Τη δεκαετία του ’60 τη ματαιοπονία την εξέφραζε η παροιμία «Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς». Hταν μεγάλες επιτυχίες «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» και ο «Αράπης» του Ζαμπέτα: «Μελαμψές Βεδουίνες, ξελογιάστρες, τσαχπίνες χορεύουνε τα βράδια τους χορούς της αγάπης, ενώ το ταμ-ταμ το χτυπάει ο αράπης, ο μαύρος, ο σκύλος, ο μπλακ, ταμ, ταμ, ταμ, ταμ, ταμ, ταμ, χτυπάει ο σκυλάραπας». Ενώ οι εφημερίδες έγραφαν για καταυλισμούς «αθιγγάνων», η κοινή ονομασία των Ρομά ήταν στην καλύτερη περίπτωση «τσιγγάνος» και στη χειρότερη «γύφτος». Το περιφημότερο βιβλίο του Λεβί-Στρος κυκλοφορούσε με τον τίτλο «La pansée sauvage» (1962, «Αγρια σκέψη»). Οταν μιλούσαμε για τον καρκίνο, χαμηλώναμε τη φωνή και λέγαμε ότι κάποιος έχει «κακό πράγμα» ή την «επάρατη νόσο».
Πολιτιστικοί και κοινωνικοί θεσμοί βρίσκουν τη γλωσσική τους έκφραση με ποικίλους τρόπους, π.χ. σε μεταφορές, παροιμίες και παρομοιώσεις, σε συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Πηγή της παροιμίας του αράπη είναι ο μύθος του Αισώπου για κάποιον που αγοράζει έναν Αιθίοπα δούλο και τον πλένει θεωρώντας ότι το χρώμα του οφείλεται σε παραμέληση της καθαριότητας. Την εποχή του δουλεμπορίου ο μύθος χρησιμοποιήθηκε για να υποδηλώσει την κατωτερότητα της μαύρης φυλής, το 1884 έγινε διαφήμιση για θαυματουργό σαπούνι. Οι δίγλωσσοι λατινόφωνοι και ελληνόφωνοι Βλάχοι ενέπνευσαν μειωτικές εκφράσεις, όπως «βλαχοδήμαρχος», «καράβλαχος» και «βλαχομπαρόκ», την εποχή που ασκούσαν τον ποιμενικό βίο.
Τα πολιτιστικά και κοινωνικά δεδομένα αλλάζουν με ταχύτητα που οι γλωσσικές εκφράσεις δεν μπορούν να παρακολουθήσουν. Λέξεις και εκφράσεις επιβιώνουν ως απολιθώματα σε παροιμίες («καμαρώνει σαν γύφτικο σκεπάρνι») ή στίχους τραγουδιών («χτύπα τα πόδια τσίφτισσα, τσιγγάνα τουρκογύφτισσα») χωρίς τη μειωτική τους πρόθεση. Η γλώσσα των αρχών και των ΜΜΕ καθιερώνει νέες εκφράσεις χωρίς να εξαλείφει άλλες. Η «αναπηρική σύνταξη» συνυπάρχει με τα «Ατομα με ειδικές ανάγκες».
Κάποιες εκφράσεις τις ξεπερνά η πρόοδος. Το «Κάψιμο του Οβριού» έγινε «Κάψιμο του Ιούδα». Δεν φωνάζουμε «παιδί!» για να καλέσομε τον σερβιτόρο. Η επιτυχής αντιμετώπιση του καρκίνου κατέστησε αναχρονιστική την έκφραση «επάρατη νόσος».
Επίσης, κοινωνικά κινήματα επηρεάζουν γλωσσικές εκφράσεις. Το γυναικείο κίνημα περιόρισε στον δυτικό κόσμο την υποτιμητική για τις γυναίκες επίκληση «δεσποινίς». Στην Αμερική, το κίνημα για την ισότητα των δικαιωμάτων εξοβέλισε από την κοινή χρήση τη λέξη «νέγρος» (nigger), που διατηρείται στην ιδιόλεκτο των Αφροαμερικανών.
Ομως τα τελευταία χρόνια οι ακρότητες μιας κακώς νοούμενης πολιτικής ορθότητας έχουν φτάσει σε τέτοια επίπεδα γελοιότητας που τελικά να στρέφονται κατά των ίδιων των προσπαθειών για την εξάλειψη διακρίσεων. Είναι κατανοητό οι «Ινδιάνοι» να γίνουν «γηγενείς Αμερικανοί». Αλλά ο μακρύς κατάλογος των «ακυρωμένων εκφράσεων» περιλαμβάνει ακόμη και την παροιμία «με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια» (killing two birds with one stone). Πρόσφατα οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες του Πανεπιστημίου Στάνφορντ πρότειναν εναλλακτικές διατυπώσεις για βλαβερές εκφράσεις, όπως «πολίτες των ΗΠΑ» αντί «Αμερικανοί» και «άτομα που έχουν μεταναστεύσει» αντί «μετανάστες». Παλιότερα ο κατάλογος αυτός θα ήταν πηγή έμπνευσης για τους Monty Python· σήμερα τον περιέλαβε ο αντιδραστικός τηλεοπτικός σταθμός Fox News ως δείγμα της δικτατορίας της σκέψης που υποτίθεται ότι θέλουν να επιβάλουν οι προοδευτικοί.
Είναι σημαντικό να αποφεύγονται λέξεις που μπορούν να προσβάλουν ή να πληγώσουν, αλλά δεν μπορούμε να αναιρέσουμε την Ιστορία.
Δεν θα αντικαταστήσω το «δούλος» (slave), όρο με συγκεκριμένη νομική και ιστορική σημασία, με το «υποδουλωμένος άνθρωπος» (enslaved people) όπως επιβάλλει η πολιτική ορθότητα, πρώτον γιατί δεν χρειάζομαι υπενθύμιση για το ότι οι δούλοι ήταν άνθρωποι και δεύτερον γιατί η αλλαγή της λέξης δεν θα αλλάξει εκ των υστέρων το μαρτύριο των εκατομμυρίων ανθρώπων που έπεσαν θύματα του χειρότερου θεσμού που επινόησε ο άνθρωπος.
Υπάρχει αλληλεπίδραση ανάμεσα σε γλώσσα, συναίσθημα και νόηση, αλλά...
τα κοινωνικά προβλήματα δεν λύνονται με απαγόρευση λέξεων.
Ο χιονιάς θα σκοτώνει αστέγους, κι ας τους λέει το Στάνφορντ «άτομα χωρίς κατοικία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου