Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Ανεξάρτητα από την ποινική της εξέλιξη, η υπόθεση Γεωργούλη είναι μια ευκαιρία.
Είναι οδυνηρή μεν, αλλά χρυσή ευκαιρία για το κόμμα του –που έδειξε αντανακλαστικά και τον απέπεμψε για να αντιμετωπίσει την κατηγορία χωρίς κομματική κάλυψη– να ξανασκεφτεί τις πολιτικές προεκτάσεις που (δεν) πρέπει να δίνονται σε αυτές τις υποθέσεις.
Η προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί πολιτικά ένα σεξουαλικό έγκλημα ενός μη πολιτικού προσώπου, προκειμένου να υφανθούν αφηγήματα μαζικής συνενοχής, είναι πολύ νωπή. Η χρήση δεν είχε επιχειρηθεί μόνο χύμα, από τον όχλο των ψηφιακών ανωνυμογράφων, που είναι πάντα επιρρεπής στον ηθικό πανικό και στη συνωμοσιολογία. Διάβαζε κανείς τότε, στην υπόθεση του διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά και στην υπόθεση του Κολωνού, ακόμη και κοινωνιολογίζουσες, σοβαροφανείς αναλύσεις για το πώς η νεοφιλελεύθερη ελίτ κρατάει ατιμώρητους ακόμη και τους σαδιστές· για το πώς η «πατρις-θρησκεία» Δεξιά επωάζει τέρατα.
Θα ήλπιζε κανείς να μη διαβάσει και στην περίπτωση του ευρωβουλευτή ανάλογες μισαλλόδοξες χοντράδες από την άλλη πλευρά. Η πράξη για την οποία καταγγέλλεται ο ευρωβουλευτής είναι από τη φύση της προσωποπαγής. Δεν μπορεί να χρεώνεται σε κανένα συλλογικό ήθος καμίας παράταξης.
Αυτή είναι και η ευκαιρία για την Αριστερά: Να αναστοχαστεί την ευκολία με την οποία παρασύρθηκε στην πολιτικοποίηση αμιγώς ποινικών σκανδάλων· την ευκολία με την οποία τα καταχράστηκε ως δήθεν τεκμήρια της ηθικής κατάπτωσης των αντιπάλων της. Αλλά και την άνεση με την οποία αναγνώριζε και αναγνωρίζει στον εαυτό της το αμάχητο προνόμιο της ηθικής υπεροχής – το «ηθικό πλεονέκτημα». Τέτοιο πλεονέκτημα δεν μπορεί να υπάρξει για κανένα κόμμα. Ούτε μπορεί το κόμμα να αστυνομεύει προληπτικά τις ροπές όλων των στελεχών του – ιδίως αυτής της στενής ιδιωτικής σφαίρας.
Θα ακούσει κανείς σίγουρα το επιχείρημα ότι ο ευρωβουλευτής αυτός δεν ήταν κανονικός αριστερός. Ηταν περαστικός. Μια βιαστική, προεκλογική μεταγραφή που κατάφερε να εξαργυρώσει την τηλεοπτική διασημότητα. Ομως, αυτός ο ισχυρισμός, ακριβώς επειδή ευσταθεί, δείχνει τη δομική αδυναμία στον τρόπο που τα κόμματα αξιολογούν όχι ηθικά, αλλά καθαρά πολιτικά τα στελέχη που στρατολογούν. Ακόμη κι αν αποδειχθεί αθώος, ο Γεωργούλης δεν θα έπρεπε να είναι ευρωβουλευτής. Δεν είχε κανένα από τα προσόντα που απαιτούνται για τη δουλειά. Κι αυτό δεν μπορεί να μην το έβλεπε το κόμμα που τον ενέταξε στα ψηφοδέλτιά του.
Τον ψήφισαν, λένε, οι πολίτες. Αλλά...
τα κόμματα δεν είναι διαφημιστικές εταιρείες, να βάζουν στο ράφι μόνο το προϊόν που ξέρουν ότι ο πελάτης θα βρει ελκυστικό.
Τα κόμματα είναι τα φίλτρα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Φίλτρα που, όταν δεν είναι ψιλά για τα βιογραφικά, κινδυνεύουν να στομώσουν με τα ποινικά μητρώα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου