— Ανδρέας Πετρουλάκης (@anpetroulakis) January 31, 2025
Του Κώστα Στούπα
Η τραγωδία των Τεμπών αποκάλυψε για μια ακόμη φορά τη φαρσοκωμωδία των εξεταστικών και προανακριτικών επιτροπών της Βουλής, όπου η αναζήτηση και απόδοση του δικαίου συμβαδίζει με τα κελεύσματα και τις επιδιώξεις της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Ερωτηθείς σχετικά ο πρωθυπουργός την περασμένη εβδομάδα στη συνέντευξή του στο τηλεοπτικό κανάλι Άλφα για την εξεταστική για το δυστύχημα των Τεμπών, είπε ότι "δεν ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής".
Ο κ. Μητσοτάκης γνωστοποίησε ότι θα συμφωνήσει σε Προανακριτική Επιτροπή στη Βουλή, "υπό την προϋπόθεση ότι ο εισαγγελέας κρίνει ότι υπάρχει ενδεχόμενη εμπλοκή που θα οδηγήσει την υπόθεση στη Βουλή".
Ξεκαθάρισε ότι αν υπάρχει αναφορά σε πολιτικό πρόσωπο, η κυβερνητική πλειοψηφία δεν θα σταθεί εμπόδιο για την περαιτέρω διερεύνηση.
Η ιστορία αφορά τον περίφημο νόμο περί ευθύνης υπουργών όπου η πολιτική ηγεσία του τόπου εξαιρείται των υποχρεώσεων έναντι της δικαιοσύνης. Όταν προκύπτει ζήτημα παράβασης του νόμου από κάποιο πολιτικό πρόσωπο είτε της κυβέρνησης είτε της αντιπολίτευσης οι εισαγγελείς παραπέμπουν την υπόθεση στη Βουλή, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία και είθισται κάθε πλευρά να βγάζει και να δημοσιεύει το δικό της πόρισμα.
Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, γνωστός και ως Νόμος 3126/2003, αφορά την ποινική ευθύνη των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου για αδικήματα που διαπράττουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Βασίζεται στο άρθρο 86 του Συντάγματος και προβλέπει ότι μόνο η Βουλή έχει το δικαίωμα να ασκεί διώξεις για ποινικά αδικήματα μελών της Κυβέρνησης.
Η διαδικασία περιλαμβάνει την υποβολή πρότασης άσκησης δίωξης από τουλάχιστον 30 βουλευτές, τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής και, αν χρειαστεί, τη σύσταση Ειδικού Δικαστηρίου. Ο νόμος αυτός έχει αναθεωρηθεί το 2019, περιορίζοντας τις προνομιακές ρυθμίσεις για την ποινική ευθύνη των υπουργών.
Μέχρι σήμερα όποτε έχει γίνει χρήση του νόμου αυτού είχε σαν αποτέλεσμα τη γελοιοποίηση της έννοιας της δικαιοσύνης και την αύξηση της έλλειψης εμπιστοσύνης της κοινωνίας απέναντι στο πολιτικό σύστημα και τη δικαιοσύνη.
Μια άλλη μεταρρύθμιση που χρειάζεται προκειμένου να αποκατασταθεί το κύρος των θεσμών είναι απεξάρτηση της ηγεσίας της δικαιοσύνης από την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία.
Σήμερα οι ανώτατοι δικαστές, όπως ο Πρόεδρος και οι Αντιπρόεδροι του Αρείου Πάγου, του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, επιλέγονται από το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης.
Η διαδικασία βέβαια περιλαμβάνει την αξιολόγηση των υποψηφίων από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο και την τελική απόφαση λαμβάνει το Υπουργικό Συμβούλιο.
Η επιλογή της ηγεσίας της δικαιοσύνης από την εκάστοτε κυβέρνηση αφήνει περιθώρια για πολλά παρατράγουδα. Όλοι θυμόμαστε την περίπτωση της Βασιλικής Θάνου, η οποία μετά τη συνταξιοδότησή της, ανέλαβε καθήκοντα ως επικεφαλής του νομικού γραφείου του Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα.
Αυτά δεν συμβαίνουν ούτε σε τριτοκοσμικές δικτατορίες.
Η Ελλάδα πρέπει…
να κινηθεί προς την κατεύθυνση της κατάργησης της εξαίρεσης των πολιτικών από τη δικαιοσύνη και κυρίως της διασφάλισης της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης από την εκάστοτε εκτελεστική εξουσία.
Οι ηγεσίες των τριών ανώτατων δικαστηρίων θα πρέπει να εκλέγονται από την ίδια τη δικαιοσύνη.
Αυτό θα ήταν μια μεταρρύθμιση που θα αναβαθμίσει το κύρος της χώρας...

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου