"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Τα ’μαθες τα νέα, στρατηγέ; Τελικά… τζακιστήκαμε!

Της Σοφίας Βούλτεψη
svoultepsi@yahoo.com

Επέτειος της Επανάστασης του 1821 και σήμερα, η Ελλάδα αγωνίζεται πάλι για την επιβίωσή της. Εκείνο το άδολο, θείο κίνημα ανήκει πλέον στο ένδοξο παρελθόν. Γύπες την άρπαξαν την πατρίδα από τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης και εξακολουθούν να την κρατούν αιμάσσουσα στα γαμψά τους νύχια.

Με αφορμή την επέτειο και το ζόφο των ημερών ο Γιάννης Καμάρας μου θύμισε ένα κείμενο που στις μέρες μας αποκτά δραματική επικαιρότητα. Είναι από τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, σε εισαγωγή – επιμέλεια Ελλης Αλεξίου και γράφτηκε μόλις 25 χρόνια μετά το ηρωικό 1821:

«Αν μας έλεγε κανένας αυτείνη την λευτεριά όπου γευόμαστε, θα παρακαλούσαμε τον Θεόν να μας αφήση εις τους Τούρκους άλλα τόσα χρόνια, όσο να γνωρίσουν οι άνθρωποι τι θα ειπή πατρίδα, τι θα ειπή θρησκεία, τι θα ειπή φιλοτιμία, αρετή, τιμιότη.

Αυτά λείπουν από όλους εμάς, στρατιωτικούς και πολιτικούς. Τις πρόσοδες της πατρίδας τις κλέβομεν, από υποστατικά δεν της αφήσαμεν τίποτας, σε ‘‘πηρεσίαν να μπούμεν’’, ένα βάνομεν εις το ταμείον, δέκα κλέβομεν.

Αγοράζομεν πρόσοδες, τις τρώμε όλες. Χρωστούν εις το Ταμείον δεκαοχτώ ‘κατομμύρια ο ένας και ο άλλος. Ο Μιχαλάκης ο Γιατρός πεντακόσιες χιλιάδες, ο Τζούχλος τρακόσες, ο Γεωργάκης Νοταράς τρακόσες πενήντα – όλο τέτοιγοι χρωστούνε αυτά. Ο κεντρικός ταμίας ο Φίτζες – τρακόσες πενήντα του λείπουν από το ταμείον. Κι’ ακόμα δεν κυτάχτηκαν πόσα θα λείψουν ακόμα. Το ίδιο ντογάνες κι’ άλλα.

Τέτοιοι μπαίνουν εις τα πράγματα και τέτοιους συντρόφους βάνουν. Δύσκολο είναι ο τίμιος άνθρωπος να κάνη τα χρέη του πατριωτικώς. Οι αγωνισταί, οι περισσότεροι και οι χήρες κι’ αρφανά δυστυχούν. Πολυτέλεια και φαντασία -γεμίσαμαν πλήθος πιανοφόρια και κιθάρες. Οι δανεισταί μας ζητούν τα χρήματά τους, λεπτό δεν τους δίνομεν από αυτά- κάνουν επέμβασιν εις τα πράγματά μας. Και ποτές δεν βρίσκομεν ίσιον δρόμον.

Πώς θα σωθούμε εμείς μ’ αυτά και να σκηματιστούμεν εις την κοινωνίας του κόσμου ως άνθρωποι; Ο Θεός ας κάμη το έλεός του να μας γλυτώση από τον μεγάλον γκρεμνόν όπου τρέχομεν να τζακιστούμεν».

Τελικά… τζακιστήκαμε!

Δεν υπάρχουν σχόλια: