ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Τα υπέρ και τα κατά της υποτίμησης του ευρώ
Του Λεωνιδα Στεργιου
Κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Η κακή πλευρά του ευρώ αντανακλά την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη. Η καλή σχετίζεται με την υποχώρηση της ισοτιμίας του, βοηθώντας με τον τρόπο αυτό στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους.
Η ισοτιμία του ευρώ έναντι των κυριότερων νομισμάτων έχει υποχωρήσει την τελευταία διετία κατά 12% και το τελευταίο εξάμηνο κατά 10%, λόγω της αβεβαιότητας που πλήττει την Ευρωζώνη. Η υποτίμηση του κοινού νομίσματος κάνει τα μέτρα λιτότητας πιο αποτελεσματικά, αμβλύνει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. και βελτιώνει το έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου. Επίσης, εμμέσως προκαλεί ένα είδος λίφτινγκ του χρέους.
Ομως, η υποτίμηση του νομίσματος έχει και αρνητικές επιπτώσεις. Κατ’ αρχάς, προκαλεί πληθωριστικές πιέσεις, ροκανίζοντας με τον τρόπο αυτό τα εισοδήματα και, κατά συνέπεια, τον ρυθμό ανάπτυξης, ο οποίος την περίοδο αυτή είναι ασθενικός στην Ευρωζώνη. Παράλληλα, ο πληθωρισμός αποτελεί πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και αποθαρρυντικό παράγοντα για μελλοντική μείωση των επιτοκίων. Ετσι, λειτουργεί ως τροχοπέδη στη μείωση του κόστους χρήματος, με αρνητικές επιπτώσεις στη ρευστότητα του λαβωμένου τραπεζικού συστήματος και στην ήδη ανύπαρκτη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Αν και οι οικονομολόγοι διαφωνούν για τη σωστή αναλογία στη συνταγή «πληθωρισμός - υποτίμηση - μέτρα λιτότητας», καθοριστικός παράγοντας για τις όποιες επιπτώσεις είναι η διάρκεια και το μέγεθος της πτώσης του ευρώ. Η διαφορά επιτοκίων μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ προοιωνίζεται ανατίμηση του ευρώ, αλλά η αβεβαιότητα λόγω κρίσης στην Ευρωζώνη συνηγορεί σε περαιτέρω πτώση. Τον δρόμο προς την υποτίμηση άνοιξαν οι μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ, αλλά και οι δηλώσεις ανησυχίας του νέου προέδρου της, Μάριο Ντράγκι, για την κρίση.
Επιπτώσεις που έχει η υποχώρηση του ευρώ στην Ευρωζώνη, αλλά και στην τσέπη των Ελλήνων φορολογουμένων.
1. Πόση θα πρέπει να είναι η υποχώρηση του ευρώ και πόσο πρέπει να διαρκέσει, για να υπάρξουν πρακτικές επιπτώσεις στις οικονομίες της Ευρωζώνης;
Μελέτες της ΕΚΤ και εξαγωγικών οργανισμών εκτιμούν ότι η ισοτιμία του ευρώ έναντι των βασικότερων νομισμάτων (σύμφωνα με το εξωτερικό εμπόριο της Ευρωζώνης) θα πρέπει να υποχωρήσει 20% τουλάχιστον για διάστημα ενός έως δύο ετών προκειμένου να υπάρξουν ευεργετικές επιπτώσεις σε χώρες με ελλειμματικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Το ποσοστό αυτό σημαίνει ότι το ευρώ θα πρέπει να υποχωρήσει περίπου στα 1,18 δολάρια το επόμενο διάστημα και να παραμείνει εκεί για αρκετούς μήνες.
2. Πώς βοηθάει το «μαλακό» ευρώ τα κράτη με ελλείμματα;
Η υποχώρηση της ισοτιμίας ενισχύει τις εξαγωγές προς χώρες εκτός ευρώ, διότι τις κάνει πιο φθηνές. Ταυτόχρονα, γίνονται πιο ακριβές οι εισαγωγές από χώρες εκτός ευρώ. Με άλλα λόγια, το κράτος που έχει νόμισμα το ευρώ, γίνεται πιο ανταγωνιστικό. Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας αντανακλάται στο έλλειμμα του εξωτερικού ισοζυγίου και στην ενίσχυση του πληθωρισμού, ενώ αποτελεί μια από τις βασικότερες αιτίες δημιουργίας ελλειμματικών προϋπολογισμών και, κατά συνέπεια, αύξησης του δημόσιου χρέους.
3. Η υποτίμηση του ευρώ αντικαθιστά τα μέτρα λιτότητας;
Οχι ακριβώς, αλλά λειτουργεί υποβοηθητικά. Σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών του Harvard, Martin Feldstein, η δημοσιονομική εξυγίανση μπορεί να επιτευχθεί με ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας με τους εξής τρόπους:
Πρώτον, με μείωση της αγοραστικής δύναμης, δηλαδή με μέτρα λιτότητας που θα έχουν βασικό στόχο την εσωτερική υποτίμηση. Η μέθοδος αυτή έχει αρνητική επίπτωση στην ανάπτυξη για πολλά χρόνια και μπορεί να δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο ύφεσης - ελλειμμάτων - χρέους.
Δεύτερον, με μείωση των καταναλωτικών δαπανών και αύξηση των επενδύσεων. Και αυτή η λύση μπορεί να προκαλέσει –τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα– ύφεση.
Με την υποτίμηση του ευρώ, τα ευρωπαϊκά προϊόντα γίνονται πιο ανταγωνιστικά, χωρίς να γίνουν μειώσεις μισθών. Επίσης, τα εισαγόμενα προϊόντα από τρίτες χώρες γίνονται πιο ακριβά, επηρεάζοντας αρνητικά τις καταναλωτικές δαπάνες. Επιπλέον, το φθηνότερο ευρώ προσελκύει επενδυτικά κεφάλαια από τρίτες χώρες (π.χ. ΗΠΑ). Επομένως, η υποτίμηση του ευρώ έχει τις ευεργετικές συνέπειες των μέτρων λιτότητας, χωρίς ταυτόχρονα να επιβαρύνεται ο ρυθμός ανάπτυξης. Διότι ενισχύονται οι εξαγωγές και οι εισροές επενδύσεων, χωρίς να απαιτούνται αιματηρές περικοπές εισοδημάτων και καταναλωτικών δαπανών.
4. Γιατί δεν αφήνει η ΕΚΤ να πέσει το ευρώ και να λυθούν τα προβλήματα;
Κατ’ αρχάς, η ΕΚΤ δεν παρεμβαίνει άμεσα στη διαμόρφωση της ισοτιμίας του ευρώ. Εμμεσα έδωσε σήμα για πτώση της ισοτιμίας, όταν αποφάσισε μείωση των επιτοκίων. Ομως, από μόνο του, το αδύναμο ευρώ δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δημοσιονομική εξυγίανση, για τον εξής απλό λόγο: η υποτίμηση βοηθά στην ανταγωνιστικότητα αμβλύνοντας το «σύμπτωμα» και όχι αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα, που είναι η χαμηλή παραγωγικότητα. Με άλλα λόγια, ένα υποτιμημένο νόμισμα απλώς δίνει χρόνο σε ένα κράτος να αυξήσει την παραγωγικότητά του, ώστε να γίνει ανταγωνιστικό και να διατηρεί υγιή δημοσιονομικά μεγέθη. Η υποτίμηση του ευρώ δεν είναι πανάκεια, καθώς το ίδιο ευεργετικά θα λειτουργήσει, π.χ., για τη Γερμανία, η οποία εμφανίζει υψηλότερη παραγωγικότητα από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Επομένως, αν δεν γίνει και προσπάθεια αύξησης παραγωγικότητας και ενίσχυσης ανταγωνιστικότητας από την ίδια τη χώρα, τότε οι δημοσιονομικές ανισορροπίες εντός Ευρωζώνης θα μεγαλώνουν, προκαλώντας κρίσεις.
5. Αυτά λέει η θεωρία. Στην πράξη, τι γίνεται;
Η πράξη επιβεβαιώνει τη θεωρία. Οταν εισήχθη το ευρώ, πριν από περίπου 10 χρόνια, όλα τα κράτη-μέλη που συμμετείχαν είχαν επιτύχει τη λεγόμενη δημοσιονομική σύγκλιση. Ομως, δεν προχώρησαν όλα τα μέλη στην πραγματική σύγκλιση με τον ίδιο ρυθμό. Η Γερμανία ήταν συνεπής, με αποτέλεσμα να αυξήσει την παραγωγικότητα κατά 30% περισσότερο από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, όπως η Ισπανία και η Ιταλία. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργήσει η Γερμανία πλεονάσματα και οι υπόλοιπες χώρες ελλείμματα. Αυτές που έμειναν πιο πίσω σε όρους παραγωγικότητας, δημιούργησαν τα μεγαλύτερα ελλείμματα και στη συνέχεια τα υψηλότερα χρέη. Και όσο η Γερμανία δημιουργούσε πλεονάσματα, τόσο μεγαλύτερα ελλείμματα εμφάνιζαν οι αδύναμοι κρίκοι του Νότου (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία).
6. Ποιο είναι το όφελος για την ελληνική οικονομία από την υποτίμηση του ευρώ;
Η υποχώρηση του ευρώ κατά 10% το τελευταίο εξάμηνο ενισχύει την αποτελεσματικότητα των μέτρων λιτότητας που έχουν ως στόχο την «εσωτερική υποτίμηση», δηλαδή την αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Αν το επίπεδο αυτό της ισοτιμίας διατηρηθεί για μερικούς ακόμα μήνες, τότε προκαλεί ένα «δημοσιονομικό μαξιλάρι» ύψους 1 δισ. ευρώ. Ομως, το μεγαλύτερο μέρος της επίπτωσης αυτής θα φανεί σε ένα έτος. Αμεσα, οι επιπτώσεις περιορίζονται κυρίως στις επενδύσεις και στον τουρισμό.
7. Πώς προκύπτει ο υπολογισμός αυτός;
Η εκτίμηση αυτή στηρίζεται σε υπολογισμούς των καθηγητών Οικονομικών Ρ. Καμπαρέλο (ΜΙΤ) και Φ. Τζιαβάζι (Bocconi University), οι οποίοι ανέλυσαν τη δομή των ελληνικών εξαγωγών και του ελληνικού ισοζυγίου. Διαπίστωσαν ότι το 56% των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνεται προς τρίτες χώρες (εκτός Ευρωζώνης) με κύριους πελάτες τις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Επιπλέον, το 70% των ελληνικών εξαγωγών αφορά τον τουρισμό. Οι καθηγητές διαπίστωσαν ότι μία υποτίμηση του ευρώ κατά 30% αυξάνει θεαματικά τις εξαγωγές και μειώνει σημαντικά το έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου προκαλώντας αύξηση του ΑΕΠ. Επιπλέον, η Morgan Stanley έχει υπολογίσει ότι η υποτίμηση της σταθμισμένης ισοτιμίας του ευρώ κατά 10% προκαλεί ενίσχυση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) της Ευρωζώνης κατά 0,2 έως 0,3 ποσοστιαίες μονάδες, το επόμενο έτος της υποτίμησης. Εάν αυτό ισχύει και στην περίπτωση της Ελλάδας, τότε η υποτίμηση του ευρώ κατά 15% ενισχύει το ελληνικό ΑΕΠ κατά 980 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, επιβεβαιώνεται περίπου το ποσό του 1 δισ., σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των καθηγητών Καμπαρέλο και Τζιαβάζι.
8. Η υποχώρηση του ευρώ προκαλεί πληθωρισμό. Ποια η επίπτωση στα εισοδήματα;
Ναι και όχι. Ο πληθωρισμός ροκανίζει τα εισοδήματα, αλλά ταυτόχρονα κάνει πιο αποτελεσματική και πιο ήπια τη δημοσιονομική προσαρμογή. Επίσης, μπορεί υπό κάποιες προϋποθέσεις να περιορίσει τη δημοσιονομική πίεση. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η υποχώρηση του ευρώ κάνει τα εισαγόμενα προϊόντα και υπηρεσίες από τρίτες χώρες πιο ακριβά. Αρα, ενισχύεται ο λεγόμενος εισαγόμενος πληθωρισμός (π.χ. ακριβαίνουν τα καύσιμα). Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η ανατίμηση του ευρώ κατά 10% ενισχύει τον πληθωρισμό κατά 0,7 της μονάδας, ένα χρόνο μετά την ανατίμηση. Αυτό πρακτικά σημαίνει για την Ελλάδα ότι οι καταναλωτές επιβαρύνονται με περίπου 1.700 ευρώ τον χρόνο από το κόστος ζωής. Η άνοδος των τιμών από εισαγόμενα προϊόντα εκτός Ευρωζώνης μπορεί να προκαλέσει περαιτέρω μείωση της ζήτησης. Η επίπτωση αυτή είναι σημαντική για την Ελλάδα, καθώς πάνω από το 70% του ελληνικού ΑΕΠ στηρίζεται στην κατανάλωση. Αυτό πρακτικά σημαίνει μεγαλύτερη συρρίκνωση της οικονομίας, δηλαδή βαθύτερη ύφεση και υψηλότερος πληθωρισμός. Με άλλα λόγια, μεγαλύτερη εσωτερική υποτίμηση, που διευκολύνει τη δημοσιονομική προσαρμογή.
9. Ποια είναι η δημοσιονομική επίπτωση του πληθωρισμού;
Αν μία χώρα πρέπει να προχωρήσει σε μείωση μισθών κατά 10% και ο πληθωρισμός είναι 2%, τότε θα πρέπει να «κόψει» τις αποδοχές κατά 8%. Αν ο πληθωρισμός είναι 10%, αρκεί να μην προχωρήσει σε καμία αύξηση μισθών. Το «πάγωμα» των μισθών είναι πιο εύκολο και προκαλεί μικρότερες αρνητικές επιπτώσεις στην αγορά και την ανάπτυξη από ό,τι η μείωση μισθών. Αυτό έχει επισημανθεί και από μελέτη του ΔΝΤ. Μία άλλη έμμεση συνέπεια του πληθωρισμού είναι ότι «φουσκώνει» το ονομαστικό ΑΕΠ, με αποτέλεσμα να ενισχύονται τα έσοδα, εφόσον δεν μειωθεί η κατανάλωση. Οι φόροι, όπως ο ΦΠΑ, εφαρμόζονται στις ονομαστικές τιμές και όχι στις αποπληθωρισμένες. Επειδή αυξάνονται οι τιμές, μπορεί να αυξηθεί ο τζίρος της οικονομίας και να ενισχυθεί το ονομαστικό ΑΕΠ. Η αύξηση αυτή μπορεί να βελτιώσει λογιστικά την εικόνα του χρέους προς ΑΕΠ. Αυτό υπό κάποιες προϋποθέσεις μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του κόστους δανεισμού. Ωστόσο, ο πληθωρισμός ενέχει πολλούς κινδύνους. Κατ’ αρχήν διευρύνει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, επιδεινώνοντας την αιτία που προκάλεσε την κρίση. Επιπλέον, ο πληθωρισμός μπορεί να οδηγήσει την ΕΚΤ σε αύξηση επιτοκίων, προκαλώντας αύξηση του κόστους δανεισμού για τα κράτη, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΝΑΠΤΥΞΗ,
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ,
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,
ΧΡΗΜΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου