2η ΦΟΡΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ...
— lifestalin.com (@lifestalin_com) February 7, 2025
Τα τρένα φέρνουν και συντρίμμια!#τσιπρας #συριζα #Τεμπη_Δικαίωση pic.twitter.com/b1oqYSKC3S
Οι σταθμάρχες των Τεμπών #τεμπη_έγκλημα #τεμπη_έγκλημα #Τεμπη #Τεμπη_συγκάλυψη #Τεμπη_δικαιωση #ΝΔ_ξεφτιλες #ΝΔ_ΣΥΜΜΟΡΙΑ #νδ #Τέμπη_εγκλημα pic.twitter.com/iokPD28mAA
— Zoro (@Zoro79849701) January 25, 2025
Σε πρόσφατη ομιλία του ο πρώην πρωθυπουργός κ. Τσίπρας υπαινίχθηκε ότι αν πριν από τις εκλογές του 2023 ήταν «γνωστά» όσα είναι σήμερα για τα Τέμπη, το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό. Συνέδεσε δε την εκτίμησή του με τους χειρισμούς της κυβέρνησης προκειμένου το τραγικό δυστύχημα να μην αποτελέσει επίκεντρο εκείνης της εκλογικής αναμέτρησης.
Δεδομένου βέβαια ότι η δικαστική έρευνα είναι σε εξέλιξη, δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί κάτι ως «γνωστό». Μέχρι να υπάρξουν τα τελικά πορίσματα της Δικαιοσύνης θα πρέπει όλοι να είναι συγκρατημένοι στις εκτιμήσεις τους. Πράγμα δύσκολο βέβαια, καθώς, όπως είχε πει ο Νίτσε: «Ο μεγαλύτερος εχθρός της αλήθειας δεν είναι το ψέμα αλλά οι πεποιθήσεις».
Η αναφορά ωστόσο του πρώην πρωθυπουργού –που αποτέλεσε αφορμή πολλών συζητήσεων– εμπεριέχει μια εσφαλμένη αλλά και μια σωστή διάσταση.
Η εσφαλμένη σχετίζεται με τον υπαινιγμό ότι το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι διαφορετικό.
Αυτό δεν ισχύει.
Οι λόγοι που η Ν.Δ. κέρδισε τις εκλογές του 2023 ήταν πολύ συγκεκριμένοι. Είχε διαβάσει σωστά το κλίμα της εποχής και το αίτημα για πολιτική σταθερότητα. Εφάρμοσε πιστά μια συγκεκριμένη στρατηγική («τριγωνοποίηση») που διεύρυνε την απήχησή της. Κεφαλαιοποίησε την πολιτική της σε τομείς διακυβέρνησης που σημαντικό τμήμα της κοινής γνώμης αναγνώριζε ότι είχαν γίνει βήματα (διαχείριση κρίσεων, ανεργία, επενδύσεις, ψηφιοποίηση του κράτους, στρατιωτική και διπλωματική ενδυνάμωση της χώρας, τουρισμός, επίλυση του ζητήματος των εκκρεμών συντάξεων, επιδόματα κ.ά.).
Απέναντι σε εκείνη την κυβέρνηση στάθηκε ένας ΣΥΡΙΖΑ χωρίς καθαρή πρόταση, χωρίς ηθικό, αλλά και χωρίς στίγμα, καθώς η προσπάθεια μετάλλαξής του –που είχε ξεκινήσει τα χρόνια που κυβερνούσε– είχε μείνει ατελής. Αν το 2015 ηττήθηκε –όσο και αν ακούγεται παράδοξο λόγω των εκλογικών νικών του– ο «ριζοσπαστικός» ΣΥΡΙΖΑ, αν στις εκλογές του 2019 ηττήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβερνητικός διαχειριστής, στις εκλογές του 2023 ηττήθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ «των δύο βαρκών». Ενα κόμμα που ενώ προσπαθούσε να πείσει ότι άλλαξε και ωρίμασε, είχε παραδώσει τη στρατηγική του σε κάποιους φανατικούς του Διαδικτύου που αποκόπηκαν από την πραγματική κοινωνία.
Αυτά τα πολιτικά δεδομένα διαμόρφωσαν το αποτέλεσμα των εκλογών του 2023 και αυτό δεν θα άλλαζε όσο και αν ο ΣΥΡΙΖΑ ή κάποιο άλλο κόμμα «επέν-δυε» περισσότερο στην τραγωδία των Τεμπών.
Η διαμόρφωση των εκλογικών τάσεων είναι πολυπαραγοντική διαδικασία και σπανίως καθορίζονται από ένα και μόνο θέμα. Ο δε καταγγελτικός λόγος σπανίως μπορεί από μόνος του να κερδίσει εκλογές. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα την περασμένη τετραετία πολλές φορές επένδυσε στην ένταση (ακόμα και σε περιόδους κρίσεων) χωρίς να επιτύχει τους στόχους του.
Εχει όμως δίκιο ο κ. Τσίπρας στην επισήμανσή του ότι οι σημερινές επικρατούσες πεποιθήσεις γύρω από την τραγωδία των Τεμπών αλλάζουν πολύ –έστω και ετεροχρονισμένα– το πολιτικό τοπίο.
Κυρίως επειδή λειτουργεί ως θρυαλλίδα μιας νέας αντισυστημικής ριζοσπαστικοποίησης, η οποία επικαθορίζει το πολιτικό περιβάλλον. Οι δείκτες πολιτικής και θεσμικής εμπιστοσύνης κλονίζονται περαιτέρω, οι θετικές ειδήσεις δεν ακούγονται εύκολα, η τοξικότητα και ο αφοριστικός λόγος αυξάνονται. Αυτό αναπόφευκτα επηρεάζει τους πολιτικούς συσχετισμούς, παρά το ότι δεν είναι ακόμα απολύτως ξεκάθαρο ποιοι τελικά θα ωφεληθούν από αυτό.
Οι συνθήκες πάντως σήμερα είναι διαφορετικές από το 2023.
Κατ’ αρχάς, η ίδια η συζήτηση έχει μετατοπιστεί, από το δυστύχημα καθαυτό, τα λάθη και τις παραλείψεις που το προκάλεσαν, στην πολιτική και επικοινωνιακή διαχείριση της τραγωδίας και στις καταγγελίες περί συγκάλυψης. Για το πρώτο μπορεί να υπάρξει περιθώριο συζήτησης ή ανοχής. Για το δεύτερο, όχι.
Το πολιτικό περιβάλλον έχει επιδεινωθεί. Η κυβέρνηση είναι σε κάμψη, η εικόνα της αντιπολίτευσης (ειδικά της «κυβερνητικής» και όχι της αντισυστημικής) δεν είναι καλή. Σε ένα τέτοιο τοπίο, ένα μείζον ζήτημα μπορεί να λειτουργήσει ως σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι μιας βουβής, ενίοτε ακαθόριστης ή και ετερογενούς δυσαρέσκειας.
Η βασικότερη διαφορά, ωστόσο, αυτή που επιδείνωσε το πολιτικό κλίμα για την κυβέρνηση, είναι ότι τη διετία που μεσολάβησε δεν είχε απέναντί της τόσο τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά κάποιους εκ των συγγενών των θυμάτων.
Η (αντικειμενική) αδυναμία της κυβέρνησης να αντιπαρατεθεί μαζί τους και η ανθρώπινη συμπάθεια και ταύτιση της κοινής γνώμης με τους συγγενείς αδικοχαμένων παιδιών επηρέασε καταλυτικά το όλο κλίμα.
Οταν επί δύο χρόνια ακούγονται συνεχώς και από πολλά μέσα καταγγελίες για «συγκάλυψη» (όπως και αν την εννοεί ο καθένας) χωρίς να υπάρχει αντίλογος και όταν παράλληλα έγιναν άστοχες κινήσεις ή εκτιμήσεις, σταδιακά, η αίσθηση αυτή εμπεδώνεται.
Κάπως έτσι, μέσα από έναν συνδυασμό διαχειριστικών λαθών, εσφαλμένων χειρισμών, αλλά και συστηματικής καλλιέργειας κάποιων ισχυρισμών, φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση με την κοινή γνώμη να έχει ήδη σχηματίσει μια συγκεκριμένη εικόνα. Η οποία για ένα τμήμα του πληθυσμού θα εξακολουθήσει να υπάρχει ακόμα και αν η δικαστική έρευνα δεν την επιβεβαιώσει. Η όποια δε πιθανή μεταστροφή θα είναι δύσκολη και μακρόσυρτη. Οι πεποιθήσεις έχουν διαμορφωθεί και το τσιτάτο του Νίτσε είναι σωστό…
Προεξοφλεί αυτό τις πολιτικές εξελίξεις;
Ασφαλώς όχι.
Δεν θα κρίνει μόνο ένα ζήτημα τις επόμενες εκλογές.
Ούτε…
έχουν όλοι οι καθοριστικοί ψηφοφόροι εδραιωμένες πεποιθήσεις. Το μέτρο επίσης μπορεί εύκολα να χαθεί και στην πορεία να προκύψουν άλλα διλήμματα. Για όποιο κόμμα πάντως δεν θέλει να επενδύσει αποκλειστικά στην καταγγελτική ρητορική, είναι σημαντικό να μην παγιωθεί η ακραία τοξικότητα. Αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν απαντηθούν και εξαλειφθούν οι σκιές που την τροφοδοτούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου