"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΚΟΙΝΩΝΙΑ και ΠΟΛΙΤΙΚΗ στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: O θάνατος του μαχαραγιά του πελατειακού κράτους και ο εν τω μπουρδέλω τάφος του!

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ


Όλοι θυμούνται την Αούντα, την Ινδή χήρα πριγκίπισσα στο κλασικό μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν «Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες». 


Η Αούντα, έχοντας την κακή τύχη να είναι σύζυγος Ινδού μαχαραγιά που μόλις είχε αποδημήσει, επρόκειτο να καεί ζωντανή στην πυρά, σύμφωνα με τα τοπικά ήθη και έθιμα, για να τον ακολουθήσει στον τάφο του ώστε ο Ινδός άνακτας να μην αισθάνεται μοναξιά στο επέκεινα. Ευτυχώς όμως, ο δαιμόνιος Πασπαρτού, ο πιστός υπηρέτης του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος, της σώζει την ζωή και η εξωτική καλλονή ακολουθεί τους δύο ήρωες στο πολιτισμένο, κοσμοπολίτικο Λονδίνο όπου η ευτυχία της θα ολοκληρωθεί με τον πιο ιδανικό τρόπο, καθώς εκεί θα γίνει σύζυγος του κεντρικού ήρωα του μυθιστορήματος, του Φιλέα Φόγκ.


Αν αναρωτηθεί κανείς γιατί θα πρέπει να μνημονεύσουμε την Αούντα  η απάντηση είναι πολύ εύκολη. Διότι ή μοίρα όλων ημών, των απλών μη προνομιούχων «μέσων πολιτών» έχει πάρα πολλά κοινά σημεία με την μοίρα της πανώριας κόρης, αλλά –φευ- και μία μεγάλη διαφορά, η οποία είναι η εξής: ενώ, σύμφωνα με τα εγχώρια πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα, μας ετοιμάζουν και εμάς για να μας κάψουν ζωντανούς στην πυρά, για το χατίρι του μαχαραγιά που εκδήμησε οριστικά και αμετάκλητα, δυστυχώς δεν φαίνονται στον ορίζοντα κάποιοι σωτήρες όπως ο Πασπαρτού και ο Φιλέας Φόγκ, που θα μας έσωζαν και θα μας έπαιρναν μαζί τους στην σωτηρία.  


Και το χειρότερο είναι πως δεν τους θέλουμε κιόλας γιατί έχουμε πειστεί πως το σωστό είναι να καούμε κι εμείς για το χατήρι του μαχαραγιά.


Υπάρχουν όμως μαχαραγιάδες στην σύγχρονη Ελλάδα;  


Υπάρχουν δηλαδή κάποιοι που ζουν προνομιακά, αντλώντας τον πλούτο τους και την ευημερία τους από τον κόπο των άλλων, φορολογώντας τους και απομυζώντας το προϊόν του μόχθου τους; 


Κανείς δεν θα εκπλαγεί από μία θετική απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Όλοι γνωρίζουν ότι στην Ελλάδα υπάρχουν όχι λίγοι, αλλά αρκετοί πολίτες που είναι «περισσότερο ίσοι» απ’ ότι όλοι οι υπόλοιποι. Και όλοι αυτοί μαζί οι «περισσότερο ίσοι», συγκροτούν και διαμορφώνουν έναν μεγαλοπρεπή, συλλογικό μαχαραγιά, που λέγεται «πελατειακό κράτος και κομματοκρατία»


Είναι δύσκολο να καταρτίσει κανείς το πλήρες βιογραφικό του εν λόγω μαχαραγιά, πλην όμως κάποιες σημαντικές ημερομηνίες είναι γνωστές. 


 Το 1947 ή το 1949 μπορούν να θεωρηθούν ως ένας σημαντικός σταθμός για την πορεία του, αφού τότε περίπου ξεκινάει η μεταπολεμική του κυριαρχία. Σε αυτήν την πρώτη περίοδο, και μέχρι τουλάχιστον το 1974, ο αριθμός των προνομιούχων που περιλαμβάνει το πελατειακό κράτος είναι περιορισμένος, και τα οφέλη του κυρίως τα χαίρεται ο σκληρός πυρήνας των «εθνικοφρόνων», ο οποίος δια πυρός και σιδήρου έχει έως τότε αποδείξει την προσήλωσή του στο μεταοθωμανικό, νέο-κοτζαμπασικό καθεστώς της χώρας, εκείνο που επιβίωσε όχι μόνο από την σύγκρουση με την αριστερή ανταρσία αλλά, κυρίως, τις προηγούμενες δεκαετίες, από την σύγκρουση με το εγχείρημα του βενιζελικού εκσυγχρονισμού. Δηλαδή, με άλλα λόγια, το μετεμφυλιακό πελατειακό κράτος έως το 1974 έλκει, κατά κύριο λόγο, την ιδεολογική καταγωγή του και τον κοινωνικό του χαρακτήρα από τις προπολεμικές ένδοξες στιγμές του «Οίκαδε» και των «Πομερανών».


Η περίοδος της μεταπολίτευσης μέχρι την είσοδο στην ΕΟΚ, το 1981, έχει πραγματικά μεταβατικό χαρακτήρα. Εν όψει της εισόδου στην ΕΟΚ, το πελατειακό κράτος διευρύνεται σημαντικά με σειρά χαριστικών ρυθμίσεων και παροχών υπέρ ιδιωτών «επιχειρηματιών», δημοσίων υπαλλήλων και κλειστών επαγγελμάτων, που για κάποιο ειδικό λόγο οι διάφοροι «σχολιαστές» δείχνουν σήμερα να αγνοούν ή να λησμονούν  


Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι το πελατειακό κράτος γνωρίζει την πιο σημαντική του μετάλλαξη από το 1981 και μετά. Τότε εκσυγχρονίζεται, γίνεται πολύ μεγαλύτερο αριθμητικά, γνωρίζει, αγαπάει και κάνει δικό του τον σοσιαλισμό (με ελληνικό πρόσωπο) και, το κυριότερο, αρχίζει να αναπτύσσεται οργανικά, παρακολουθώντας εκ του σύνεγγυς και προσαρμοζόμενο τάχιστα στις διεθνείς εξελίξεις, ακόμη και σε αυτήν την τρομερή παγκοσμιοποίηση.


΄Εως σήμερα λοιπόν, που για λόγους ανωτέρας βίας ετοιμάζεται πλέον να εκδημήσει, ήκμασε ένα λαμπρό πελατειακό κράτος στην χώρα μας που καλύπτει ευρύτατο φάσμα των κοινωνικών της δραστηριοτήτων, από τις πιο «ταπεινές» έως τις πιο «ευγενείς». Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς;  


Το γεγονός ότι ακόμη συζητάμε αν θα υπάρχει δυνατότητα να αγοράσει ένας πολίτης βιταμίνες σε κάποιο κατάστημα που δεν θα είναι φαρμακείο; 


Ότι δεν μπορεί ο κάθε εργαζόμενος που είναι εγγεγραμμένος στο ΙΚΑ να διεκδικήσει ελεύθερα ακόμη και ένα μεροκάματο ως φορτοεκφορτωτής στην Λαχαναγορά; ¨


Ότι οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ επιτέλους έλαβαν το επίδομα «τροφείων» που τόσο πολύ είχαν ανάγκη στις δύσκολες ημέρες που ζούμε; 


Ότι υπάρχουν υποθέσεις έναντι του Δημοσίου τις οποίες ένας πολίτης δεν μπορεί να διεκπεραιώσει χωρίς να καταβάλει εισφορά σε διάφορα συνταξιοδοτικά ταμεία επαγγελμάτων, την συνδρομή των οποίων ούτε χρειάσθηκε καθόλου, ούτε και είδε πουθενά κανέναν εκπρόσωπό τους; 


Ότι επιβιώνουν, έστω και δια του κόλπου της «συγχωνεύσεως» (δηλαδή του διοικητικού αντιστοίχου του «στρίβειν δια του αρραβώνος»), δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες δημόσιοι οργανισμοί που στην πραγματικότητα δεν είχαν εξ αρχής κανέναν λόγο να ιδρυθούν, δεν λειτούργησαν ποτέ (με την έννοια της παραγωγής έργου), και οι άεργοι, αλλά καλοπληρωμένοι, «εργαζόμενοί» τους, γνώριζαν εξ αρχής ότι προσλαμβάνονται ρουσφετολογικά, εν κρυπτώ και παραβύστω, σε μία θέση που δεν είχε κανένα ουσιαστικό αντικείμενο; 


Ότι υπάρχουν συνταξιούχοι «ευγενών» ταμείων που απολαμβάνουν ακόμη παχυλότατες συντάξεις για τις οποίες δεν κατέβαλαν ποτέ καμμία πραγματική ασφαλιστική εισφορά; 


Ότι, οι περισσότεροι από αυτούς, έλαβαν αυτές τις σπουδαίες συντάξεις σε εξαιρετικά τρυφερή ηλικία, για να έχουν όλη την ζωή μπροστά τους και να μπορούν να την χαρούν; 


Ότι, ακόμη και σήμερα, οι προμήθειες του Δημοσίου δεν γίνονται με διαφανή τρόπο μέσω δημόσιας ηλεκτρονικής προκήρυξης και πρόσκλησης προς όλους τους ενδιαφερόμενους, και αυτό για να μην κακοκαρδίζονται οι, με την αξία τους βεβαίως, «καθιερωμένοι» προμηθευτές; 


Ότι ενώ στο νοσοκομείο παίδων δεν υπάρχουν σεντόνια και μαξιλάρια για τα ασθενούντα παιδάκια, υπήρχε «διαφημιστική» δαπάνη εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, της οποίας μέρος, διεκδίκησε ατυχώς ο κληρονομικός διευθυντής του, δίνοντας έτσι μία εικόνα για το τι συμβαίνει γενικότερα; 


 Ότι - για να μην το πολυλογούμε- υπάρχει, ακόμη και σήμερα, ένα σημαντικό ποσοστό του ΑΕΠ που διατίθεται, αχρεωστήτως, για τις ανάγκες συντήρησης του πελατειακού κράτους, της κομματοκρατίας, της διαφθοράς και του παρασιτισμού;


Δυστυχώς, όμως. Όπως όλα στην ζωή αυτή, έτσι και το περίλαμπρο δημιούργημα της κομματοκρατίας έχει φθάσει πια στο τέλος του. Μετά από μία υπέροχη πορεία σχεδόν 70 χρόνων, ήρθε η στιγμή του αποχαιρετισμού. Το πελατειακό κράτος ετοιμάζεται να μας αφήσει, δυστυχώς, για πάντα, για έναν πολύ απλό και εξαιρετικά πεζό λόγο: διότι δεν απομένει πλέον καμμία πηγή χρηματοδότησης που να μπορεί να το συντηρήσει στην ζωή με τον τρόπο που αυτό συνέβαινε έως τώρα.  


Δεν είναι, δηλαδή, ότι δεν θέλουμε άλλο, είναι ότι δεν μπορούμε. Διότι, όπως και η αριστοκρατία του 18ου αιώνα, έτσι και το πελατειακό κράτος χρειάζεται πολύ χρήμα για να διατηρηθεί και να αναπαραχθεί. Τα μέλη του είτε δεν εργάζονται καθόλου και απλά απολαμβάνουν, είτε κάνουν μία πεντάρα δουλειά (πάντα σε κλάδους που είναι προσεκτικά προστατευμένοι από τον εγχώριο και τον διεθνή ανταγωνισμό), και αμείβονται στο παλλαπλάσιο.


Στην πρώτη περίοδο (1949-1974), η χρηματοδότησή του προερχόταν κυρίως από την ανηλεή συμπίεση των εισοδημάτων όλων εκείνων των πληβείων που βρίσκονταν έξω από την σκέπη του, δευτερευόντως δε από διάφορα έκτακτα «τυχερά», (σχέδιο Μάρσαλ κλπ). 


Στην δεύτερη, «σοσιαλιστική», περίοδο (1974-2015), που το πελατειακό κράτος γιγαντώθηκε σε μέγεθος, και η συντήρησή του δεν ήταν πλέον δυνατή μόνο με την απομύζηση πλεονάσματος από το εσωτερικό, βρέθηκαν άλλες πηγές χρηματοδότησης, δηλαδή ο εξωτερικός δανεισμός (ιδιαίτερα δαψιλής στην εποχή του ευρώ), συμπληρωμένος, όπως πάντα, με τα γνωστά «τυχερά» (ΜΟΠ, ΕΣΠΑ κλπ). Πλην όμως κάποτε έφτασε το τέλος και αυτής της περιόδου, διότι τα δανεικά με σκοπό την κατανάλωση, όπως είναι γνωστό, μοιραία εξαντλούνται και επέρχεται η αναπόφευκτη εθνική χρεοκοπία.  


Δεδομένου δε πως δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμη επαρκείς ποσότητες «υδατανθράκων» στο Αιγαίο, πως ο ιδιωτικός τομέας με την αφαίμαξη που έχει υποστεί έχει ήδη εκπνεύσει και πως οι ξένοι τοκογλύφοι δεν προτίθενται να παράσχουν επιπλέον δανεικά για τον συγκεκριμένο σκοπό, διότι είναι προφανές πως θα είναι και αγύριστα, το πικρό τέλος είναι επί θύραις. Αλλοίμονο, ελλείψει ρευστότητας και λόγω της αδυναμιας ημών των κοινών θνητών να πληρώνουμε τους φόρους για να καλύπτει τα χρέη του, ο μαχαραγιάς πνέει τα λοίσθια!


Εφ’ όσον λοιπόν ο μαχαραγιάς εκδημεί θα πρέπει, σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα, να εκδημήσουμε μαζί του και εμείς, οι πληβείοι της χώρας αυτής, που τόσα χρόνια υπηρετήσαμε πιστά τον αφέντη μας, χωρίς ποτέ να υποκύψουμε στις απαπηλές σειρήνες του «φιλελευθερισμού» και του «εκσυγχρονισμού», χωρίς ποτέ να στραφούμε εναντίον του, και που πάντα τον στηρίξαμε με τις πράξεις μας, τις διεκδικήσεις μας και τις πολιτικές μας επιλογές. Θα ήταν μεγάλη απρέπεια και τρομερή ιεροσυλία να τον αφήσουμε μόνο του στο μακρινό ταξίδι στην λήθη και στην λησμονιά. 


Η θέση όλων μας είναι εκεί, μαζί του, στην πυρά του αποχωρισμού. 


Τις διαδικασίες της τελετής έχει βεβαίως αναλάβει η αρμόδια πολιτική ηγεσία, η οποία άλλωστε εξελέγη με αυτόν ακριβώς τον σκοπό.


Οι ξένοι δανειστές, βεβαίως, οι οποίοι είναι προφανές ότι δεν γνωρίζουν τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμά μας, επιμένουν να ζητούν παράλογα πράγματα


Όπως δηλαδή να καταργήσουμε τα προνόμια του πελατειακού κράτους και να μετασχηματισθούμε σε μία κανονική κοινωνία της μετα-νεωτερικής, ή έστω της ύστερης νεωτερικής εποχής. 


Να «ανοίξουμε» το ασφαλιστικό, γιατί –λέει- δεν είναι βιώσιμο! 


Να εξορθολογίσουμε τις αμοιβές στο Δημόσιο ώστε ίση εργασία, με ίσα προσόντα να έχει ίση αμοιβή! Και να μην είναι πιό υψηλή από τον ιδιωτικό τομέα γιατί αυτό είναι –λέει- και άδικο και αντιαναπυξιακό! Να ανοίξουμε τα «κλειστά επαγγέλματα»! 


Να ελέγξουμε την διαφθορά και την διαπλοκή! Και γενικά, να μειώσουμε τα έξοδα και τις δαπάνες μας, φέρνοντάς τες στο επίπεδο των εισοδημάτων που μπορούμε να δημιουργήσουμε με την εργασία μας, όπως περίπου συμβαίνει σε όλες τις κανονικές χώρες του κόσμου, ώστε η ελληνική οικονομία να ισορροπήσει, να καταστούμε αξιόπιστοι δανειολήπτες και η χώρα να προχωρήσει σταδιακά στην υγιή ανάπτυξη!


Όπως είναι προφανές, οι τοκογλύφοι δανειστές ζητούν με εκβιαστικό τρόπο τρελά πράγματα, ξένα προς τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμά μας. Και βεβαίως όλα αυτά τα απαράδεκτα και αδιανόητα αποτελούν ευθεία προσβολή για την αξιοπρέπειά μας. Εμείς, δεν θα δεχόμασταν ποτέ να πάρουμε παρόμοια «υφεσιακά» μέτρα. Δεν θα δεχόμασταν ποτέ παρόμοιους ταπεινωτικούς συμβιβασμούς. Η «ύφεση» δεν θα γίνει ποτέ αποδεκτή ως πολιτική επιλογή και, συνεπώς, ως πράξη αντίστασης, είναι καλύτερα να κάνουμε την περήφανη πατρίδα μας, απ’ άκρου εις άκρον, ένα νέο, ένδοξο, Κούγκι. Ο μαχαραγιάς του πελατειακού κράτους έζησε πολύ ένδοξα, για να δεχθεί να πεθάνει με τόσο άδοξο και πεζό τρόπο. Γι’ αυτό και μεις, οι πιστοί του υπήκοοι, οι απλοί πολίτες, είμαστε έτοιμοι για την συνάντηση με το πεπρωμένο μας. Ακολουθώντας τα πατροπαράδοτα ήθη και έθιμα, ξέρουμε μόνο μία οδό: 


Την οδό της υπερηφάνειας και της σύγκρουσης. Αντί να ντροπιασθούμε και να προσπαθήσουμε να γίνουμε μία πεζή, κανονική, ορθολογική κοινωνία ισοσκελισμένων ή πλεονασματικών προϋπολογισμών, θα προτιμήσουμε τον έντιμο και δοξασμένο δρόμο που οδηγεί στην πλήρη ρήξη με τους πιστωτές και τους τοκογλύφους


Επάνω στην πυρά εκείνη που θα καψουμε τον ένδοξο μαχαραγιά μας, δηλαδή το πελατειακό κράτος, το οποίο δεν υπάρχει περίπτωση να αποχωριστούμε ούτε νεκρό γιατί για το χατήρι του ζήσαμε όλη μας την ζωή, επάνω λοιπόν στην πυρά αυτή θ’ ανέβουμε κι εμείς, όλοι οι Έλληνες, με επικεφαλής την απροσκύνητη πολιτική μας ηγεσία, και σαν την νέα Αούντα της παγκόσμιας ιστορίας, θα γίνουμε όλοι στάχτη, στέλνοντας μήνυμα στα πέρατα του κόσμου πως σ’ αυτή εδώ την γωνιά της γής δεν περνούν ούτε η λιτότητα των πρωτογενών πλεονασμάτων, ούτε τα «υφεσιακά μέτρα» της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος για τις επικουρικές συντάξεις των συμβολαιογράφων. 


Ταμένοι στο πελατειακό κράτος θα φωτοδοτήσουμε την οικουμένη δείχνοντας τι σημαίνει πόλεμος μέχρις εσχάτων καθώς και ότι αξίζει να πεθαίνεις για ένα πραγματικά υψηλό, πανανθρώπινο ιδανικό όπως το να μην αυξηθεί ο ΦΠΑ στην Μύκονο. 


Με την θυσία μας θά κάνουμε την χρεοκοπία και την καταστροφή της χώρας γεγονός χαρμόσυνο και αναστάσιμο, μήνυμα νίκης και παράδειγμα για τους λαούς που αγωνίζονται εναντίον της κατάργησης των επιδομάτων αγαμίας και πλυσίματος των χεριών στις ΔΕΚΟ όλου του κόσμου.


Οι παρανοϊκοί τοκογλύφοι δανειστές, για παράδειγμα, επιμένουν να μας λένε ότι το 17,5% του ΑΕΠ που διαθέτουμε για συντάξεις όχι μόνο είναι πολύ υψηλό για τα διεθνή δεδομένα, (όταν στην γηράσκουσα Γερμανία είναι 12%), αλλά και ότι σε συνδυασμό με την δημογραφική δομή της χώρας, το χαμηλότατο για την πραγματικότητα των δυτικών κοινωνιών ποσοστό των οικονομικά ενεργών πολιτών στο σύνολο του πληθυσμού, και την διάρθρωση αλλά και την κατάσταση της οικονομίας, το ασφαλιστικό δεν είναι βιώσιμο, ούτε βραχυπρόθεσμα. Και εισηγούνται, οι παρανοϊκοί τοκογλύφοι δανειστές, «εξορθολογισμό» του συστήματος, δηλαδή μείωση των συντάξεων σε επίπεδο ανάλογο των δυνατοτήτων της οικονομίας! Νομίζοντας δε ότι έτσι θα μας χρυσώσουν το χάπι, μας λένε ότι δεν χρειάζεται να μειώσουμε τις συντάξεις των 600 ευρώ αλλά ότι αρκεί να μειωθούν οι υπερβολικά ύψηλές συντάξεις που παίρνει κάποιος που δεν ήταν και Πρόεδρος του Αρείου Πάγου αλλά οδηγός σε ΔΕΚΟ (με καλές κομματικές περγαμηνές όμως), καθώς επίσης και οι «μαϊμουδένιες» επικουρικές.  


Μόνο που, φυσικά, όλα αυτά εμείς τα ακούμε βερεσέ. Διότι εκείνο που αγνοούν οι τοκογλύφοι είναι ότι:

Ολα όσα ζητούν να «εξορθολογίσουμε» είναι προϊόντα «αγώνων» και «μαζικών διεκδικήσεων» πολλών δεκαετιών καθώς και ότι, από το 1974 τουλάχιστον και μετά, οι «αγώνες» ως επί το πλείστον αυτό το νόημα είχαν.  Κάθε σοβαρό κόμμα που διεκδικούσε την εξουσία, ή εξέφραζε την «ριζοσπαστική» αντίθεση στο σύστημα, όφειλε να έχει έναν σκληρό κομματικό πυρήνα ο οποίος, ως επί το πλείστον, στελεχωνόταν από τους συνδικαλιστές στις ΔΕΚΟ, στο Δημόσιο, στις τράπεζες, στα «ευγενή» επαγγελματικά σωματεία. Και αυτοί, με «κινητοποιήσεις» και «αγώνες», διεκδικούσαν και κέρδιζαν συνεχώς, χτίζοντας λιθαράκι-λιθαράκι την νέα Ελλάδα, την Ελλάδα της ευημερίας.  


Αυτή λοιπόν την κοινωνία, προϊόν αταλάντευτης πάλης, οικοδομημένη επάνω στην υπόρρητη αρχή –όσον αφορά το δημόσιο χρήμα- πως «αν δεν περίσσεψε, δεν έφτασε», αυτή την κοινωνία που την οφείλουμε στο περίλαμπρο πελατειακό κράτος, έρχεται σήμερα η συμμορία των τοκογλύφων δανειστών, με την αποκρουστική λογιστική της νοοτροπία, και μας ζητά να την κατεδαφίσουμε. 


Να πάνε δηλαδή χαμένοι τόσοι αγώνες, τόσες κινητοποιήσεις, τόσες ένδοξες νίκες του λαΪκού και του συνδικαλιστικού κινήματος! 


Ε, λοιπόν όχι! Αυτό δεν πρόκειται να γίνει ποτέ, και να το ξέρουν. Δεν πρόκειται να υπάρξει πολιτικός άνδρας στην Ελλάδα που να συναινέσει σε ένα τέτοιο ανοσιούργημα. Όλοι οι πολιτικοί άνδρες του σήμερα έχουν διαμορφώσει και χαλυβδώσει το φρόνημά τους μέσα σε συνθήκες σκληρής πάλης -«όλα τα λεφτά, όλα τα κιλά»- και κανένας τους δεν θα μπορούσε, ποτέ, να προσυπογράψει μία παρόμοια καταστροφή.  


Εάν οι τοκογλύφοι επιμείνουν, λοιπόν, δεν υπάρχει άλλη επιλογή παρά η ρήξη και η καταστροφή. Οι beautiful people της ελληνικής συνδικαλιστικής, κομματικής, πολιτικής, αλλά και «επιχειρηματικής» βεβαίως-βεβαίως, πραγματικότητας δεν πρόκειται να προδώσουν ποτέ τα ιδανικά τόσων χρόνων και να παραδοθούν αμαχητί. Καλύτερα να γίνουν όλα στάχτη.  


Εάν δεν υπάρχει άλλη χρηματοδότηση για να συνεχίσουν να ζουν ωραία και αυτό που τους ζητάνε οι τοκογλύφοι είναι κάτι τόσο ταπεινωτικό όσο το να δουλέψουν το ίδιο σκληρά με τους πληβείους του ΙΚΑ, ε τότε είναι προτιμότερο, όλοι μαζί να ανεβούμε στην πυρά που μας περιμένει. 


 Εάν το πελατειακό κράτος είναι νεκρό, ας κηδευθεί τουλάχιστον ένδοξα σαν τον Ινδό μαχαραγιά, παίρνοντας μαζί του βεβαίως και εμάς, τους υποτελείς του, (τον «λαό» του), που ποτέ δεν ανήκαμε σε αυτό αλλά πάντα το ανεχτήκαμε και το υπηρετήσαμε (ίσως με την κρυφή ελπίδα ότι κάποια μέρα θα γινόμασταν και εμείς μέλη του).


Σε αντίθεση, μάλιστα, με την Αούντα που φώναζε και οδυρόταν για το κακό που την βρήκε, εμείς θα ανεβούμε στην πυρά περιχαρείς, με αταλάντευτο φρόνημα και αγέρωχο βλέμα, με τραγούδια εθνικοπατριωτικά και επαναστατικά, με φλάμπουρα και με σημαίες, διότι θα γνωρίζουμε βαθειά μέσα μας ότι με την θυσία μας θα αποτρέψουμε οριστικά το να εφαρμοσθούν «μνημονιακά» και «υφεσιακά» μέτρα στην χώρα μας, που οι τοκογλύφοι της δάνεισαν επίβουλα τόσα αμέτρητα δισεκατομμύρια ευρώ, με τόσο χαμηλό επιτόκιο, μόνο και μόνο με σκοπό να την καταστρέψουν και να την φέρουν σε κατάσταση όπου μπορούν να της εφαρμόζουν fiscal waterboarding για να υφαρπάσουν τους αμύθητους θησαυρούς της και να κάνουν δικά τους, για ένα κομμάτι ψωμί, τον «Αστέρα Βουλιαγμένης» και τα Airbus 340 της Ολυμπιακής. Κάλλιο να καούμε όλοι μαζί για ένα ανώτερο ιδανικό, όπως είναι ο σεβασμός της μνήμης του ελληνικού πελατειακού κράτους, παρά να ζήσουμε γονατισμένοι μέσα σε απάνθρωπες συνθήκες, σαν Γερμανοί, σαν Φιλανδοί, σαν Ολλανδοί, όπου, ως επί το πλείστον βεβαίως, αμείβονται μόνο όσοι δουλεύουν, και μόνο με αυτό που αντιστοιχεί στην εργασία τους, ενώ οι «αγώνες» και τα «κεκτημένα δικαιώματα» περιφρονούνται κατάφωρα.


Άλλωστε η θυσία όλων ημών των κοινών θνητών θα είναι μονόδρομος. Στην πραγματική ζωή δεν υπάρχουν αυτόκλητοι σωτήρες όπως ο Παπαρτού και ο Φιλέας Φόγκ, για να μας αρπάξουν από την πυρά και να μας πάρουν μαζί τους στον πολιτισμένο κόσμο. Η δική μας κατάληξη θα είναι αυτή που εξ αρχής είχε δρομολογηθεί: πρώτα θα βρεθούμε στην πυρά της χρεοκοπίας και της οικονομικής κατάρρευσης ώστε να μην περάσουν τα «υφεσιακά μέτρα» αλλά και για να τιμωρηθούν σκληρά οι ξένοι τοκογλύφοι που σκέφτηκαν να ζημιώσουν τους αφεντάδες μας


Μετά οι στάχτες μας και τα αποκαϊδια μας θα τοποθετηθούν στον τάφο του Ινδού μαχαραγιά. Δηλαδή η χώρα, ως failed state, θα ενταχθεί αριστίνδην στον αφροασιατικό γεωπολιτικό χώρο μαζί με το Ιράκ, το Σουδάν και την Συρία, και ίσως μάλιστα γίνει ο μεθοριακός σταθμός από τον οποίον οι τζιχαντιστές, που τόσο αγαπήσαμε, θα εφορμούν έναντίον των καταραμένων τοκογλύφων δανειστών.  


Γιατί ο αείμνηστος μαχαραγιάς μας, δηλαδή το πελατειακο μας κράτος, αξίζει κάθε θυσία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: