Από τον ΑΓΡΥΠΝΟ ΦΡΟΥΡΟ
Κατά τη δεκαετία του '70 και του '80, όταν αγωνίστηκε σε Βοστώνη, Φοίνιξ, Σιάτλ και Νέα Υόρκη. Με τους Μπόστον Σέλτικς κατέκτησε μάλιστα το δαχτυλίδι του πρωταθλητή το 1974. Μετά το φινάλε της αγωνιστικής του καριέρας (το 1984), ασχολήθηκε με την προπονητική. Εργάστηκε σε Φοίνιξ Σανς, Σιάτλ Σούπερσονικς, Ντάλας Μάβερικς, Σακραμέντο Κινγκς και Μπρούκλιν Νετς.
Ως παίκτης τελείωσε την καριέρα του στο ΝΒΑ με 15.6 πόντους, 4.4 ασίστ και 1.3 κλεψίματα κατά μέσο όρο. Η επιρροή του και η προσφορά του στον οργανισμό των Φοίνιξ Σανς ήταν τεράστια, σε τέτοιο βαθμό που αποσύρθηκε το Νο44 που φορούσε ως παίκτης.
Το 2019, ο Πολ Γουέστφαλ εισήχθη στο Naismith Memorial Basketball Hall of Fame.
Κάποτε, ο Μπιλ Σάνκλι, εμβληματικός προπονητής των "κόκκινων" του είπε "Τζέρι γιε μου, εγώ σας έδωσα μια ομάδα κι εσύ μας έδωσες ένα τραγούδι".
Ο Μάρσντεν αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας, τα οποία επηρέασαν και την καρδιά του. Το 2003 έκανε τριπλό bypass σε νοσοκομείο του Λίβερπουλ, ενώ το 2016 έκανε επέμβαση ανοιχτής καρδιάς. Η τελευταία φορά που τραγούδησε live το "You 'll never walk alone" ήταν το καλοκαίρι του 2019, όταν το συγκρότημα "Take That" τον ανέβασε στην σκηνή, κατά τη διάρκεια συναυλίας τους στο Άνφιλντ. Λίγους μήνες νωρίτερα είχε ανακοινώσει την απόσυρσή του απ' τα φώτα της δημοσιότητας εξαιτίας των προβλημάτων υγείας.
Εκτός από την «σφραγίδα» που άφησε στην κωμωδία ως «Λαβέρν», η Ράμσεϊ είχε αξιοσημείωτη καριέρα στο θέατρο. Το 1978 πρωταγωνίστησε στην παραγωγή «Eubie!», ένα βιογραφικό μιούζικαλ γύρω από τη ζωή του τζαζ πιανίστα Γίμπι Μπλέικ.
Ο τραπεζίτης που ήταν απόγονος έβδομης γενιάς της δυναστείας των Ρότσιλντ κι ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Γαλλίας, πέρασε τις τελευταίες ώρες της ζωής του στο Chateau de Pregny, που ο κόσμος αποκαλεί άστρο των Ρότσιλντ, το οποίο βρίσκεται κοντά στη λίμνη της Γενεύης. Το ακίνητο ανήκει στην οικογένεια από τα μέσα του 19ου αιώνα.
Ο εκλιπών ήταν πρόεδρος της εταιρείας χαρτοφυλακίου Edmond de Rothschild, μητρικής της Edmond de Rothschild Group, που ειδικεύεται στην ιδιωτική τραπεζική και τη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων.
Είχε γεννηθεί 19 Νοεμβρίου του 1933 στο Μπρούκλιν από γονείς Εβραίους μετανάστες.
Ο πατέρας του Άαρον ήταν από την Αυστρία και η μητέρα του Τζένι, μοδίστρα στο επάγγελμα, από τη Λιθουανία.
Ο Λάρι Κινγκ ονειρευόταν σε όλη του τη ζωή να κάνει καριέρα στο ραδιόφωνο. Έκανε το ξεκίνημά του ως πρωινός dj στο Μαϊάμι στη Φλόριντα το 1957 και στη συνέχεια μπήκε το 1978 στον χώρο των εθνικών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών καθώς είχε αποκτήσει ένα αφοσιωμένο κοινό χάρη στον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο έκανε τις συνεντεύξεις.
Το αμερικανικό δίκτυο CNN του ανέθεσε την παρουσίαση εκπομπής σε ζώνη υψηλής τηλεθέασης το 1985 ενώ παρέμεινε σε αυτό το πόστο μέχρι τη στιγμή που αντικαταστάθηκε από τον Βρετανό Πιρς Μόργκαν το 2010.
Ο Κινγκ συνέχισε να φιλοξενεί αφιερώματα για το δίκτυο μέχρι το 2012, όταν και έφυγε από το CNN για να ξεκινήσει ένα δικό του εγχείρημα, το Ora TV, με τον Μεξικανό δισεκατομμυριούχο Κάρλος Σλιμ. Ο Κινγκ δέχτηκε κριτική τα τελευταία χρόνια για τη συνεργασία του με τον ρωσικό κρατικό ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό RT.
Ακόμη κι όταν βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, οι επικριτές του τον είχαν κατηγορήσει ότι έκανε ελάχιστη προετοιμασία για τις συνεντεύξεις και για το γεγονός ότι δεν «στρίμωχνε» τους καλεσμένους του με δύσκολες ερωτήσεις. Ο ίδιος το παραδεχόταν και δικαιολογούσε τον εαυτό του λέγοντας πως «προτιμούσε να μαθαίνει μαζί με τους θεατές». Άλλωστε, δήλωνε πως δεν επιθυμούσε να θεωρείται δημοσιογράφος.
Ο Λάρι Κινγκ είχε παντρευτεί οκτώ φορές με επτά γυναίκες (ο τελευταίος του γάμος με την Shawn Southwick, έληξε με διαζύγιο το 2019).
Το 1987 είχε υποστεί καρδιακή προσβολή και το 2017 διαγνώστηκε με καρκίνο στον πνεύμονα.
Το 2019 έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο ενώ μέσα σε διάστημα πέντε εβδομάδων τον Αύγουστο του 2020έχασε δύο από τα πέντε παιδιά του και συγκεκριμένα τον γιο του Άντι, 65 ετών, από καρδιακή προσβολή, και την κόρη του Σάια, 51 ετών, από καρκίνο του πνεύμονα.
5/2/2021 Σε ηλικία 91 ετών έφυγε ο σπουδαίος ηθοποιός Christopher Plummer που πρωταγωνίστησε ως Captain von Trapp μαζί με την Julie Andrews στο μιούζικαλ "Η Μελωδία της Ευτυχίας" ("The Sound Of Music") του 1965.
Στην μακρόχρονη πορεία του στον κινηματογράφο τιμήθηκε με δύο Emmy, δύο Tony βραβεία, μια Χρυσή Σφαίρα και ένα BAFTA.
Ο Σπινκς, υπήρξε ένας από τους θρύλους των ρινγκ, καθώς το 1978 πήρε το «στέμμα» από το Μοχάμεντ Άλι. Έπασχε από καρκίνο και νοσηλευόταν από τον περασμένο Δεκέμβριο στο Λας Βέγκας.
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο διάσημος Αμερικανός, σημείωσε 27 νίκες, ηττήθηκε 17 φορές, ενώ αναδείχθηκε τρεις φορές ισόπαλος με τους αντιπάλους του.
Ως ερασιτέχνης, κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ (1976), ενώ έξι μήνες αργότερα έγινε επαγγελματίας σε ηλικία 23 ετών.
Μετά από οκτώ αγώνες (7 νίκες και 1 ισοπαλία), ο Σπινκς αναμετρήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 1978 στο Λας Βέγκας, με τον ήδη διάσημο Μοχάμεντ Άλι, ο οποίος ήταν τότε 36 ετών. Μετά από 15 γύρους, ο Σπινκς ανακηρύχθηκε νικητής με απόφαση split, στην πιο λαμπρή στιγμή της καριέρας του.
Επτά μήνες αργότερα, ο Άλι πήρε την... εκδίκησή του, μπροστά σε 70.000 θεατές στο Superdome της Νέας Ορλεάνης.
Η 15χρονη Γουίλσον μαζί με την Νταϊάνα Ρος και τη Φλόρενς Μπάλαρντ ίδρυσαν στο Ντιτρόιτ το 1959 ένα συγκρότημα με το όνομα The Primettes που στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Supremes.
Τη δεκαετία του ’60 έγιναν δημοφιλείς με τα πασίγνωστα μέχρι σήμερα τραγούδια «Baby Love» και «You Can’t Hurry Love», ενώ έκαναν και άλλες επιτυχίες, όπως τα «Where Did Our Love Go», «Come See About Me» και «Stop! In the Name of Love».
Οι «Supremes» μπήκαν στο Rock and Roll Hall of Fame το 1988.
15/2/2021 Πέθανε στη Νέα Υόρκη σε ηλικία 85 ετών θρυλικός μουσικός Τζόνι Πατσέκο, που θεωρείται ένας από τους ιδρυτές πατέρες της σάλσα
Γεννημένος την 25η Μαρτίου 1935 στην δομινικανή πόλη Σαντιάγο δε λος Καμπαγιέρος, ο Χουάν Ασαρίας Πατσέκο, που έγινε στην πορεία Τζόνι Πατσέκο, έφθασε στη Νέα Υόρκη με την οικογένειά του όταν ήταν παιδί.
Έπειτα από μουσικές σπουδές στην περίφημη Juillard School της Νέας Υόρκης, άρχισε την καριέρα του τη δεκαετία του 1950 κι έγινε διάσημος με την ορχήστρα Pacheco y su Charanga.
Ίδρυσε το 1964 τη Fania Records μαζί με τον δικηγόρο Τζέραλντ «Τζέρι» Μασούτσι.
Τα «El faisan» και «Quitate tu» είναι δύο από τα εκατό και πλέον τραγούδια που είχε ηχογραφήσει ή συνθέσει ο Τζόνι Πατσέκο.
Ο Φίλιππος, Δούκας του Εδιμβούργου (γεννημένος στις 10 Ιουνίου 1921 ως Πρίγκιπας Φίλιππος της Ελλάδος και της Δανίας) είναι ο σύζυγος της Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου Βασιλείου. Αποτελεί το μακροβιότερο αρσενικό μέλος της Βρετανικής Βασιλικής Οικογένειας.
Ως απόγονος του Οίκου του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Γκλύξμπουργκ, ο Φίλιππος γεννήθηκε όντας μέλος της Ελληνικής και της Δανικής Βασιλικής Οικογένειας. Γεννήθηκε στην Ελλάδα, όμως η οικογένειά του εξορίστηκε από τη χώρα όταν εκείνος ήταν ακόμη βρέφος. Έχοντας εκπαιδευτεί στη Γαλλία, τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, κατετάγη σε ηλικία 18 ετών στο Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό, το 1939. Από τον Ιούλιο του 1939 άρχισε να αλληλογραφεί με τη 13χρονη τότε πριγκίπισσα Ελισάβετ, η οποία ήταν μακρινή ξαδέλφη του, την οποία είχε συναντήσει για πρώτη φορά το 1934. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε στο Βρετανικό Στόλο Μεσογείου και στο Βρετανικό Στόλο Ειρηνικού.
Μετά τον πόλεμο, ο Φίλιππος πήρε την απαιτούμενη άδεια από το Γεώργιο ΣΤ΄ προκειμένου να παντρευτεί την Ελισάβετ. Πριν από την επίσημη ανακοίνωση του αρραβώνα τους, εγκατέλειψε τους ελληνικούς και δανικούς βασιλικούς του τίτλους και έγινε Βρετανός υπήκοος, υιοθετώντας το επώνυμο Μαουντμπάττεν των παππούδων του από την πλευρά της μητέρας του. Μετά από ένα αρραβώνα πέντε μηνών, παντρεύτηκε την Ελισάβετ, στις 20 Νοεμβρίου 1947. Λίγο πριν από το γάμο, ο βασιλιάς του χορήγησε τον τίτλο Βασιλική Υψηλότητα και τον έχρισε Δούκα του Εδιμβούργου. Ο Φίλιππος αποστρατεύθηκε όταν η Ελισάβετ έγινε βασίλισσα το 1952, έχοντας προηγουμένως φθάσει μέχρι το βαθμό του αντιπλοιάρχου. Η σύζυγός του τον ονόμασε Πρίγκιπα του Ηνωμένου Βασιλείου το 1957.
Ο Φίλιππος απέκτησε τέσσερα παιδιά με την Ελισάβετ: τον Κάρολο, την Άννα, τον Ανδρέα και τον Εδουάρδο. Έχει οκτώ εγγόνια και δεκα δισέγγονα. Μέσω διατάγματος, το 1960, δόθηκε η δυνατότητα στους απογόνους του Φιλίππου και της Ελισάβετ που δεν έφεραν τίτλους να χρησιμοποιούν το επώνυμο Μαουντμπάττεν-Ουίνδσορ.
Ως μεγάλος υποστηρικτής των αθλημάτων, ο Φίλιππος βοήθησε στο να αναπτυχθεί η ιπποδρομία συνδυασμένης οδήγησης. Είναι προστάτης σε πάνω από 800 οργανώσεις και υπηρετεί ως πρόεδρος του προγράμματος «Βραβείο του Δούκα του Εδιμβούργου» για νέους ηλικίας 14 έως 24 ετών.
H ζωή στο θρόνο
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, η νύφη του, Μαργαρίτα, σχεδίαζε να παντρευτεί ένα διαζευγμένο και μεγαλύτερο από εκείνη άντρα, τον Πίτερ Τάουντσεντ, και ο τύπος κατηγόρησε τον Φίλιππο ως εχθρό του δεσμού αυτού. Εκείνος αρνήθηκε την ανάμιξή του, ενώ το ζευγάρι τελικώς χώρισε.
Το 1956 καθιέρωσε, μαζί με τον Κουρτ Χαν, το «Βραβείο του Δούκα του Εδιμβούργου», προκειμένου να δώσει στους νέους το αίσθημα της ευθύνης για τον εαυτό τους και τις κοινότητές τους. Την ίδια χρονιά ίδρυσε το Συνέδριο Μελέτης της Κοινοπολιτείας σχετικά με τις ανθρώπινες πτυχές των βιομηχανικών ζητημάτων. Τα έτη 1956-1957, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο με το πλοίο HMY Britannia και κήρυξε την έναρξη των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων της Μελβούρνης, ενώ επισκέφθηκε και την Ανταρκτική.
Εκείνη την περίοδο δημοσιεύματα στον τύπο ισχυρίστηκαν ότι η βασίλισσα και ο δούκας απομακρύνονταν ο ένας από τον άλλο, κάτι που εξόργισε το δούκα και λύπησε τη βασίλισσα, με αποτέλεσμα να εκδοθεί μια έντονα διατυπωμένη διάψευση.[49] Σε αντίθεση με τις φήμες κατά πέρασμα των χρόνων, η βασίλισσα και ο δούκας φαίνεται να διατηρούν μια ισχυρή σχέση καθ΄ όλη τη διάρκεια του γάμου τους, παρά τις προκλήσεις της βασιλείας της Ελισάβετ. Η βασίλισσα είχε αναφερθεί στον πρίγκιπα Φίλιππο με αφορμή το Διαμαντένιο Ιωβηλαίο το 2012 ως η «σταθερή δύναμή της και ο οδηγός» της.
Στις 22 Φεβρουαρίου 1957, η Ελισάβετ χορήγησε στο σύζυγό της τον τίτλο του πρίγκιπα του Ηνωμένου Βασιλείου, μέσω βασιλικού διατάγματος. Έτσι, από την ίδια ημερομηνία έγινε γνωστός ως «Αυτού Βασιλική Υψηλότητα ο Πρίγκιπας Φίλιππος, Δούκας του Εδιμβούργου».[53] Ο Φίλιππος διορίστηκε στο Ανακτοβούλιο του Καναδά, στις 14 Οκτωβρίου 1957, λαμβάνοντας τον προβλεπόμενο όρκο αφοσίωσης ενώπιον του βασίλισσας στην καναδική κατοικία της, το Ρίντο Χολ.
Το 1969, βρισκόμενος στον Καναδά, ο Φίλιππος μίλησε σχετικά με τις απόψεις του για τη δημοκρατία:
«Είναι ένα τελείως λανθασμένη αντίληψη να φανταστεί κανείς ότι η μοναρχία υφίσταται προς το συμφέρον του μονάρχη. Αυτό δεν ισχύει. Υπάρχει προς το συμφέρον του λαού. Εάν σε οποιαδήποτε στιγμή οποιοδήποτε έθνος αποφασίσει ότι το σύστημα αυτό δεν είναι αποδεκτό, τότε είναι στο χέρι τους να το αλλάξουν.»
Ο Φίλιππος είναι προστάτης σε περίπου 800 οργανώσεις, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε αυτές που αφορούν το περιβάλλον, τη βιομηχανία, τον αθλητισμό και την εκπαίδευση. Τα έτη 1961 ως 1982 υπηρέτησε ως επικεφαλής του βρετανικού τμήματος του Παγκόσμιου Ταμείου για τη Φύση, ενώ την περίοδο 1981 ως 1996 ήταν ο διεθνής πρόεδρος της οργάνωσης. Αποτελεί προστάτης του think tank Ίδρυμα Εργασίας και έχει υπάρξει πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ιππασίας την περίοδο 1964-1986, πρύτανης των πανεπιστημίων του Κέμπριτζ, Εδιμβούργου, Σάλφορντ και Ουαλίας.
Στις αρχές του 1981, ο Φίλιππος έγραψε μια επιστολή στον πρωτότοκο γιο του, Κάρολο, συμβουλεύοντάς τον είτε να προχωρήσει σε γάμο με την Νταϊάνα Σπένσερ είτε να διακόψει τη σχέση που είχε μαζί της. Ο Κάρολος αισθάνθηκε πιεσμένος από τον πατέρα του προκειμένου να λάβει μια απόφαση, κάτι που τελικώς έκανε, προτείνοντας την Νταϊάνα σε γάμο τον Φεβρουάριο.
Ο γάμος τους πραγματοποιήθηκε έξι μήνες αργότερα.
Το 1992, ο γάμος του πρίγκιπα και της πριγκίπισσας της Ουαλίας είχε βρεθεί σε αδιέξοδο. Η βασίλισσα και ο Φίλιππος παρέθεσαν μια συνάντηση ανάμεσα στον Κάρολο και την Νταϊάνα, προσπαθώντας να πετύχουν ένα συμβιβασμό, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Ο Φίλιππος έγραψε μια επιστολή στην Νταϊάνα, εκφράζοντας την απογοήτευσή του τόσο για το γιο του όσο και για την ίδια, ζητώντας της να εξετάσει τη συμπεριφορά της και του συζύγου της. Η Νταϊάνα εκτίμησε την πρόθεση του Φιλίππου προκειμένου να μην υπάρξει διαζύγιο, κάτι που ωστόσο ήταν αναπόφευκτο.
Η Νταϊάνα σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο Παρίσι, στις 31 Αυγούστου 1997. Την εποχή εκείνη, ο δούκας ήταν σε διακοπές στο Κάστρο Μπαλμόραλ με μέλη της βασιλικής οικογένειας.
Οι δύο γιοι της Νταϊάνα, Ουίλλιαμ και Χάρρυ, ήθελαν να μεταβούν στην εκκλησία κι έτσι οι παππούδες τους τους πήγαν εκείνο το πρωί.Για πέντε ημέρες, η βασίλισσα και ο δούκας προστάτευσαν τα εγγόνια τους από το έντονο ενδιαφέρον του τύπου, κρατώντας τα στο Μπαλμόραλ, όπου μπόρεσαν να θρηνήσουν ιδιωτικά το χαμό της μητέρας τους. Την ημέρα της κηδείας, ο Φίλιππος, ο Ουίλλιαμ, ο Χάρρυ, ο Κάρολος και ο αδελφός της Νταϊάνα, Τσαρλς Σπένσερ, περπάτησαν πίσω από τη πομπή που τη μετέφερε στους δρόμους του Λονδίνου.Κατά τα επόμενα χρόνια, ο Μοχάμεντ Φαγιέντ, του οποίου ο γιος Ντόντι Φαγιέντ σκοτώθηκε επίσης στο δυστύχημα, ισχυρίστηκε ότι ο πρίγκιπας Φίλιππος διέταξε το θάνατο της Νταϊάνα και ότι το ατύχημα ήταν στημένο. Ωστόσο, σύμφωνα με τις δικαστικές αρχές, αποφάνθηκε το 2008 ότι δεν υπήρχε απόδειξη μιας τέτοιας συνωμοσίας.
Ο Μπέρναρντ (Μπέρνι) Μέιντοφ, γιος ενός Πολωνού υδραυλικού, γεννήθηκε το 1938 στο Κουίνς της Νέας Υόρκης. Σε ηλικία μόλις 22 ετών, το 1960, ιδρύει την Bernard L. Madoff Investment Securities LLC, μια επενδυτική εταιρεία με πεδίο δραστηριοποίησης στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης.
Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’60 ο Μέιντοφ σκαρφίζεται μια εξαιρετική ιδέα: να χρησιμοποιεί ηλεκτρονικούς υπολογιστές για να παρουσιάζει σε πραγματικό χρόνο στους πελάτες του τις διακυμάνσεις των μετοχών και τις διαφορές που παρατηρούνται ανάμεσα στην ονομαστική και την πραγματική τιμή πώλησης μιας μετοχής.
Ωστόσο, το πότε άρχισε να χτίζει την παράνομη «πυραμίδα» του παραμένει άγνωστο. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90. Άλλοι εντοπίζουν παρατυπίες ήδη από τα μέσα του ’70. Και όλοι αναρωτιούνται πώς οι ελεγκτές του αμερικανικού Δημοσίου δεν είχαν αντιληφθεί τίποτα τόσα χρόνια.
Για να δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι τα λεφτά επενδύονται σε όλον τον πλανήτη, ο Μέιντοφ είχε στήσει ένα δαιδαλώδες δίκτυο από επιχειρήσεις–«βιτρίνα» που αναλάμβαναν να ξεπλύνουν τα κέρδη.
Με απλά λόγια, ο Μέιντοφ έβρισκε νέους πελάτες-θύματα και τα χρήματα που «επένδυαν» τα έδινε στους παλιούς πελάτες, ως απόδοση κεφαλαίων. Και η «πυραμίδα» όλο και μεγάλωνε…
Σε αντίθεση όμως με άλλα σχήματα «πυραμίδας», που πρόσφεραν μεγάλες αποδόσεις, ο Μέιντοφ, για να μην προκαλεί υποψίες, έδινα ένα 10%-12%.
16/4/2021 Η Βρετανίδα ηθοποιός Χέλεν ΜακΚρόρι, που ήταν γνωστή για τους ρόλους της στις ταινίες του Χάρι Πότερ, την ταινία του Τζέιμς Μποντ Skyfall και την τηλεοπτική σειρά Peaky Blinders, πέθανε σε ηλικία 52 ετών έπειτα από μια «ηρωική μάχη» με τον καρκίνο
Η ΜαΚρόρι, η οποία υποδύθηκε επίσης την σύζυγο του πρώην πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, Σέρι, στην ταινία “The Queen” και τιμήθηκε με σειρά βραβείων για το έργο της επί σκηνής και στην τηλεόραση, είχε αποκτήσει δύο παιδιά με τον πρωταγωνιστή του Homeland, με τον οποίο είχαν παντρευτεί το 2007.
Η φλογερή κοκκινομάλλα που είχε πρωταγωνιστήσει σε κάποιες από τις πρώτες ταινίες του Ρας Μέγιερ και παρέμενε στην «ενεργό δράση» κάνοντας σόου μέχρι τα 80 της, πέθανε σε ηλικία 93 ετών.
Η Στορμ παντρεύτηκε τρεις φορές, είχε έναν σύντομο ερωτικό δεσμό με τον Έλβις Πρίσλεϊ, ενώ η ίδια ισχυριζόταν ότι είχε μοιραστεί και το κρεβάτι του JFK!
Σύμφωνα με το The Las Vegas Review Journal, η Στορμ δούλευε ως σερβιτόρα σε μπαρ όταν το εντυπωσιακό κορμί της τράβηξε την προσοχή της Λίλιαν Χαντ, μιας γυναίκας που εργαζόταν ως υπεύθυνη σκηνής σε αυτού του είδους τις παραστάσεις. Σύντομα, η νεαρή γυναίκα εξελίχθηκε στην πιο υψηλά αμοιβόμενη εξωτική χορεύτρια στη χώρα. «Δεν ήθελα να σβήσει σύντομα το άστρο μου. Ήθελα να γίνω μεγάλη σταρ, να γίνω η καλύτερη», είπε στην Daily Mail το 2014 η ίδια.
Από μικρός ασχολήθηκε με τον κόσμο του θεάτρου και του κινηματογράφου. Είναι χαρακτηριστικό ότι έκανε το ντεμπούτο του σε ηλικία 16 ετών κι έπαιξε κυρίως σε μεταγλωττισμένες σειρές και ταινίες. Εχει δανείσει τη φωνή του σε δεκάδες ήρωες ταινιών και σήριαλ και είναι η γερμανική φωνή πολλών ηρώων της Disney. Ανάμεσα τους ήταν το «Lion King» και «Η ωραία και το Τέρας».
Στο ελληνικό κοινό έγινε γνωστός και αγαπήθηκε ιδιαίτερα από την επιτυχημένη ελληνική ταινία του 1967, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σκανελάκη και μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου. Η «Επιχείρησις Απόλλων» προβλήθηκε σε Αγγλία, Γαλλία και ΗΠΑ, με τον Φριτς να αναπτύσσει στενές σχέσεις φιλίας με την Έλενα Ναθαναήλ.
Ο Μάικλ Κόλινς ήταν τα τελευταία χρόνια ο πιο δραστήριος από τους βετεράνους των αποστολών «Απόλλων» και ο πιο ποιητικός, όταν αναφερόταν στις αναμνήσεις του από τη Σελήνη. «Όταν φεύγαμε και την είδαμε, ωωω, τι επιβλητική σφαίρα», είπε χαρακτηριστικά το 2019.
«Ο ήλιος βρισκόταν πίσω της και φωτιζόταν από έναν χρυσό κύκλο που έκανε τους κρατήρες της πραγματικά αλλόκοτους, λόγω της αντίθεσης μεταξύ του λευκότερου λευκού και του κατάμαυρου μαύρου. Όσο φαντασμαγορική και εντυπωσιακή κι αν ήταν, δεν συγκρινόταν με αυτό που βλέπαμε από το άλλο φινιστρίνι. Εκεί κάτω βρισκόταν αυτή η μικρή κουκκίδα, σε μέγεθος αντίχειρα, ένα μαγευτικό πραγματάκι φωλιασμένο στο μαύρο βελούδο του σύμπαντος. Είπα στο κέντρο ελέγχου: Χιούστον, βλέπω τον κόσμο στο φινιστρίνι μου».
Ο Μάικλ Κόλινς γεννήθηκε το 1930 στη Ρώμη, όπου υπηρετούσε ο διπλωμάτης πατέρας του. Σπούδασε στη στρατιωτική ακαδημία του Γουέστ Πόιντ, έγινε πιλότος μαχητικού και κατόπιν πιλότος δοκιμών του αμερικανικού στρατού. Το 1963 εντάχθηκε στη NASA και πέταξε πολλές φορές στο διάστημα, με τις αποστολές Gemini. Τρία χρόνια αργότερα επιλέχθηκε να συμμετάσχει στην πρώτη επανδρωμένη αποστολή στη Σελήνη.
Αν και ήταν το μοναδικό μέλος της αποστολής του «Απόλλων 11» που δεν πάτησε στο φεγγάρι, έλεγε πάντα ότι δεν αισθανόταν καμία πίκρα.
Υποστήριζε μάλιστα ότι ήταν «πολύ ευτυχής που έμεινε ολομόναχος» στο διάστημα για 32 ώρες και σχολίαζε, με κάποια δόση χιούμορ, ότι «ήταν ένας από τους ελάχιστους Αμερικανούς που δεν παρακολούθησε την προσσελήνωση, αφού δεν είχε τηλεόραση στο διαστημόπλοιο».
Ακολουθώντας το παράδειγμα των Όλντριν και Άρμστρονγκ, ο Κόλινς αποχώρησε πολύ γρήγορα από τη NASA μετά τη θριαμβευτική επιστροφή τους στη Γη. Διορίστηκε αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για τις δημόσιες σχέσεις από τον πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον και κατόπιν ανέλαβε υπεύθυνος της οικοδόμησης του Μουσείου Αεροπορίας της Ουάσινγκτον, για να γίνει τελικά πρόεδρός του (1971-1978). Έγραψε επίσης πολλά βιβλία σχετικά με τις διαστημικές περιπέτειές του.
28/4/2021: «Έφυγε» από τη ζωή, σε ηλικία 65 ετών, ο Ισπανός ηθοποιός Χουάν Χόγια Μπόρχα, που έγινε γνωστός με το χαρακτηριστικό γέλιο του.
Τον Σεπτέμβριο του 2020, ο κωμικός υποβλήθηκε χειρουργική επέμβαση ακρωτηριασμού του ενός ποδιού του λόγω επιπλοκών στα αγγεία και πέρασε τους τελευταίους μήνες της ζωής του στο νοσοκομείο
Κέρδισε ευρεία δημοτικότητα το 2014 χάρη σε μια σειρά απο memes και βίντεο στο διαδίκτυο που βασίζονται σε μια τηλεοπτική συνέντευξη που έκανε από τον Ιούνιο του 2007 στην εκπομπή του Jesús Quintero, Ratones Coloraos, σχετικά με την αποτυχημένη εμπειρία του ως βοηθός κουζίνας.
Στο κλιπ, που ανέβηκε στο YouTube της εκπομπής το 2007, ο Borja διηγήθηκε στον οικοδεσπότη πώς άφησε κάποτε 20 πιάτα παέγιας στη θάλασσα για μια νύχτα για να καθαριστούν. Το επόμενο πρωί που επέστρεψε διαπίστωσε ότι η παλίρροια τα είχε “εξαφανίσει” όλα εκτός από ένα. Τόσο ο ίδιος όσο και ο οικοδεσπότης της εκπομπής ξέσπασαν σε ανεξέλεγκτο γέλιο – ενώ το χαρακτηριστικό χαμόγελο του Borja, ο οποίος δεν είχε σχεδόν καθόλου δόντια, έκλεβε την παράσταση.
Το video μέσα σε λίγα χρόνια έγινε Viral και πολλοί χρήστες του YouTube ενσωμάτωναν υπότιτλους εξηγώντας την ιστορία ανάλογα με την περίσταση και την επικαιρότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η παρωδία για την καραντίνα στην Ελλάδα.
Ο Τζο Λάρα έγινε διάσημος όταν ενσάρκωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην τηλεοπτική σειρά «Tarzan: The Epic Adventures» από το 1996 ως το 1997. Τα τελευταία χρόνια, είχε αφοσιωθεί στη μουσική κάντρι.
Η σύζυγός του, η Γκουέν Σάμπλιν Λάρα, που επέβαινε επίσης στο αεροσκάφος, ήταν επικεφαλής μιας χριστιανικής ομάδας που βοηθούσε τους πιστούς της να χάσουν βάρος, της Weigh Down Ministries.
Η ταχεία ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν έδωσε στον Ράμσφελντ ένα ισχυρό ανάστημα στην κυβέρνηση Μπους, αλλά η φήμη του αμαυρώθηκε από τη στασιμότητα του αμερικανικού στρατού στο Ιράκ και από την αποκάλυψη του σκανδάλου του Αμπού Γκράιμπ τον Απρίλιο του 2004.
Φωτογραφίες Ιρακινών κρατουμένων που βασανίζονταν και εξευτελίζονταν από Αμερικανούς στρατιώτες μέσα στη φυλακή του Αμπού Γκράιμπ προκάλεσαν παγκόσμια οργή.
Πολλοί ιστορικοί και στρατιωτικοί ειδικοί κατηγόρησαν τον Ράμσφελντ για αποφάσεις του που οδήγησαν στο χάος που επικράτησε στο Ιράκ μετά την αμερικανική εισβολή.
Ο Ράμσφελντ εξουσιοδότησε προσωπικά ο ίδιος σκληρές τεχνικές ανάκρισης για κρατούμενους. Η αμερικανική μεταχείριση κρατουμένων στο Ιράκ και υπόπτων ξένης τρομοκρατίας στη φυλακή στην ναυτική βάση των ΗΠΑ, Γκουαντάναμο, που δημιούργησε ο ίδιος, προκάλεσε διεθνή καταδίκη, με υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και άλλους να τονίζουν ότι οι κρατούμενοι βασανίστηκαν.
Ο Ντόναλντ Ράμσφελντ ηγήθηκε του Πενταγώνου από το 1975 έως το 1977 και στη συνέχεια από το 2001 έως το 2006. Στην πρώτη του θητεία έγινε ο νεότερος σε ηλικία υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ και με την επιστροφή του στο πόστο αυτό το 2001 ο γηραιότερος που ηγήθηκε του αμερικανικού Πενταγώνου.
5/7/2021 Εφυγε από τη ζωή σε ηλικία 78 ετών, η ιταλίδα τηλεπαρουσιάστρια και τραγουδίστρια Ραφαέλα Καρά, μια από τις πιο λαμπρές σόου γούμαν στην Ιταλία, ιδιαίτερα αγαπητή και στην Ελλάδα.
Ο Γερμανός επιθετικός έγραψε ιστορία με την Μπάγερν Μονάχου σε συλλογικό επίπεδο, καθώς και με την Εθνική της (Δυτικής) Γερμανίας. Όπως είναι φυσικό τα social media, έχουν γεμίσει με μηνύματα με τον χαμό του. Τα κορυφαία ποδοσφαιρικά σάιτ σε όλο τον κόσμο θυμίζουν το ποδοσφαιρικό μεγαλείο του.
Ο Γκερντ Μίλερ γεννήθηκε στο Νέρντλιγκεν το 1945. Αγωνίστηκε στην ομάδα της ιδιαίτερης πατρίδας του το 1963/64, ενώ στη συνέχεια μετακινήθηκε στην Μπάγερν Μονάχου. Εκεί απογειώθηκε και απογείωσε την ίδια τη βαυαρική ομάδα. Στο τέλος της καριέρας του αγωνίστηκε για δύο χρόνια στις ΗΠΑ, από το 1979 έως το 1981, στους Φορτ Λοντερντέιλ Στράικερς.
Με την Εθνική Γερμανίας αγωνίστηκε 62 φορές και πέτυχε 68 γκολ. Ανάμεσα σε άλλα, πανηγύρισε την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1974 και του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος το 1972.
Επίσης, κατέκτησε 4 φορές την Bundesliga, 4 φορές το Κύπελλο Γερμανίας, 3 φορές το Κύπελλο Πρωταθλητριών με την τρομερή Μπάγερν των αρχών της δεκαετίας του ’70, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων.
Το 1970 ήταν αυτός που βραβεύτηκε με τη «Χρυσή Μπάλα», ενώ ήταν και πρώτος σκόρερ στο Μουντιάλ του Μεξικού. Το 1972 πήρε το «Χρυσό Παπούτσι» στο Euro του 1972.
Ο Brian Travers ίδρυσε τους UB40 το 1978, μαζί με τα αδέλφια Robin και Ali Campbell και μια παρέα μουσικών που φοιτούσαν σε διάφορα σχολεία του Μπέρμιγχαμ. Το όνομα τους ήταν ένα είδος αρκτικόλεξου από το όνομα του εγγράφου με το οποίο οι άνεργοι αιτούνταν επιδόματος (Unemployment Benefit Form 40). Κατά την διάρκεια της πολυετούς διαδρομής του το συγκρότημα πούλησε περισσότερα από 100 εκατ. άλμπουμ σε ολόκληρο τον κόσμο ενώ δεκάδες τραγούδια τους, όπως τα «Red Red Wine», «Can't Help Falling in Love», «I Got You Babe», «Promises and Lies», έγιναν μεγάλες επιτυχίες καθιερώνοντάς τους ως ένα από τα δημοφιλέστερα βρετανικά γκρουπ όλων των εποχών.
Ο Τσάρλι Γουότς ήταν μέλος του θρυλικού συγκροτήματος από το 1963. Μαζί με τον Μίκ Τζάγκερ και τον Κιθ Ρίτσαρντς συμμετείχε σε όλα τα αλμπουμ του συγκροτήματος. Ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως γραφίστας πριν ξεκινήσει να παίζει ντραμς στις παμπς του Λονδίνου σε μία από τις οποίες γνώρισε τον Μικ Τζάγκερ. Μια συνάντηση που αποδείχτηκε κάτι παραπάνω από κομβική για τη ζωή του. Στους κόλπους του συγκροτήματος εισήλθε τον Ιανουάριο του 1963, σχεδιάζοντας παράλληλα τα εξώφυλλα των δίσκων τους και τις αφίσες των συναυλιών τους. Λίγους μήνες νωρίτερα είχε αρνηθεί την πρότασή τους να γίνει ο βασικός ντράμερ τους καθώς θεωρούσε ότι του πρόσφεραν τη θέση χαριστικά. Πολύ σύντομα όμως ενσωματώθηκε στη θρυλική μουσική παρέα αποτελώντας ένα βασικό και αναντικατάστατο κομμάτι της αλυσίδας της, εκείνο που έφερνε την ισορροπία, καθώς ήταν η ήρεμη δύναμή τους. Όπως ακουγόταν, μάλιστα, ήταν εκείνος που έσωσε το συγκρότημα από την διάλυση, στις αρχές της δεκαετίας του ΄80, όταν Τζάγγκερ και Ρίτσαρντς διαφωνούσαν έντονα για την μουσική κατεύθυνση που θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια Ο χαρακτήρας του, ο τρόπος ζωής και οι επιλογές του δεν είχαν, βλέπετε, καμία σχέση με αυτά του διαχρονικά ασυγκράτητου Τζάγκερ και του επίσης επιρρεπή σε κάθε λογής κραιπάλες Κιθ Ρίτσαρντς που αποτελούσαν την προσωποποίηση του συνθήματος «Sex, Drugs and Rock n’ Roll|». Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας που άλλαζαν τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα εκείνος έμεινε επί δεκαετίες στο πλευρό της αγαπημένης του συζύγου Shirley Anne Shepherd, με την οποία παντρεύτηκε το 1964. Όπως ο ίδιος είχε εξομολογηθεί ήταν απολύτως φυσιολογικό για εκείνον να ζει με την ίδια γυναίκα ακόμη και τις εποχές οι Rolling Stones ήταν στις μεγάλες δόξες τους και εκατομμύρια κορίτσια τούς αποθέωναν. «Ποτέ δεν ταίριαξα με το στερεότυπο του ροκ σταρ» θα παραδεχτεί ο ίδιος χρόνια αργότερα επιλέγοντας να φοράει κομψά κοστούμια όταν οι υπόλοιποι επέμεναν στα στενά μαύρα τζιν και τα δερμάτινα μπουφάν.
29/8/2021: Σε ηλικία 79 ετών έφυγε από τη ζωή ο πρώην πρόεδρος της ΔΟΕ, Ζακ Ρογκ
Ο Βέλγος γιατρός (ορθοπεδικός) ήταν ο όγδοος πρόεδρος της ΔΟΕ αναλαμβάνοντας καθήκοντα το 2001 και έμεινε στον προεδρικό θώκο μέχρι το 2013. Επί της προεδρίας Ρογκ στην ΔΟΕ έγιναν και οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας το 2004.
Ο Ζακ Ρογκ υπήρξε αθλητής του ράγκμπι και της κωπηλασίας και μάλιστα είχε λάβει μέρος σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Συγκεκριμένα το 1968, το 1972 και το 1976.
Ο Κόνσταντιν γεννήθηκε στο Ρίντινγκ το 1927, γιος Ελλήνων μεταναστών, και ο πατέρας του ήταν εργάτης σε χαλυβουργείο. Το 1946 αποφοίτησε από το γυμνάσιο και στη συνέχεια μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, και έπειτα στην Καλιφόρνια, για να κυνηγήσει μια καριέρα στην υποκριτική. Όπου κι αν ζούσε όμως, φρόντιζε πάντα να κρατάει επαφή με τις ρίζες του και με την πόλη όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Ο Κόνσταντιν ξεκίνησε την καριέρα του στην υποκριτική από τις θεατρικές σκηνές της Νέας Υόρκης, παίζοντας αρχικά μικρούς ρόλους εντός και εκτός Μπρόντγουεϊ. Το 1959 εμφανίστηκε στην πρώτη του ταινία με τίτλο The Last Mile και πρωταγωνιστή του Μίκι Ρούνεϊ. Έπαιξε επίσης έναν μικρό αλλά αξιομνημόνευτο ρόλο στο The Hustler με τον Πολ Νιούμαν και την Τζάκι Γκλίσον, υποδυόμενος τον «Μπιγκ Τζον».
Τη δεκαετία του '60 εμφανίστηκε ως γκεστ σταρ σε πολλές τηλεοπτικές δουλειές, πριν από την πρώτη του σημαντική επιτυχία το 1969, όταν έπαιξε τον ρόλο του «Διευθυντή Σίμουρ Κάουφμαν» στη δημοφιλή τηλεοπτική σειρά Room 222. Ήταν το πρώτο πρότζεκτ του τηλεοπτικού θρύλου Λ. Μπρουκς και η πλοκή του αφορούσε έναν μαύρο δάσκαλο που προσπαθούσε να διδάξει τους μαθητές του να έχουν ανοιχτό μυαλό.
H σειρά κράτησε πέντε σεζόν, από το 1969 μέχρι το 1974, και όλο αυτό το διάστημα ο Κόνσταντιν έκανε γκεστ εμφανίσεις σε πολλές πετυχημένες σειρές της εποχής, όπως τα Mission: Impossible, Kojak και Love American Style.
Τις δεκαετίες του '70 και του '80 συμμετείχε σε πολλές ακόμη σειρές και έπαιζε μικρούς κυρίως κινηματογραφικούς ρόλους, στους οποίους ωστόσο φρόντιζε πάντα να δώσει το «στίγμα» του. Τη δεκαετία του '90 οι ρόλοι του στις ταινίες Deadfall, The Juror και Thinner άρχισαν να κάνουν πιο γνωστό το όνομά του, ωστόσο η μεγάλη του επιτυχία έμελλε να έρθει το 2002 με το Big Fat Greek Wedding, μία από τις πιο επιτυχημένες indie ταινίες όλων των εποχών.
Γεννημένος στις 9 Απριλίου 1933 στο Νεϊγί-συρ-Σεν, βορειοδυτικά του Παρισιού και μεγαλωμένος σε καλλιτεχνική οικογένεια ασχολήθηκε αρχικά με την πυγμαχία διαγράφοντας μάλιστα μια πολύ καλή πορεία στα ρινγκ τα οποία ωστόσο εγκατέλειψε νωρίς. Στη συνέχεια φοίτησε στην Εθνική Σχολή Δραματικής Τέχνης του Παρισιού απ' όπου αποφοίτησε το 1956. Ξεκίνησε αμέσως την επαγγελματική του διαδρομή στο σινεμά παίζοντας διάφορους μικρούς ρόλους.
Ο πρώτος του πρωταγωνιστικός ρόλος ήρθε το 1958 με το Les copains du Dimanche και μετά από διάφορες συνεργασίες, όπως με τον σκηνοθέτη Μαρκ Αλεγκρέ στο Έγκλημα στην Place Pigalle (Sois belle et tais-toi, 1958) και το Τελευταίο Ραντεβού (Un drôle de Dimanche, 1958), τον Μαρσέλ Καρνέ στους Ζαβολιάρηδες (Les tricheurs, 1958), αλλά και τον ρόλο του ως Ντ' Αρτανιάν στην τηλεοπτική ταινία Οι 3 σωματοφύλακες, ήρθε ο ρόλος που θα έκανε το όνομά του γνωστό σε μία ταινία που εκπροσωπούσε το «Νέο κύμα».
Εξαιρετικά σημαντική ήταν η συνεργασία με τον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, Μαζί έκαναν, το 1960, το πασίγνωστο Με κομμένη την ανάσα (À bout de soufflé), όπου ο Μπελμοντό πρωταγωνιστεί ως κακοποιός που προσπαθεί να ξεφύγει από την αστυνομία και βρίσκει καταφύγιο σε μία εφήμερη ερωτική σχέση με μία Αμερικανίδα. Την ίδια χρονιά έπαιξε στο φιλμ του Βιττόριο ντε Σίκα Η Ατιμασμένη (La ciociara, 1960), η οποία επέκτεινε τη φήμη του σε παγκόσμιο βεληνεκές.Ακολούθησε, το 1961, το Η Κυρία θέλει έρωτα (Une femme est une femme) και την ίδια χρονιά ο Εφημέριος (Léon Morin, Prêtre) του Ζαν Πιερ Μελβίλ.
Την επόμενη χρονιά ξανασυνεργάστηκε με τον Μελβίλ όταν υποδύθηκε τον Σιλιάν, έναν πληροφοριοδότη της αστυνομίας, στην ταινία Ο Χαφιές (Le Doulos), ένα διαμάντι του σινεμά που κατατάχθηκε από το περιοδικό Empire στις 500 καλύτερες όλων των εποχών. Την ίδια χρονιά βρέθηκε στο πλευρό της Κλαούντια Καρντινάλε στη θρυλική κομεντί του Φιλίπ Ντε Μπροκά Καρτούς (Cartouche).
Το 1963 έπαιξε στο Καυτό πεζοδρόμιο (Peau de banane) με τη Ζαν Μορώ και λίγο αργότερα βρέθηκε και πάλι στα χέρια του Μελβίλ για την ταινία Ο μεγάλος τυχοδιώκτης (L' aîné des Ferchaux, 1963), όπου υποδύθηκε έναν νεαρό μποξέρ σε ρόλο σωματοφύλακα.
Belmondo_cigarette
Με την κομεντί Άνθρωπος από το Ρίο (L'Homme de Rio, 1964), του Φιλίπ ντε Μπροκά, έκανε μια επιτυχημένη στροφή προς το εμπορικό σινεμά το οποίο τροφοδότησε με δεκάδες ταινίες κάθε είδους και στυλ. Από γκανγκστερικές ταινίες και μαύρες κωμωδίες μέχρι ανάλαφρες κομεντί, θρίλερ.
Το 1970 συναντήθηκεμε τον Αλέν Ντελόν στο γκανγκστερικό Μπορσαλίνο (Borsalino) του Ζακ Ντερέ ενώ το 1971 βρέθηκε στην Ελλάδα μαζί με τον Ομάρ Σαρίφ για τα γυρίσματα της ταινίας Οι διαρρήκτες (Le casse, 1971) του Ανρί Βερνέιγ[10]. Το 1972 έπαιξε στη μαύρη κωμωδία Απίθανος, σατανικός και... ωραίος (Docteur Popaul) του Κλοντ Σαμπρόλ, έχοντας στο πλευρό του τη Μία Φάροου και τη Λάουρα Αντονέλι και το 1974 στη δραματική ταινία Stavisky… του Αλέν Ρενέ, μία από τις πιο αντι-εμπορικές δουλειές της καριέρας του υποδυόμενος τον μεγαλοαπατεώνα επιχειρηματία Αλεξάντρ Σταβίσκι.
Εθισμένος όμως πλέον στην επιτυχία συνέχισε με τις εμπορικές ταινίες Ένας αξιολάτρευτος παλιάνθρωπος (L’ incorrigible, 1975) του Μπροκά, τα θρίλερ Τρόμος πάνω απ' την πόλη (Peur sur la ville, 1975) και Εν ονόματι της βίας (L’ Alpagueur, 1976), την κομεντί Μπάτσος ή αλήτης (Flic ou Voyou), του σκηνοθέτη Ζορζ Λοτνέρ,με τον οποίο έκανε στη συνέχεια και άλλες ταινίες όπως οι Ο μάγκας με τα 1000 πρόσωπα (Le Guignolo, 1979), Ο επαγγελματίας (Le Professionnel, 1981), Ο πολυγαμικός (Joyeuses Pâques, 1984) και L'inconnu dans la
Το εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη το 2001 επηρέασε την ομιλία του. Παρόλα αυτά επέστρεψε πανηγυρικά, έπειτα από επτά χρόνια,λ με τον Άνθρωπο και τον σκύλο του (Un homme et son chien, 2008), ερμηνεύοντας έναν άστεγο ηλικιωμένο που περιπλανιέται στο Παρίσι με τον σκύλο του.
Το 2011 τιμήθηκε στις Κάννες με ειδικό Χρυσό Φοίνικα για τη συνολική προσφορά του στην έβδομη τέχνη, βραβείο το οποίο ο ίδιος χαρακτήρισε, φανερά συγκινημένος, ως «δώρο θεού» καθώς ήταν λίγες μέχρι τότε οι φορές που είχε τιμηθεί.
Ο «άσχημος γόης», όπως συνήθιζαν να τον αποκαλούν, του γαλλικού σινεμά, είχε πολύ μεγάλη επιτυχία στις γυναίκες. Δεν είναι τυχαίο ότι ανάμεσα στις διάσημες κατακτήσεις του βρίσκονταν η Ούρσουλα Άντρες και η Λάουρα Αντονέλι. Παντρεύτηκε δύο φορές, την πρώτη με την Ελοντί Κονστάν, αποκτώνταςτρία παιδιά και τη δεύτερη με την ηθοποιό Ναταλί Ταρντιβέλ με την οποία απέκτησε ένα ακόμη παιδί για να χωρίσουν αργότερα, το 2008.
22/9/2021 Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 57 ετών ο διάσημος Αμερικανός ηθοποιός, Γουίλι Γκάρσον. Είχε γίνει ευρέως γνωστός από τους ρόλους του στο White Collar, το Mozzie και φυσικά το Sex and the City όπου υποδυόταν τον Στάνφορντ Μπλατς.
Η πρώτη του ταινία ήταν το «My Night With Reg» το 1997 και η επόμενη του το «Μια Βραδιά στο Νότινγκ Χιλ» με τους Χιου Γκράντ και Τζούλια Ρόμπερτς που τον έκανε διάσημο. Ακολούθησαν το «Changing Lanes» το 2002 με τους Μπεν Αφλεκ και τον Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, το «Venus» του 2006 που χάρισε την τελευταία υποψηφιότητα για Οσκαρ στον Πίτερ Ο' Τουλ, το «Morning Glory» του 2010 με τον Χάρισον Φορν και την Ντάιαν Κίτον και Ρέιτσελ ΜακΑνταμς, το «Hyde Park on Hudson» του 2012 με τον Μπιλ Μάρεϊ.
Το 2014 ο Ρότζερ Μισέλ κέρδισε BAFTA για τη μίνι σειρά «The Lost Honour of Christopher Jefferies» του 2014 και για τηλεταινία για το «Persuasion» το 1995.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου