδώνη και του Μητσοτάκη προσωπικά. Για να μην πούμε για το άθλιο σύνθημα της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ: «Είναι πλούσιοι, νέοι, ωραίοι σεξιστές, δεν μας κάνει εντύπωση που είναι βιαστές». Θα είχε ενδιαφέρον να το επαναλάβουν σήμερα ή έστω να κατηγορούσαν για σεξισμό κάποιες υποψήφιες του ΣΥΡΙΖΑ οι οποίες έσπευσαν να διασύρουν τη νεαρή κοπέλα που κατήγγειλε τον Γεωργούλη.
Μια και μιλάμε για Μενδώνη πάντως, αυτή την εβδομάδα η UNESCO έκλεισε και όλη αυτή την παραφιλολογία για τσιμεντοποίηση της Ακρόπολης την οποία είχε υιοθετήσει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Άλλο ένα παράδειγμα για το πώς όλα τα ζητήματα είναι απλώς αφορμές για να επιτεθεί στους αντιπάλους του. Αν για να το πετύχει χρειαστεί να τσαλακώσει ανθρώπους με τεράστιο επιστημονικό έργο και προσφορά, λίγο τον (τους) απασχολεί.
Για να γυρίσουμε όμως στην κυβέρνηση των ηττημένων, η προοπτική αυτή μπορεί να βάλει σε πολύ δύσκολη θέση και τον κ. Ανδρουλάκη. Ιδίως αν έρθουν έτσι οι έδρες που θα πρέπει να διαλέξει ανάμεσα σε κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη και σε κυβέρνηση με στήριξη ή συμμετοχή του Βαρουφάκη. Δύο ενδεχόμενα δηλαδή τα οποία έχει αποκλείσει κατηγορηματικά.
Αν επιμείνει να αποκλείει τον Βαρουφάκη, τότε η μόνη λύση θα είναι...
κυβέρνηση με Μητσοτάκη.
Ο οποίος βέβαια δεν έχει κανέναν λόγο να δεχθεί να μην είναι πρωθυπουργός, άλλωστε λέει ανοιχτά ότι στόχος του είναι η αυτοδυναμία. Άρα επιδιώκει δεύτερες εκλογές και μόνο αν αυτό έμοιαζε απίθανο, θα δυσκολευόταν να πει όχι σε κυβέρνηση συνεργασίας. Θα πάρει όμως τότε την ευθύνη ο Ανδρουλάκης να πάμε σε δεύτερες εκλογές χωρίς πολιτικό διακύβευμα, μόνο επειδή διαφωνεί με το πρόσωπο του πρωθυπουργού;
Εναλλακτικά και αν ξεπεραστεί το ανάλογο πρόβλημα για το πρόσωπο του πρωθυπουργού με τον Τσίπρα, θα μπορούσε να στηρίξει κυβέρνηση μαζί με τον κ. Βαρουφάκη. Για ένα τμήμα των ψηφοφόρων του, αυτό θα ήταν η απόλυτη άρνηση της πολιτικής παράδοσης του ΠΑΣΟΚ. Δεν πρόκειται να τον ακολουθήσουν.
Το πραγματικό πρόβλημα του κ. Ανδρουλάκη, ωστόσο, είναι το ότι ο ίδιος δεν έχει ξεκαθαρίσει μέσα του τι θέλει και πάντως δεν το έχει δείξει στους ψηφοφόρους. Αντί να απαντάει στα διλήμματα της συγκυρίας, έβαλε αινίγματα. Προέταξε τον τακτικισμό αντί των καθαρών πολιτικών προτάσεων. Έτσι όποια απόφαση και αν χρειαστεί να πάρει μετεκλογικά, θα του είναι πολύ δύσκολο να την εξηγήσει σε όσους τον στήριξαν και ψήφισαν ΠΑΣΟΚ. Στη Χαριλάου Τρικούπη δεν το λένε αλλά πολύ θα χαιρόντουσαν να μη χρειαστεί να πιουν αυτό το ποτήρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου