"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


NoυΔοΣΟΥΡΓΕΛΟΞΕΦΤΙΛΑΡΑΔΙΚΟ: Ομελέτα με τα αβγά του γείτονα

Του ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΡΠΕΤΟΠΟΥΛΟΥ

Προσπαθώ να βάλω λίγο σε τάξη τα όσα έχουν γίνει τις τελευταίες μέρες στο ελληνικό ποδόσφαιρο για να ξεκαθαρίσω λίγο τη μεγάλη εικόνα, να ασχοληθώ δηλαδή με το δάσος κι όχι το δέντρο.  


Το δέντρο, στην προκειμένη περίπτωση, είναι η περίφημη υπόθεση του ΠΑΟΚ και της Ξάνθης. 


 Το δάσος είναι η ελληνική κυβέρνηση και ο τρόπος που αντιλαμβάνεται τις ανάγκες της χώρας. Κι όχι απλά τις ανάγκες του ποδοσφαίρου μας.

Από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησε αυτή η ιστορία υπήρξαν εντός της κυβέρνησης δύο εκ διαμέτρου διαφορετικές εκτιμήσεις.  


Η μία είναι ότι η κυβέρνηση έμπλεξε με τα πίτουρα διότι το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι ασήμαντο, διεφθαρμένο και προβληματικό κι όποιος μαζί του μπλέκει λερώνεται. 


Η άλλη εκτίμηση είναι ότι πρόκειται για πρόβλημα τόσο σημαντικό ώστε θα έπρεπε να ασχοληθεί μαζί του και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός – σε μία στιγμή μάλιστα που το πρόγραμμά του είναι εξαιρετικά φορτωμένο.  


Από όποια πλευρά και να το δει κανείς όλα όσα συνέβησαν στη συνέχεια είναι λανθασμένοι χειρισμοί και τα λάθη πολύ φοβάμαι ότι θα πληρωθούν ακόμα πιο ακριβά προσεχώς. Οσοι γνωρίζουμε τι πρωτάθλημα έχουμε, ξέρουμε ότι με μια ιστορία ανάλογη είναι πιθανό να έχουμε σύντομα κι άλλη. Και ότι η έκρηξη της βίας παραμονεύει.

Αν το ποδόσφαιρο είναι τόσο προβληματικό, και η κυβέρνηση κακώς έμπλεξε μαζί του (όπως υποστηρίζουν διάφοροι υμνητές του Κυριάκου Μητσοτάκη και όχι μόνο), η κυβέρνηση έπρεπε να βρει τρόπο να απεμπλακεί – είχε τη δυνατότητα να το κάνει ακόμα και μετά την ψήφιση της περίφημης τροπολογίας με την οποία σε συνθήκες πανικού προσπάθησε να σώσει από τον υποβιβασμό τον ΠΑΟΚ και την Ξάνθη. Η κυβέρνηση έπρεπε να έχει σαν στόχο όλη αυτή η ιστορία να ξεχαστεί αν θεωρεί ότι ο χώρος τής προκαλεί μόνο προβλήματα.  


Πώς μπορούσε να πετύχει αυτή την απεμπλοκή;  


Νομίζω πανεύκολα.Επρεπε να βγει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και με την ίδια ευκολία που μας είπε ότι για λόγους κοινωνικής συνοχής η κυβέρνηση έπρεπε να ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο, να μας πει στη συνέχεια ότι δεν έχει κανένα σκοπό να συνεχίσει να ασχολείται άλλο. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος θα μπορούσε να πει ότι το όλο θέμα είναι αρμοδιότητα της αθλητικής δικαιοσύνης και των θεσμικών ποδοσφαιρικών οργάνων κι όχι πλέον δική της. Σε αυτή την περίπτωση η κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει ό,τι έκαναν πολλές άλλες κυβερνήσεις όταν βρέθηκαν στην ίδια θέση: θα μπορούσε να επιτεθεί στα θεσμικά όργανα του ποδοσφαίρου κατηγορώντας τα για ανικανότητα και θυμίζοντας ότι τους έχει παραχωρήσει την αυτοδιοίκηση του χώρου και θα μπορούσε και να επιτεθεί στους ποδοσφαιροπαράγοντες εγκαλώντας τους για την υπερβολική τους αντίδραση και ίσως τιμωρώντας, έστω για τα μάτια του κόσμου, μερικούς που ξεπέρασαν τα όρια.

Θυμίζω ότι ένας αντιπρόεδρος του ΠΑΟΚ βγήκε στην τηλεόραση και είπε ότι έχουμε να κάνουμε με εθνικό θέμα και ότι θα γίνει εμφύλιος πόλεμος κι όλη αυτή η κινδυνολογία του υπήρξε ατιμώρητη.


Αν από την άλλη, η κυβέρνηση πίστευε σοβαρά ότι το ποδόσφαιρο έχει ανάγκη από ένα μνημόνιο, όπως ο Πρωθυπουργός μάς είπε από το βήμα της Βουλής και πάλι οι κινήσεις της θα έπρεπε να είναι διαφορετικές.


Καλά είναι τα ταξίδια του Γιώργου Γεραπετρίτη στην Ελβετία και με το καλό να δεχτούμε τους προέδρους της UEFA και της FIFA στην Αθήνα, αλλά για να κάνεις ομελέτα πρέπει να σπάσεις αβγά και όχι να ελπίζεις ότι θα τα σπάσει για σένα ο γείτονας. Το μνημόνιο που ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγγειλε δεν υπάρχει κανένας Γιούνκερ και καμιά Μέρκελ που στην ποδοσφαιρική Ευρώπη να έχει διάθεση να το συντάξει – αντιθέτως υπάρχουν πάρα πολλοί αξιωματούχοι της FIFA και της UEFA που μας έχουν βαρεθεί αφόρητα και που όταν παίρνουν τις εκθέσεις των επιτηρητών που έχουν στείλει στην Ελλάδα από το 2016 το μόνο που σκέφτονται είναι πώς θα καταφέρουν από τα δικά μας προβλήματα να απεμπλακούν.  


Θέλω να πω ότι αν ανάγκη για μνημόνιο υπάρχει, αυτό το μνημόνιο θα έπρεπε να το συντάξουμε μόνοι μας και να εξασφαλίσουμε από τους ξένους τη βοήθειά τους στην εφαρμογή του, αλλά εφαρμογή ποδοσφαιρικού μνημονίου χωρίς μία κυβέρνηση να πατήσει πόδι στην ποδοσφαιρική ομοσπονδία δεν γίνεται και η κυβέρνηση και αυτό ακόμα το φοβάται.

Αυτός ο φόβος είναι το μόνο που μένει σε όλη αυτή την ιστορία. Η κυβέρνηση φοβήθηκε μήπως υποβιβαστούν η Ξάνθη και ο ΠΑΟΚ και έκανε μία χονδροειδέστατη παρέμβαση. Στη συνέχεια φοβήθηκε να αναλάβει την ευθύνη να προσπαθήσει τουλάχιστον να βάλει τάξη στον χώρο κι έστειλε τον Γεραπετρίτη στην Ελβετία για να ψάξει να βρει πρόθυμους φιλέλληνες που θα χρεωθούν τις δικές μας αδυναμίες. Λειτουργώντας πλέον διαρκώς σε καθεστώς φόβου η κυβέρνηση επέτρεψε απερίγραπτες υπερβολές σε ποδοσφαιροπαράγοντες με τους οποίους εμφανέστατα δεν θέλει να συγκρουστεί χωρίς να καταλαβαίνει ότι αυτή η ανοχή της τους επιτρέπει να δηλητηριάζουν ολοένα και περισσότερο τον χώρο. Τέλος, από φόβο μήπως χρεωθεί η ίδια τη δυσλειτουργία της ΕΠΟ η κυβέρνηση δεν τολμάει να βάλει ούτε διοικούσα επιτροπή στην Ομοσπονδία! Αυτή είναι μία τεράστια διαφορά της με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, οι υφυπουργοί του οποίου μπορεί να μην πρόσφεραν επί της ουσίας τίποτα στο ποδόσφαιρό μας, πλην όμως δεν φοβόνταν. Σε σχέση με τους τωρινούς ο Σταύρος Κοντονής και ο Γιώργος Βασιλειάδης ήταν δύο λεοντόκαρδοι.
 

Μακάρι να βγω ψεύτης αλλά η πολιτική της κυβέρνησης στην αντιμετώπιση των προβλημάτων του ποδοσφαίρου μού μοιάζει προμήνυμα για τον τρόπο που θα κυβερνήσει στη συνέχεια. Οσο δεν υπάρχουν κοινωνικές εντάσεις, δηλαδή σοβαρά προβλήματα καθημερινότητας, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν θα έχει κανένα πρόβλημα. Αν όμως μπροστά στο πρώτο σοβαρό πρόβλημα συμπεριφερθεί όπως συμπεριφέρθηκε στην πρώτη κρίση που συνάντησε στο ποδόσφαιρο τότε εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς ότι αισιόδοξοι για την αποτελεσματικότητά της δεν μπορεί να είμαστε. Αν λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο τη ρητορεία περί μεταρρυθμιστικής πολιτικής θα τη διαδεχθεί ο φόβος του πολιτικού κόστους, αλλά κι ο φόβος μήπως δυσαρεστηθούν όψιμοι φίλοι – πράγμα χειρότερο. Αυτός ο φόβος θα γίνει γρήγορα και εύκολα αντιληπτός και σε αυτή την περίπτωση το ξήλωμα του κυβερνητικού πουλόβερ θα γίνει σε χρόνο ρεκόρ.
 

Αν φοβάσαι να κυβερνήσεις, δεν μπορείς να κυβερνήσεις. Ειδικά αν...


 δεν έχεις κι ένα μνημόνιο να εφαρμόσεις, πολύ φοβάμαι πως δεν θα κάνεις απολύτως τίποτα.  


Οχι γιατί δεν θες, αλλά γιατί δεν έχεις κάτι απαραίτητο: Το κουράγιο που η χώρα έχει ανάγκη να βλέπει ότι είναι χαρακτηριστικό του κυβερνήτη της. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: