Του ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΚΑΣΙΜΑΤΗ
Είναι έκφραση ενός μουσικού πατριωτισμού (δανείζομαι τον εύστοχο όρο του Μιχάλη Μητσού) οι ποσοστώσεις υπέρ των ελληνικών τραγουδιών που προωθεί το υπουργείο Πολιτισμού. Προφανώς.
Επίσης όμως είναι μια ακόμη μορφή έμμεσης επιχορήγησης του ελληνικού τραγουδιού, που έρχεται να προστεθεί στις ήδη υπάρχουσες. Εχουμε, λ.χ., τα talent shows της τηλεόρασης, στα οποία απασχολούνται επαγγελματίες τραγουδιστές ως κριτές, επίσης τα πανηγύρια που οργανώνουν κατά παράδοση οι οργανισμοί της τοπικής αυτοδιοίκησης και αποτελούν την πολιτιστική προσφορά του θεσμού στο μέγα πανελλήνιον. Σύντομα θα έχουμε και υποχρεωτική ακρόαση ελληνικών τραγουδιών…
Δεν είναι συμπτωματικό ότι η παράδοση των δημοτικών μουσικοπανηγύρεων δημιουργήθηκε επί ΠΑΣΟΚ, τη δεκαετία του 1980.
Λογικής ΠΑΣΟΚ είναι και η εφαρμογή υποχρεωτικών ποσοστώσεων στις δημόσιες μεταδόσεις. Και όχι άμοιρη ψηφοθηρικής ιδιοτέλειας για την κυβέρνηση: στο κάτω κάτω, γιατί να αφήσουν τους καλλιτέχνες ως αποκλειστική εκλογική πελατεία για την Αριστερά;
Ας μην ξεχνάμε ότι είναι και μπόλικοι, λόγω της κρατικής προστασίας τόσα χρόνια.
Από το ΠΑΣΟΚ, άλλωστε, προέρχεται η υπουργός Λίνα Μενδώνη; Και, μεταξύ μας, εκεί στο ΠΑΣΟΚ παραμένει η κυρία Μενδώνη, διότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι μια κεντροδεξιά εκδοχή του ΠΑΣΟΚ, παρά τα επιμέρους φιλελεύθερα μέτρα της. Αυτό ακριβώς όμως είναι ο λόγος της επιτυχίας της: ότι εκσυγχρόνισε τη συνταγή και τη λογική ΠΑΣΟΚ. Αυτό επιβραβεύει ο κόσμος στις δημοσκοπήσεις, αν αναρωτιέστε πώς διατηρεί τόσο ψηλά τα ποσοστά της στις δημοσκοπήσεις.
Αυτό είναι, επίσης, που αδυνατεί να καταλάβει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος συγχέει τον εκσυγχρονισμό με την αναπαλαίωση.
Συνέπεια της αδυναμίας του αυτής είναι ότι στην τελευταία δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ύστερα από μήνες κατάφερε να φτάσει το ΠΑΣΟΚ, το οποίο μέχρι χθες πανηγύριζε ότι είναι «αξιωματική αντιπολίτευση στις δημοσκοπήσεις».
Λογικό είναι, νομίζω, διότι ο Κασσελάκης κάπως προσπαθεί να κινήσει τα πράγματα στο κόμμα του – το διαλύει βεβαίως, όμως κάτι διαφορετικό πάει να κάνει.
Ο κραταιός πρόεδρος Νικόλας, αντιθέτως, προσπαθεί να πετύχει μια ακινησία με υλικά του 1980. Το έδειξε η θέση του κόμματος στα ζητήματα των ιδιωτικών πανεπιστημίων και των απογευματινών χειρουργείων.
ΣΤΕΡΝΗ ΜΟΥ ΓΝΩΣΗ
Αφού κατάλαβε τι είπε, ο κ. Βαρυσήματος (κατά κόσμον Κώστας Αρβανίτης, ευρωβουλευτής) άρχισε τώρα να τα μαζεύει.
Του πέρασε ο οίστρος, ξεθύμανε η μανία, συνειδητοποίησε πόσο σοβαρό ήταν αυτό για το οποίο μόλις την προηγουμένη περηφανευόταν («όχι οι ευρωβουλευτές, αυτός ο ευρωβουλευτής το έγραψε» φώναζε και έδειχνε τον εαυτό του) και τώρα το παίζει Δούκας.
Πώς αντέδρασε ο δήμαρχος Αθηναίων όταν ξέσπασε ο θόρυβος για τον διορισμό του μελισσοβελονιστή στον Βασιλικό Κήπο;
Οχι εγώ, παραπονιόταν ο κ. Δούκας, το δημοτικό συμβούλιο τον διόρισε.
Παρομοίως ο κ. Βαρυσήμαντος. Εκείνος έγραψε μόνο, υποστηρίζει, ότι οι έλληνες πολίτες δεν πρέπει να στερηθούν τα ευρωπαϊκά κονδύλια εξαιτίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Αλλιώς τα έλεγε, αλλά…
δεν πειράζει. Θα κατάλαβε μάλλον ότι, απευθυνόμενος σε ένα κοινό περιθωριακών μπαχαλάκηδων (γιατί μόνο αυτοί θα εκτίμησαν δεόντως την προσφορά του κ. Βαρυσήμαντου), ευρωβουλευτής δεν εκλέγεσαι…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου