"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


«Μόλις φτάσεις, πάρε με»

 


Της ΡΕΑΣ ΒΙΤΑΛΗ

Α.: «Μόλις φτάσεις, πάρε με» – Ν.: «Αμάν, ρε μάνα» / 

Ζ.: «Να έχεις στο νου σου τη βαλίτσα σου. Κλέβουν» – Κ.: «Μη μου κλέψουν τον χαλβά;» / 

Ρ.: «Να δω τι θα τα κάνω τόσα ντολμαδάκια!» – Θ.: «Να κεράσεις και τους φίλους σου» / 

Λ.: «Μου λείπεις ήδη» – Χ.: «Και μένα, ποντικάκι μου» / 

Λ.: «Σ’ αγαπάω!» – Β.: «Με τσάτισες όμως με τις μαλακίες σου» / 

Σ.: «Ξεκίνησε το τρένο ή ακόμα;» – Β.: «Σου είπα, μη με ξαναρωτήσεις. Θα με περάσουν για μαλάκα. Μόνο εγώ θα σε παίρνω» / 

Π.: «Στείλε μου καμία από τις φωτογραφίες που βγάλαμε» – Σ.: «Στέλνω στο Viber»/ 

Χ.: «Εντάξει με τη θέση;» – Θ.: «Κομπλέ» / 

Π.: «Θερίζει η γρίπη. Είναι γεμάτο το βαγόνι;» – Ν.: «Ναι, καλά! Τώρα θα κολλήσω» / 

Η.: «Ξέχασες τον φορτιστή σου» – Τ.: «Κράτα τον, σε λίγες μέρες θα ξανάρθω» / 

Θ.: «Με το που φτάσεις, ΜΗΝΥΜΑ» – Λ.: «Γελάω με τα κεφαλαία σου. Δεν βαρέθηκες να ανησυχείς;» / 

Γ. «Μάνα κοιμήσου, θα αργήσω να φτάσω»… «Παιδί μου, γιατί δεν απαντάς;» / «Παιδί μου, πού είστε;» / 

«Μαρίνα μου, απάντησε» / «Νίκο μου, απάντησε» / «Παιδί μου» / «Παιδί μου»… 

Δυσθεώρητη η απώλεια κι εμείς μυρμήγκια. Θα δώσει μάχη η ψυχή. Θα λιώσει, θα ανασυσταθεί. Θα παρηγορηθεί κι ας μένει εσαεί απαρηγόρητη. Θα τραβήξει η ζωή στο μέρος της. Ατιμη ζωή. 

Αλλά θα έρχονται κάτι μικρά, μια σταλιά ανάστημα, να σε σκοτώνουν. Το νούμερό του στο κινητό σου. Τώρα λατρεύεις ένα-ένα νούμερο. Θάνατος το να το σβήσεις. Και το μήνυμα να το διαβάζεις, να το ξαναδιαβάζεις. Γράμμα-γράμμα, γράμμα-γράμμα. 

Να ζουν αυτά και...

 

 να λείπει ο άνθρωπος; 

ΥΓ. Συλλυπητήρια, συλλυπητήρια, συλλυπητήρια.


Δεν υπάρχουν σχόλια: