Η ιστορία των ελληνοτουρκικών είναι γεμάτη από μεταστροφές συσχετισμών ισχύος που έχουν να κάνουν όχι τόσο μεταξύ των δύο κρατών, αλλά με τη στάση των μεγάλων δυνάμεων έναντί τους, όπως δείχνουν άλλωστε όσα έγιναν προχθές μεταξύ Μπλίνκεν και Τσαβούσογλου με αιχμή τα F16, μα και οι προεκλογικές κατηγορίες Ερντογάν κατά των αντιπάλων του ως πρακτόρων… ξένων δυνάμεων. Κάτι που ενίοτε καθίσταται ακόμα σημαντικότερο για τις εξελίξεις μεταξύ τους απ’ ό,τι οι ίδιοι απευθείας ανάμεσά τους συσχετισμοί.
Εχουμε δει περισσότερες από μία φορές στο παρελθόν αυτές τις ισορροπίες να αλλάζουν και να ξαναλλάζουν με δραματικές εκατέρωθεν συνέπειες.
Εχουμε δει, επίσης, ειδικά κατά την καταστρεπτική για την ελληνική εξωτερική πολιτική δεκαετία του ’80 το τι σημαίνει να υφίστασαι πίεση από την πιο μεγάλη δύναμη του κόσμου υπέρ των συμφερόντων του αντιπάλου σου – και μάλιστα να έχεις και ένα σοβαρό κομμάτι ευθύνης που έχεις φτάσει να την υφίστασαι.
Σήμερα όμως έχουμε, κυρίως ελέω Ερντογάν, φτάσει στο καλύτερο σημείο ισορροπίας που έχει υπάρξει έως τώρα στο τρίγωνο Ουάσιγκτον – Αθήνα – Αγκυρα: τόσο ευνοϊκή ισορροπία για την Ελλάδα, που ευτυχώς δεν την άφησε να πάει χαμένη με ανοησίες και παιδαριώδεις πολιτικές, γνώριμες από το παρελθόν, δεν έχει προϋπάρξει.
Υπάρχει όμως μέσα σε όλα αυτά και κάτι εντελώς παράδοξο, που μέχρι τώρα επίσης δεν το είχαμε δει ποτέ: να φτάσουμε στο σημείο η στάση της ελληνικής πλευράς να είναι πιο… ήπια και διαλλακτική, πιο πρόθυμη για διάλογο με την Τουρκία, από ό,τι η στάση της Δύσης.
Για πρώτη φορά στα χρονικά συμβαίνει, αυτή τη στιγμή, η Ελλάδα να επιμένει σε έναν προδήλως εντελώς αναποτελεσματικό και ατελέσφορο διάλογο, και μάλιστα σε πλήρη συσκότιση για την ουσία και το περιεχόμενό του, την ώρα που η στάση λ.χ. της Ουάσιγκτον είναι σαφώς πλέον πιο σκληρή έναντι της Αγκυρας για το Αιγαίο απ’ ό,τι της ίδιας της Αθήνας!
Αυτό ανήκει στη λεγόμενη κατηγορία «δεν ξαναματάγινε»… Και ουδείς αντιλαμβάνεται πραγματικά το γιατί συμβαίνει – υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι αποκλείονται διάφορα σενάρια ακραίων μορφών υποχωρήσεων της χώρας στις τουρκικές απειλές που είναι αδιανόητα και παράλογα και δεν μπορεί καν να φανταστεί κανείς ότι αυτά είναι που συζητούνται.
Το ίδιο ισχύει και με αυτό που συνέβη με την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στη Γαύδο, τα Θεοφάνια. Και το οποίο δείχνει ότι έχουμε χάσει εντελώς τα μυαλά μας.
Ο Μητσοτάκης πήγε, και καλά έκανε, στη Γαύδο. Οχι επειδή είναι Κρητικός, αλλά επειδή είναι Πρωθυπουργός, αν και το ταξίδι του εντάσσεται σαφώς στον εκλογικό σχεδιασμό υπό τον κωδικό «Γαλάζια Κρήτη». Αλλά ως εκεί: έκανε κάτι αυτονόητο.
Σπάνιο, πλην αυτονόητο.
Από εκεί και πέρα, είναι δυνατόν να στήνεται ολόκληρη επιχείρηση προεκλογικής προπαγάνδας με σύνθημα «συμβολικό μήνυμα του Πρωθυπουργού στην Τουρκία» επειδή πήγε στη Γαύδο;
Είναι με τα καλά τους οι άνθρωποι;
Και το πιο απίθανο;
Να πιάνει! Και ουδείς να αντιδρά.
Δηλαδή, αν αύριο οι Τούρκοι πάνε έξω από το Σούνιο και πουν τις ίδιες ανοησίες που λένε και για τη Γαύδο, ο Πρωθυπουργός θ’ ανέβει στον Ναό του Ποσειδώνα και θα πούνε ότι στέλνει ισχυρό μήνυμα στην Αγκυρα; Ή στον Βόλο; Ή στον Πλαταμώνα;
Μιλάμε για τρέλα.
Εχουμε φτάσει στο σημείο οι Τούρκοι να απειλούν την Κρήτη (γιατί η Γαύδος τι είναι, Κρήτη είναι) και εμείς να διαφημίζουμε ότι στέλνουμε «ισχυρά συμβολικά μηνύματα» επειδή ένας πρωθυπουργός την επισκέπτεται.
Και την ίδια ώρα ο ίδιος πρωθυπουργός...
να διεξάγει μυστικό διάλογο με τους… ίδιους Τούρκους χωρίς ουδείς να γνωρίζει τι συζητά, την ώρα που οι Αμερικανοί καταδικάζουν τις απειλές στο Αιγαίο χωρίς περιστροφές και αστερίσκους.
Αυτά είναι αδιανόητα.
Η κυβέρνηση οφείλει να προσέξει.
Ή τα ‘χει τελείως χαμένα ή παίζει με τη φωτιά.
Ας σταματήσει, όσο υπάρχει ακόμα καιρός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου