Η πρόσφατη τροποποίηση του άρθρου 349 Κ.ΠοινΔ. με την οποία ορίσθηκε πλαφόν στον αριθμό των λόγω ανώτερης βίας αναβολών δικασίμου μπορεί, εφόσον συντρέξουν και άλλες προϋποθέσεις, να αποτελέσει πολύ θετικό βήμα για την επιτάχυνση της απονομής της ποινικής δικαιοσύνης, τον περιορισμό του αποθέματος των εκκρεμών υποθέσεων που λόγω των αλλεπαλλήλων αναβολών έχει σωρευθεί και το κυριότερο δίνεται μια ελπίδα πως το μαρτύριο των μαρτύρων από τις αναβολές μπορεί να τελειώσει σε προβλεπτά χρονικά όρια.
Είναι γεγονός πως λόγω της προηγουμένης με τον ν.4637/2019 διατύπωσης του άρθρου 349 Κ. Ποιν. Δ. και της ευρείας ερμηνείας του, που δόθηκε από τα δικαστήρια, δημιουργήθηκε η κοινή πεποίθηση, που ενισχύθηκε από την πρακτική των δικαστηρίων, ότι κάθε διάδικος δικαιούται τουλάχιστον ανά μια αναβολή δικασίμου για λόγους ανώτερης βίας του ιδίου ή του δικηγόρου του, στην οποία περιλαμβάνεται και η απασχόλησή του σε άλλο δικαστήριο και ότι δεν γίνεται καμιά επαλήθευση της βασιμότητας του προβαλλόμενου λόγου ανώτερης βίας, όπως προκύπτει από πολλά περιστατικά.
Αποτέλεσμα της πρακτικής αυτής και των προστατευτικών για την πανδημία μέτρων οι υποθέσεις μετά από αλλεπάλληλες αναβολές είτε λόγω ανώτερης βίας είτε λόγω λήξεως του ωραρίου λειτουργίας του δικαστηρίου, να εκδικάζονται στα όρια της παραγραφής των αδικημάτων με αφάνταστη ταλαιπωρία των μαρτύρων, που στο τέλος απηυδισμένοι δεν προσέρχονται να καταθέσουν, που είναι το ζητούμενο κατά παγία υπερασπιστική τακτική.
Ο περιορισμός των αναβολών της δίκης προκάλεσε την άμεση αντίδραση κάποιων εκ των "ποινικολόγων" δικηγόρων, που ομιλούν για καταπάτηση των υπερασπιστικών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου, περί μη δικαίας δίκης και προαναγγέλλουν αποχή από τα καθήκοντά τους, αν απορριφθεί το αίτημα αναβολής.
Η άποψη τους είναι τελείως ανθρωποκεντρική μόνο υπέρ του κατηγορουμένου και δεν λαμβάνουν υπόψη, ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτεί ταχεία απονομή δικαιοσύνης, που περιλαμβάνεται στην έννοια της δικαίας δίκης σύμφωνα με το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, ούτε ότι τα θύματα έχουν και αυτά δικαιώματα, τα οποία υπερασπίζονται όταν βρεθούν στην αντίθετη πλευρά, ούτε την αφάνταστη ταλαιπωρία των μαρτύρων από τις αναβολές και σε κάθε περίπτωση ότι συντελέσαν και οι ίδιοι με την υπερβολική και ανέλεγκτη επίκληση του κωλύματος δικηγόρου στη σώρευση εκκρεμών υποθέσεων. Σε κάθε περίπτωση, όταν κατά την διάρκεια της δίκης προκύψει θέμα ανώτερης βίας για τον κατηγορούμενο η δίκη διακόπτεται.
Σαφώς ο περιορισμός της αναβολής της δίκης για μόνο μια φορά για κάθε διάδικο μέρος και η απόδειξη της ασθένειας (συνήθως μη ανιχνεύσιμης που την αποκαλούν δικαστική) θα γίνεται μόνο με πιστοποιητικό δημόσιου θεραπευτηρίου θα περιορίσει σε βάθος χρόνου τον όγκο των εκκρεμών υποθέσεων, αλλά για την οριστική λύση του προβλήματος της βραδείας απονομής δικαιοσύνης πρέπει να βοηθήσουν όλοι οι παράγοντες της δίκης .
Το πιο αποτελεσματικό θα ήταν η παράταση του ωραρίου του δικαστηρίου κατά δύο ώρες (9-5), στην οποία αντιδρούν οι συνδικαλιστικές ενώσεις δικηγόρων, δικαστών και δικαστικών γραμματέων. Επειδή αυτό δεν φαίνεται εφικτό, τότε πρέπει οι δικαστές σεβόμενοι το λειτούργημά τους να αξιοποιούν πλήρως το νόμιμο ωράριο λειτουργίας, που είναι μόνο έξι ώρες και να μην διακόπτουν τη δίκη για αναψυχή για χρονικά διαστήματα πλέον του αναγκαίου ( αρθ.339 Κ. Ποιν. Δ.).
Σε πρόσφατη δίκη το Δικαστήριο διέκοψε τη συνεδρίαση στις 12.30 για αναψυχή, εφόσον δεν δήλωσε άλλο λόγο διακοπής, με επανάληψη της διαδικασίας στις 13.15, αλλά επανήλθε στις 13.45, χωρίς να προβάλλει καμιά δικαιολογία, δηλαδή δαπάνησε για αναψυχή χρόνο 75 λεπτών σε ωράριο λειτουργίας 6 ωρών δηλαδή το 1/5 του δικαστικού χρόνου, που είχε στη διάθεση του να αποδώσει δικαιοσύνη. Πόσος όμως είναι ο αναγκαίος χρόνος αναψυχής εναπόκειται στην εύφρονα κρίση του δικαστηρίου. Αλλά από το παραπάνω παράδειγμα, που δεν είναι το μοναδικό και προς αποφυγή δυσμενών εντυπώσεων ίσως πρέπει να προσδιορισθεί η διάρκειά του από το νόμο, όπως συμβαίνει στον ιδιωτικό τομέα, που με το άρθρο 56 ν.4808/2021 παρέχεται στον εργαζόμενο διάλλειμα 15-30 λεπτών, που δεν αποτελεί χρόνο εργασίας.
Το άρθρο 332 Κ. Ποιν. Δ. ορίζει τη συμπεριφορά των δικαστικών λειτουργών κατά τη δίκη, οι οποίοι πρέπει να συμπεριφέρνονται στα πρόσωπα που μετέχουν στη δίκη κατά τρόπο ευπρεπή, όχι μόνο λεκτικά, αλλά και να τηρούν το ωράριο λειτουργίας, που οι ίδιοι όρισαν και να εκφράζουν κάποια δικαιολογία για την καθυστέρησή τους, γιατί αυτοί που τους περιμένουν είναι Έλληνες πολίτες. Για την τήρηση των σχετικών διατάξεων πρέπει...
να ενεργοποιηθούν οι θεσμοί της επιθεωρήσεως των δικαστηρίων και να μην περιοριστούν μόνο στις καταγγελίες των ιδιωτών.
Ο κ. Π. Πικραμμένος, Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και πρώην Πρωθυπουργός και Πρόεδρος ΣτΕ, με άρθρο του τόνισε την ανάγκη αλλαγής νοοτροπίας των δικαστικών λειτουργών, που πρέπει να ξεκινήσει από τη Σχολή Δικαστών και με τη συμμετοχή τους σε πολυμελή δικαστικά σχήματα, για να διδαχθούν από την πείρα και το παράδειγμα των παλαιοτέρων.
Την άποψη του κ. Πικραμμένου συμμερίζομαι απόλυτα και πιστεύω, ότι χωρίς την αλλαγή της νοοτροπίας των δικαστών οποιαδήποτε νομοθετικά μέτρα, που θα ληφθούν, δεν θα αποδώσουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου