Μα είναι τόσο απλά τα πράγματα.
Οσοι επιχειρηματολογούν συγκρίνοντας το ’22 με το σήμερα, και τους Μικρασιάτες με τους Αφγανούς, συνεχίζουν. Τον πρώτο καιρό οι γηγενείς πληθυσμοί υποδέχθηκαν τους Μικρασιάτες με δυσαρέσκεια, αν όχι με εχθρότητα. Με τον καιρό αυτή ξεπεράστηκε, με αποτέλεσμα οι πληθυσμοί που έρχονταν «από αλλού» να εμπλουτίσουν τη μικρή επαρχιακή Ελλάδα της εποχής με τα ήθη τους, την αξιοσύνη τους, τον κοσμοπολιτισμό τους. Τρία ονόματα φθάνουν: Ωνάσης, Σεφέρης, Συκουτρής. Η παροιμιώδης αντίδραση απέναντι στις «Σμυρνιές» δεν ήταν παρά η συμπλεγματική αντίδραση του επαρχιωτικού μικρόκοσμου απέναντι σε μια κοινωνία πολύ πιο ανοιχτή και δεκτική από ό,τι ήταν η Αθήνα της εποχής εκείνης.
Αντιμετωπίζω πάντα με καχυποψία τις ιστορικές αναλογίες. Είτε πρόκειται για την σύγκριση της σύγχρονης δημοκρατίας με την αθηναϊκή άμεση δημοκρατία είτε πρόκειται για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Οι πρόσφυγες δεν είναι παντού και πάντα ίδιοι, ούτε οι μετανάστες. Ο εκ πατρός παππούς μου έφυγε από τη γενέτειρά του ορεινή Αρκαδία το 1904 και μέσω Οδησσού κατέληξε στον Αγιο Φραγκίσκο των ΗΠΑ, αφού, εννοείται, πέρασε τη δοκιμασία του Ellis Island – έχω βρει τα στοιχεία του στα αρχεία. Εργάστηκε σκληρά και το 1919 επέστρεψε στην Ελλάδα για να κάνει οικογένεια. Δεν μπορώ να τον συγκρίνω με τον Αφγανό που βγαίνει σε μια ακτή της Λέσβου μόνο με ένα κινητό, χωρίς ταυτότητα και, το κυριότερο, χωρίς προοπτική.
Οι Μικρασιάτες ήσαν Ελληνες, θύματα της Μεγάλης Ιδέας. Εχασαν πολλούς δικούς τους, τα σπίτια τους, τις περιουσίες τους και ήρθαν στην ελληνική επικράτεια για να ξαναβρούν τη ζωή που είχαν χάσει. Για τους εύπορους και για τους φτωχούς η Ελλάδα ήταν προορισμός, μπορεί καταναγκαστικός, όμως προορισμός. Δεν είναι η περίπτωση των μεταναστών και των προσφύγων που περνούν τα νερά του Αιγαίου σήμερα. Δεν ξέρουν τίποτε για τη χώρα όπου τους έριξε η μοίρα τους, δεν ενδιαφέρονται να μάθουν και αισθάνονται εγκλωβισμένοι. Συνθήκες που εξουδετερώνουν κάθε προοπτική αφομοίωσης.
Ας προσθέσω σε όλ’ αυτά και την αφέλεια της ορθοπολιτικής σκέψης που εφαρμόζει τα δικά της προτάγματα. Οι ίδιοι, φιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες και λοιποί έχουν εξορίσει τη θρησκευτική πίστη από τον ορίζοντά τους, τη θεωρούν αμελητέα, κάτι σαν γραφικό σκηνικό στο δράμα της ζωής. Ο μουσουλμανικός κόσμος τούς διαψεύδει καθημερινά. Η ύστατη αλαζονεία του δυτικού πολιτισμού είναι ότι δεν αντέχει τη διάψευση των αρχών του Διαφωτισμού, που ξεκίνησε ως υπέροχη πνευματική περιπέτεια και κατάντησε δόγμα πολιτικής ορθότητας.
Οι ιστορικές αναλογίες, οι συγκρίσεις που αγνοούν τις παραμέτρους της ανθρώπινης συνθήκης, είναι χαρακτηριστικά της ολοκληρωτικής σκέψης. Και το πρόβλημα με την ολοκληρωτική σκέψη είναι ότι ισοπεδώνει την πραγματικότητα, τον ύστατο κριτή μας. Η δε ισοπέδωση της πραγματικότητας, η λογοκρισία των κριτηρίων που μας επιτρέπουν να την αντιμετωπίσουμε, ακυρώνει τη δυνατότητά μας να την αντιμετωπίσουμε. Την εξορκίζουμε με ηθικολογίες του τύπου «κι εμείς υπήρξαμε πρόσφυγες, κι εμείς υπήρξαμε μετανάστες», όμως αδυνατούμε να τη διαχειρισθούμε.
Αν μη τι άλλο, οφείλουμε να μην αποφεύγουμε το πρόβλημα με διάφορες ιστορικές αναλογίες και ηθικολογικές ακροβασίες. Και να μην ξεχνάμε ότι...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου