"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ και ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Χρεωμένοι και χωρίς μετρητά

Του ΘΑΝΑΣΗ ΔΡΙΤΣΑ
Καρδιολόγου

Το χρέος (ιδιωτικό και δημόσιο) φαίνεται να είναι σήμερα μια κεφαλαιώδης ανησυχία όλων των οικονομικών και πολιτικών υπευθύνων.

Σε μια πρωτότυπη και ρηξικέλευθη μελέτη (βλ. «Η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου» που κυκλοφορεί ως βιβλίο και στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια) ο ιταλός κοινωνιολόγος, φιλόσοφος και ακτιβιστής Maurizio Lazzarato υποστηρίζει ότι το χρέος είναι πριν από όλα μια πολιτική κατασκευή και η σχέση πιστωτή-οφειλέτη μια θεμελιώδης κοινωνική σχέση του κόσμου μας. Οι βιβλιογραφικές αναφορές που υποστηρίζουν το έργο του Lazzarato βασίζονται κυρίως σε κείμενα του Νίτσε (βλ. Γενεαλογία της Ηθικής) αλλά επίσης σε κείμενα των Καρλ Μαρξ, Ντελέζ, Γκουαταρί και Φουκώ.

Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι «το χρέος» δεν ανάγεται απλώς σε έναν οικονομικό μηχανισμό αλλά αποτελεί μια τεχνική διακυβέρνησης και ελέγχου ατομικών και συλλογικών υποκειμένων. Το χρέος επιδιώκει να περιορίσει αφενός την αβεβαιότητα του μελλοντικού χρόνου αφετέρου την συμπεριφορά των κυβερνωμένων. Ο χρεωμένος άνθρωπος αισθάνεται ότι δεν έχει μέλλον και προκειμένου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του καλείται να γίνει επιχειρηματίας του εαυτού του, διαχειριστής της ζωής του με αποτέλεσμα να ανατρέπεται όλος ο φυσικός, ψυχοδιανοητικός και συναισθηματικός μας ορίζοντας.  


Μέσα από την ανάλυση του Lazzarato αναζητούνται οι ρίζες της σχέσης εξουσίας πιστωτή-οφειλέτη στην ενοχικότητα της προτεσταντικής ηθικής. Με τη γέννηση δεν μας κληροδοτείται πλέον το προπατορικό αμάρτημα αλλά το χρέος των προηγούμενων γενεών. Αν άλλοτε είμασταν υπόχρεοι στους θεούς, στους προγόνους, στο εξής είμαστε υπόχρεοι στον «Μέγα Πιστωτή» ή «Θεό Κεφάλαιο».  


Το χρέος παράγει μια δική του ηθική, διαφορετική από την ηθική της εργασίας. Στο ζεύγος «προσπάθεια-ανταμοιβή» της ιδεολογίας της εργασίας προστίθεται η ηθική της υπόσχεσης (να ξεπληρώσω το χρέος) και της ενοχής (γιατί το απέκτησα). 


 Η νέα ηθικολογία του χρέους οδηγεί σε μια επικίνδυνη ηθικοποίηση του άνεργου, του υποστηριζόμενου, του χρήστη του κράτους προνοίας. Για παράδειγμα η κατευθυνόμενη εκστρατεία του γερμανικού τύπου (περιόδου της μεγάλης ελληνικής κρίσης) εναντίον των «τεμπέληδων και παρασιτικών» Ελλήνων μαρτυρεί τη βία της ενοχής που εκλύει η οικονομία του χρέους. Τα ΜΜΕ, οι πολιτικοί και οι οικονομολόγοι δεν μετέδιδαν εκείνες τις σκοτεινές ημέρες παρά ένα μονάχα μήνυμα «εσείς φταίτε». Το (ψευδές) μήνυμα που έπρεπε να περάσει τότε ήταν το εξής: Οι μεσογειακοί λαοί τεμπελιάζουν κάτω από τον ήλιο ενώ την ίδια στιγμή οι Γερμανοί, υπέρμαχοι της προτεσταντικής ηθικής, μοχθούν και εργάζονται σκληρά για το καλό της Ευρώπης και της ανθρωπότητας.

Ο Maurizio Lazzarato παραθέτει μια δήλωση νεαρής αμερικανίδας (η οποία είχε μέσω φοιτητικού δανείου αποκτήσει μεταπτυχιακό σε νομικές σπουδές στις ΗΠΑ) στην ιταλική εφημερίδα Republica το 2008: «Σκέπτομαι ότι δεν θα καταφέρω να αποπληρώσω τις δόσεις του δανείου που είχα πάρει για να σπουδάσω, μερικές φορές σκέπτομαι ότι θα πεθάνω και θα χρωστάω ακόμη πολλές δόσεις. Σήμερα έχω ένα πλάνο αποπληρωμής 28 ετών αλλά παραείναι φιλόδοξο διότι το επιτόκιο είναι μεταβλητό και καταφέρνω να πληρώνω ένα μέρος. Σημειώνω προσεκτικά όλα μου τα έξοδα σε τετράδιο, ακόμη και τον καφέ και τα εισιτήρια του λεωφορείου. Αυτό που με στοιχειώνει όμως είναι ότι δεν μπορώ να κάνω καθόλου αποταμίευση». Στις ΗΠΑ το 80% όσων κάνουν νομικές σπουδές μαζεύουν ένα χρέος περίπου 77.000 δολαρίων αν έχουν σπουδάσει σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο και περίπου 50.000 δολαρίων αν έχουν σπουδάσει σε δημόσιο πανεπιστήμιο. Για ιατρικές σπουδές στις ΗΠΑ το χρέος ανέρχεται σε περίπου 140.000 δολάρια.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η (μέχρι σήμερα) νοοτροπία της «μικρής ιδιοκτησίας» των ελλήνων πολιτών δεν ήταν καθόλου αρεστή στο παγκοσμιοποιημένο τραπεζικό σύστημα το οποίο (σαφέστατα) επιθυμεί την υπαγωγή όλων των πολιτών σε ένα απρόσωπο βασίλειο (Real Estate) που θα ελέγχει κάθε κατοικία με δια βίου αποπληρούμενα στεγαστικά δάνεια. Στην Ελλάδα υπάρχουν, ευτυχώς ακόμη, αρκετοί μικρομεσαίοι πολίτες που δεν έχουν στεγαστικό δάνειο διότι κληρονόμησαν σπίτι από τους γονείς τους. Είναι βέβαιο όμως ότι η δυσβάσταχτη τρέχουσα φορολογία θα αναγκάσει (αργά ή γρήγορα) τους περισσότερους έλληνες πολίτες είτε να ξεπουλήσουν είτε να εγκαταλείψουν τις κατοικίες τους. Έτσι δεν θα μπορεί να υπάρξει μελλοντικά έλληνας πολίτης (της μεσαίας και κατώτερης οικονομικής τάξης) χωρίς δέσμευση δια βίου αποπληρωμής στεγαστικού δανείου σε κάποια τράπεζα. Το πρώτο και απαραίτητο βήμα για κάθε μελλοντικό μωρό, ίσως και αμέσως μόλις ανοίξει τα μάτια του στον κόσμο, θα είναι να μετατραπεί την ίδια στιγμή σε χρεωμένο άνθρωπο. 


Ο στόχος είναι προφανώς ένας και μοναδικός: ουδείς μη χρεωμένος άρα και ουδείς ουσιαστικά ελεύθερος.
 

Στο μαρτύριο του χρέους έρχεται σύντομα να προστεθεί ένα επιπρόσθετο μέτρο ελέγχου, μια ακόμη αλυσίδα στο σώμα του παγκόσμιου Προμηθέα Δεσμώτη. Αυτή η δεύτερη αλυσίδα ελέγχου, μετά την αλυσίδα του χρέους, είναι η κατάργηση του μετρητού χρήματος. Στα επόμενα χρόνια πολλά κράτη θα έχουν καταργήσει πλήρως τα μετρητά. Όλες οι συναλλαγές θα γίνονται μέσω πλαστικών καρτών, υπολογιστών και κινητών τηλεφώνων. Τα χαρτονομίσματα και τα κέρματα, που θα έχουν στην κατοχή τους οι πολίτες, δεν θα έχουν πια καμία ανταλλάξιμη αξία. Σε χώρες όπως το Βέλγιο, η Γαλλία και ο Καναδάς, το 90% των καταναλωτικών αγορών γίνεται ήδη χωρίς μετρητά. Ο κόσμος οδεύει προς την κατάργηση του χρήματος με στόχο την «πάταξη της φοροδιαφυγής και των κλοπών», χωρίς όμως να υπολογίζει την τρομερή δύναμη που παράλληλα εκχωρεί στις κυβερνήσεις και στις τράπεζες οι οποίες θα διακινούν πλέον το μη-υλικό χρήμα.

Η επιχειρηματολογία υπέρ της κατάργησης των νομισμάτων είναι προφανής: όταν δεν υπάρχουν χρήματα, δεν μπορούν να δράσουν  εγκληματικές οργανώσεις, δεν μπορεί να υπάρξει καμία παράνομη συναλλαγή, αφού και το ελάχιστο ποσό συναλλαγής θα καταγράφεται λεπτομερώς ηλεκτρονικά. Και δεν είναι βέβαιο ότι θα αποφευχθεί κάποιας μορφής «ηλεκτρονική διαφθορά» από την πλευρά των διαχειριστών που είναι τα κράτη και οι τράπεζες. Απλά ελέγχεται απόλυτα η μία πλευρά, η πλευρά του καταναλωτή. Η άλλη πλευρά όμως, του διαχειριστή-καταγραφέα δεν θα είναι εύκολα ελέγξιμη.

Οι υπέρμαχοι της κατάργησης των χρημάτων χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: 


Στους μετριοπαθείς, που λένε ότι πρέπει να καταργηθούν μόνο τα μεγάλης αξίας χαρτονομίσματα, έτσι ώστε να παραμείνουν εύκολες κάποιες μικρές δαπάνες και σε εκείνους που υποστηρίζουν την απόλυτη  κατάργηση των χρημάτων με πρόσχημα την πάταξη της παρανομίας.  


Στη Σουηδία μάλιστα εφαρμόζουν ήδη (δοκιμαστικά) ένα σύστημα, όπου στις εκκλησίες οι πιστοί παρέχουν ανιδιοτελείς προσφορές μέσω εφαρμογής στο κινητό τους. Με τον ίδιο τρόπο, μπορεί κάποιος να προσφέρει π.χ. μία ενίσχυση σε ζητιάνο, μεταφέροντας (μέσω mobile app) κάποιο ποσό σε κοντινό κατάστημα τροφίμων.
 

Με την κατάργηση του μετρητού χρήματος υποτίθεται ότι θα σταματήσουν τα παράνομα κυκλώματα ναρκωτικών, πορνείας και της μαφίας εκβιασμών, ενώ δεν θα έχουν πλέον αντικείμενο δράσης οι διαρρήκτες. 


Εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι το κοινωνικό σύνολο κερδίζει από την κατάργηση των μετρητών


Υπάρχει όμως και η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού:


  Αν όλες οι συναλλαγές μας περνούν από τον έλεγχο των τραπεζών (που θα διακινούν το ψηφιακό χρήμα) και τις κυβερνήσεις (που υποτίθεται ελέγχουν το τραπεζικό σύστημα), τότε μεταβαίνουμε σε μια οργουελική κοινωνία μαζικού ελέγχου και απώλειας ιδιωτικότητας. Τράπεζες και κεντρική κυβέρνηση θα γνωρίζουν όλες τις λεπτομέρειες του ιδιωτικού μας βίου όπως τι διατροφή ακολουθούμε, που ψωνίζουμε, κρίσιμα ζητήματα υγείας, φάρμακα που παίρνουμε, τι χρήματα διαθέτουμε καθημερινά στα παιδιά μας, που ταξιδεύουμε κλπ. Μπορεί μερικές να φαντάζουν ασήμαντες πληροφορίες αλλά συνθέτουν ένα πολύτιμο δίκτυο πληροφοριών οι οποίες μας ταυτοποιούν απόλυτα και μπορεί να χρησιμοποιηθούν (πιθανά) εις βάρος μας.

Πολίτες όπως της κεντρικής Ευρώπης δείχνουν πλήρη εμπιστοσύνη στη δημόσια διοίκηση και στο τραπεζικό τους σύστημα όσον αφορά την νόμιμη χρήση των προσωπικών τους δεδομένων. Στην Ελλάδα όμως που ή κρατική διαφθορά βρίσκεται ακόμη σε πολύ υψηλά επίπεδα σε σχέση με την κεντρική Ευρώπη τι μπορεί να πάθει άραγε ο πολίτης; 


Δεν είναι τυχαίο ότι οι Έλληνες απέσυραν τις οικονομίες τους από τις τράπεζες και διστάζουν να τις επιστρέψουν εκεί λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης. Οι τράπεζες διεθνώς μετά την οικονομική κρίση του 2008, απολαμβάνουν τη μικρότερη εκτίμηση των πολιτών, ενώ στην Ελλάδα παραμένουν στη συνείδηση του κόσμου ως ένας ευμετάβλητος παράγοντας της οικονομίας, στον οποίο δεν μπορείς να εμπιστευτείς το μέλλον σου, πόσο μάλλον να τους εκχωρήσεις την απόλυτη διαχείριση κάθε συναλλαγής σου. Η εκχώρηση του απόλυτου ελέγχου της ζωής μας στις τράπεζες φαντάζει ως μια συνειδητή και οριστική μετάβαση της κοινωνίας στον κόσμο που προφήτευσε ο George Orwell στο βιβλίο του 1984.

Στο μαρτύριο του χρεωμένου ανθρώπου προστίθεται λοιπόν και η αλυσίδα του απόλυτου ελέγχου που φέρνει μαζί του το καινούργιο άυλο χρήμα. Αν δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα μαρτύρια των καιρών, ο αιώνια χρεωμένος άνθρωπος θα κληθεί ίσως να δώσει ένα κομμάτι από τις σάρκες του. 


Έφερα αυτόματα στη μνήμη μου τα σκληρά λόγια του Shylock, του δανειστή τοκογλύφου, στον «Έμπορο της Βενετίας» του Shakespeare, που δέχεται να δανείσει τον Antonio χρήματα με μια αυστηρή προϋπόθεση: αν δεν μπορέσει να ανταποκριθεί στη συμφωνία και να αποπληρώσει τα συμφωνηθέντα στον χρόνο που θα ορισθεί τότε ο Shylock να έχει το δικαίωμα να πάρει ένα μέρος από τη σάρκα του. Παραθέτω μάλιστα το χαρακτηριστικό απόσπασμα από τον «Έμπορο της Βενετίας» στην πρωτότυπη γλώσσα:

«Shylock: The kindness will I show. Go with me to a notary, seal me there your single bond; and, in a merry sport, if you repay me not on such a day, in such a place, such sum or sums as are expressed in the condition, let the forfeit be nominated for an equal pound of your fair flesh, to be cut off and taken in what part of your body pleaseth me» (Act I, The merchant of Venice).

Δεν υπάρχουν σχόλια: