Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Ο,τι κι αν κάνει το θύμα, δεν μπορεί να μειώσει τη βαρύτητα της πράξης. Ο,τι κι αν πει ο Γιάνης Βαρουφάκης, δεν μπορεί να αλλάξει το νόημα της βίαιης επίθεσης που υπέστη. Στον δημόσιο χώρο πληθαίνουν τα σημάδια μιας διολίσθησης προς την ατμόσφαιρα του 2012-2015. Τείνει να γίνει ξανά ρουτίνα η βία. Τείνει να κανονικοποιηθεί στον δρόμο και στο γήπεδο ο λόγος του μίσους που την προετοιμάζει.
Ακόμη και η αντίδραση του ίδιου του Βαρουφάκη δίνει το μέτρο αυτής της ανοχής: Η αγωνία του ήταν από την αρχή να σπεύσει να «αποπολιτικοποιήσει» το συμβάν, μιλώντας «για μπράβους της νύχτας». Δεν είχαν δηλαδή πολιτικό «λόγο» να τον χτυπήσουν.
Αν είχαν, θα νομιμοποιούνταν άραγε να χτυπούν;
Και στο τέλος, έγραψε ότι η ενασχόληση με τον ξυλοδαρμό του –τον ξυλοδαρμό ενός αρχηγού κοινοβουλευτικού κόμματος– είναι «αποπροσανατολιστική σπέκουλα».
Η στάση του μπορεί ίσως να εξηγείται από την εκτίμηση ότι το κόμμα του έχει να ωφεληθεί από τη ριζοσπαστικοποίηση ενός μέρους των νέων ψηφοφόρων. Γιατί να καταγγείλεις αυτούς που σε έδειραν όταν προσδοκάς να προσεταιριστείς όσους δικαιολογούν το ξύλο;
Αυτή η –όντως– σπέκουλα είναι μια καλή αφορμή για να τεθεί ξανά ένα παλιό ερώτημα: Πώς πρέπει να αντιδράσει η πολιτική στην έγερση ενός κύματος που την αρνείται καθολικά; Πώς πρέπει να διαχειριστεί την οργή όταν αποδέχεται τη νομιμότητα των κινήτρων της;
Το τραύμα είναι βαθύ και αποκαλυπτικό. Ο θυμός, δίκαιος. Δεν θα έπρεπε να τελειώνει εκεί και ο πολιτικός λόγος – αν όχι να υποδαυλίζει, να δικαιολογεί τουλάχιστον τα ξεσπάσματα, αναγνωρίζοντας τη διαχρονική ενοχή του;
Το «σύστημα» είχε δοκιμάσει αυτή την παθητική στάση με το δόγμα της «αμυνόμενης αστυνομίας» το 2008.
Είχε δοκιμάσει και την αποδοχή της μεγάλης Αγανάκτησης, καθώς ακόμη και τα θεωρούμενα συστημικά κόμματα είχαν, από υπολογισμό ή πανικό, ενστερνιστεί τα συνθήματα της πλατείας, δικαιολογώντας τις μούντζες ως υφολογική υπερβολή. Η πολιτική είχε έτσι αποσυρθεί από τον ρόλο της να εξηγεί και να καθοδηγεί. Είχε αφήσει το θυμικό κύμα να εκβάλει σε μια, εντέλει, αυτοκαταστροφική παραφορά.
Την περασμένη Κυριακή, στη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική συνάθροιση των ημερών, ένα τεράστιο πανό έγραφε για τους «μασόνους πολιτικούς» που ευθύνονται για «φωτιές, πλημμύρες» και «παιδοφιλία». Θα έχει δικαιωθεί το κίνημα της διαμαρτυρίας αν καταλήξει πάλι εκεί – αν εξαντληθεί σε γηπεδικές θεωρίες συνωμοσίας και πολιτικό χουλιγκανισμό;
Οποιος από την πολιτική τάξη παρακολουθεί σιωπηλός αυτές τις εκδηλώσεις –όποιος επιλέξει πάλι την επιτήδεια κώ-φωση, από τον αντίλογο– δεν θα έχει δείξει σεβασμό στη λαϊκή απαίτηση για «ποτέ ξανά Τέμπη». Θα την έχει προδώσει.
Θα...
την έχει αφήσει να σπαταληθεί στον μηδενισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου