"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΣΟΥΡΓΕΛΟΚΑΤΣΑΠΛΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Η χαμένη δεκαετία 2010 – 2019 και ο "εξυπνότερος" λαός του κόσμου

Toυ ΓΙΑΝΝΗ ΠΡΤΕΝΤΕΡΗ

Η έννοια της «χαμένης γενιάς» μοιάζει με σκυταλοδρομία. Αποδίδεται στη Γερτρούδη Στάιν που (υποτίθεται) την άκουσε από έναν γάλλο μηχανικό.

Τη μετέφερε στον Ερνεστ Χεμινγκγουέι λέγοντάς του «Αυτό είσαι. Αυτό είστε όλοι… Ολοι εσείς οι νέοι άνθρωποι που υπηρέτησαν στον πόλεμο. Είστε μια χαμένη γενιά».

Εκείνος την κατέγραψε στο «The Sun also Rises» (1926) και πιο αναλυτικά στο «A Moveable Feast» (δημοσιεύτηκε το 1964 μετά τον θάνατό του).

Ο πόλεμος ήταν ο Α’ Παγκόσμιος. Και η γενιά που τον έζησε βγήκε από τα χαρακώματα χωρίς προσανατολισμούς, χωρίς κατεύθυνση, χωρίς στόχους. Μια περιπλανώμενη και μπερδεμένη γενιά.
Στην Ελλάδα της δεκαετίας 2010 – 2019 δεν ξέρω αν μπορούμε να μιλήσουμε (ακόμη) για «χαμένη γενιά». Σίγουρα όμως αποχαιρετούμε μια χαμένη δεκαετία.

Είναι φυσικά μια δεκαετία βαθιάς οικονομικής κρίσης. Αλλά δεν είναι αυτό που τη χαρακτηρίζει – οικονομικές κρίσεις υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε.

Τη χαρακτηρίζει ότι η κρίση έφερε στην επιφάνεια τα χειρότερα χαρακτηριστικά και τα χαμηλότερα ένστικτα της κοινωνίας μας. Μίσος, μοχθηρότητα, μνησικακία, θράσος, μισαλλοδοξία, τοξικότητα, φανατισμός…

Τηρουμένων των αναλογιών είναι τα ίδια βάρβαρα χαρακτηριστικά που ξεπήδησαν από τα σπλάγχνα της ελληνικής κοινωνίας σε μια άλλη σοβαρή κρίση, την περίοδο 1940 – 1949.

Λες και κάθε δύσκολη στιγμή, κάθε αναποδιά, αναδεικνύει τον χειρότερο εαυτό της χώρας και των ανθρώπων της.

Θυμάμαι ακόμη μια ηλικιωμένη κυρία που κάποια στιγμή το 2012, την εποχή των Αγανακτισμένων και της Marfin, με σταμάτησε στον δρόμο και μου είπε.

– Παιδί μου, ειλικρινά δεν καταλαβαίνω το μίσος και την οργή που ξεχειλίζει από αυτούς τους ανθρώπους. Εμείς το ’40 στέλναμε τα αδέρφια μας στο μέτωπο, δεν ξέραμε αν θα τα ξαναδούμε, αλλά δεν βαρυγκομούσαμε, ούτε θυμώναμε. Τραγουδούσαμε!

Περιέργως αυτή τη δεκαετία δεν γράφτηκε στην Ελλάδα ούτε ένα καινούργιο τραγούδι της προκοπής.

Ξέρετε ποιο είναι το εντυπωσιακό; Οτι το συγκινησιακό και ψυχολογικό φορτίο της κοινωνίας είναι τελικά εκείνο που ερμήνευσε όσα έζησε η χώρα – δεν συνέβη το αντίθετο όπως θα ήταν πιο λογικό…

Και γι’ αυτό η κοινωνία βίωσε την αντιξοότητα με όρους μαζικής υστερίας και συλλογικής ψύχωσης.

Εχω δύο παραδείγματα που περιγράφουν τα όρια του παραλογισμού.

Πρώτον, τη δημοφιλή θεωρία ότι «κάποιος» ή «κάποιοι» χρεοκόπησαν τη χώρα.  

Προφανώς η θεωρία είναι ανυπόστατη ή τουλάχιστον δεν επιβεβαιώνεται από κανένα πραγματικό δεδομένο. Ποιοι «κάποιοι»;

Πρόσφατα δημοσιεύτηκε μια μελέτη για τα δημόσια οικονομικά από το 1981, δηλαδή σε βάθος 37 ετών («ΤΑ ΝΕΑ», 28/12/2019).

Την περίοδο αυτή το Δημόσιο είχε συνολικά έσοδα 1,6 τρισ. ευρώ, από τα οποία τα 471 δισ. πήγαν σε μισθούς και συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων, τα 640 δισ. σε εξυπηρέτηση δημόσιου χρέους και τα 129,9 δισ. σε λειτουργικές δαπάνες του Δημοσίου. Σύνολο: 1241,5 δισ., δηλαδή το 77,5% των εσόδων!

Η πικρή αλήθεια λοιπόν είναι ότι τη χώρα τη χρεοκόπησε το κράτος της. Ενα κράτος που νέμονταν όλοι ή σχεδόν όλοι, χωρίς πραγματικούς όρους ή περιορισμούς. Οι «κάποιοι» είναι τελικά πολλοί.

Δεύτερον, τη δοξασία ότι η ευθύνη της κρίσης δεν βαραίνει τις στρεβλώσεις της κοινωνίας, αλλά κάποιο «παλιό σύστημα». Οτι η κρίση δηλαδή δεν είναι παθογένεια, αλλά δόλος.

Δοξασία ανόητη. Διότι αν το «παλιό σύστημα» φταίει για τα στραβά, τότε θα πρέπει να πιστώνεται και όλα τα σωστά που συνέβησαν στη χώρα τουλάχιστον από το 1974. Και τα οποία, καλώς ή κακώς, είναι απείρως περισσότερα.

Παρά ταύτα η δοξασία της ευθύνης (των άλλων) λειτούργησε σαν εκ των υστέρων δικαίωση μιας προηγούμενης κριτικής. Και προώθησε στα δημόσια πράγματα μια νέα γενιά.

Ανθρωποι απροσδιόριστοι κοινωνικά, ιδεολογικά, μορφωτικά και πολιτισμικά, αλλά με ένα κοινό χαρακτηριστικό: κατά κανόνα αποδείχτηκαν τενεκέδες ξεγάνωτοι.

Υποψιάζομαι πως μάλλον πρέπει να είναι η χειρότερη φουρνιά μετά τον πόλεμο. Κι αυτό είναι εμφανές στην πολιτική, στην οικονομία, στην εκπαίδευση, στην επιστήμη, ακόμη (ή κυρίως) και στον Τύπο.

Αυτά τα δύο παραδείγματα νομίζω σκιαγραφούν τον εξωφρενικό χαρακτήρα της δεκαετίας που ζήσαμε. Αλλά εξηγούν ταυτοχρόνως γιατί το εξωφρενικό άφησε τόσο λίγα αποτυπώματα. Γιατί δηλαδή η δεκαετία πήγε κυριολεκτικά χαμένη.

Θέλω να είμαι δίκαιος. Η κρίση δεν ήταν δημιούργημα εκείνων που επωφελήθηκαν από την κρίση. Ούτε του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε των Καμμένων, ούτε της Χρυσής Αυγής, ούτε κανενός άλλου ακραίου ή ασυνείδητου στοιχείου.

Περισσότερο τους έτυχε παρά τους πέτυχε. Απλώς δυνάμεις που επί δεκαετίες είχαν βρεθεί εκτός συστημάτων εξουσίας μπόρεσαν με την ευκολία, αλλά και τη λογική του ρεσάλτου να καλύψουν το κενό που η κρίση δημιούργησε. Οι «έξω» μπούκαραν «μέσα».

Ο αντισυστημισμός κι ο λαϊκισμός τους όμως ήταν περισσότερο σημαία ευκαιρίας παρά οργανωμένη σκέψη κι εδραία πεποίθηση. Για πάρτη τους δούλεψαν, για κανέναν άλλο.
 

Γι’ αυτό τελικά οι περισσότεροι πέρασαν χωρίς να αφήσουν ίχνη. Σαν παρένθεση. Σαν μια παροδική εκτροπή από την κανονικότητα.

Και γι’ αυτό η αποδρομή τους πέρασε μέσα από την αποκατάσταση μιας κανονικότητας. Εφυγαν όχι μόνο επειδή ενόχλησαν, αλλά κι επειδή κούρασαν.

Κάποιοι από τους ηττημένους μιλούν σήμερα πικρόχολα για «παλινόρθωση του παλαιού συστήματος».

 Λάθος κι αυτό. Διότι η δημοκρατία απέδειξε ότι...


 δεν ξεχωρίζει ούτε παλιό ούτε νέο σύστημα. Εχει εκείνο που ψηφίζει κάθε φορά και για τους λόγους που το ψηφίζει, τίποτα άλλο και τίποτα περισσότερο.

Αν το συνειδητοποιήσουν θα καταφέρουν να ενσωματωθούν στη νέα κανονικότητα. Να γίνουν μέρος της κι ενδεχομένως να την εμπλουτίσουν.

Αν παραμείνουν τενεκέδες ξεγάνωτοι, τότε εκτός από μια χαμένη δεκαετία θα έχουμε και μια χαμένη γενιά. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: