ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Γράφει ο Λέανδρος Τ. Ρακιντζής
Αρεοπαγίτης ε.τ, πρώην Γενικός Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης.
Τα προβλήματα της Δικαιοσύνης είναι
πολλά και ποικίλα, κάποια είναι εγγενή, κάποια παλιά που διαιωνίζονται
και κάποια επίκτητα λόγω της εμφανούς αναμίξεως της πολιτικής στη
λειτουργία της. Η δικαστική εξουσία είναι κατά το Σύνταγμα ανεξάρτητη
και αυτοδιοίκητη με μόνη εμπλοκή της πολιτικής εξουσίας στην επιλογή της
ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων.
Το ζήτημα αυτό απασχολεί το νομικό
και πολιτικό κόσμο επί σειρά ετών χωρίς να βρεθεί λύση, αλλά απλά
σημειώνω, ότι μετά τις τελευταίες επιλογές ενισχύεται η γνώμη αυτών που
ζητούν αλλαγή του συστήματος. Όλες οι κυβερνήσεις διακηρύσσουν ότι
σέβονται την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, αλλά επιζητούν δικαιοσύνη
φιλική προς αυτές, προσπαθώντας να το επιτύχουν με την επιλογή
συγκεκριμένων προσώπων εκ του κύκλου των εχόντων τα τυπικά προσόντα
υποψηφίων και πολλές φορές η επιλογή αυτή είναι επιτυχής.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το παρασκήνιο της
διαδικασίας επιλογής, που όσο καθυστερεί σημαίνει ότι οι υποψήφιοι
συνεχίζουν τις δέουσες παραστάσεις στα γνωστά η άγνωστα κέντρα εξουσίας
ευθέως η διά παρενθέτων προσώπων. Η τοποθέτηση της κ. Θάνου, ως
επικεφαλής του νομικού γραφείου του πρωθυπουργού που είναι καθόλα
νόμιμη, αποτελεί προσωπική της υπόθεση, που ανέλαβε εν γνώσει της το
κόστος των εναντίον της δυσμενών σχολίων και προσωπικών επιθέσεων.
Έχω όμως τις εξής παρατηρήσεις:
Με
την τοποθέτησή της η κ. Θάνου απέκτησε επίσημα αναδρομικά κομματικό
προσδιορισμό, που θα συνοδεύει τις πράξεις και αποφάσεις της. Και εάν οι
επιλογές της κυβέρνησης για την πλήρωση των κενών θέσεων ηγεσίας των
ανωτάτων δικαστηρίων έχουν τη σφραγίδα της κ. Θάνου με παράλειψη αξίων
δικαστών, τότε η νέα ηγεσία των ανωτάτων δικαστηρίων υπάρχει κίνδυνος να
αποκτήσει κομματική χροιά με αποτέλεσμα κάποιες δικαστικές αποφάσεις
τους πολιτικού ενδιαφέροντος να αμφισβητηθούν.
Σαφώς η εργασία, της κ.
Θάνου παρέχεται αμισθί, γιατί άλλως, όπως για όλους τους συνταξιούχους
του Δημοσίου, θα περιεκόπτοτο η σύνταξή της, αλλά είναι ερευνητέο, εάν η
χορήγηση αφορολογήτου επιδόματος οδοιπορικών εξόδων αγνώστου ύψους
αποτελεί μισθολογική παροχή όχι μόνο στη περίπτωση της κ.Θάνου, αλλά και
για αλλους που παρέχεται.
Άλλωστε εάν στην κ. Θάνου, σαν πρώην
πρωθυπουργό διατίθεται κρατικό αυτοκίνητο με οδηγό, τότε το επίδομα αυτό
δεν ανταποκρίνεται σε πραγματική ανάγκη.
Έπιπλέον υπάρχει περίπτωση οι
κατέχοντες ισότιμη θέση με την κ. Θάνου να διεκδικήσουν δικαστικά βάσει
της αρχής της ισότητας το ίδιο επίδομα, έστω και εάν τους διατίθεται
κρατικό αυτοκίνητο.
Τέλος η τοποθέτηση της κ. Θάνου αποτελεί πολιτική
επιλογή σε θέση απολύτου εμπιστοσύνης και κανονικά η θητεία της δεν
μπορεί να υπερβαίνει τη θητεία της κυβέρνησης που την επέλεξε.
Σαφώς οι αποφάσεις των ανωτάτων
δικαστηρίων, της ολομελείας και των τμημάτων υπό την προεδρία
αντιπροέδρου, διαμορφώνουν τη νομολογία, που αποτελεί οδηγό για τα
δικαστήρια της ουσίας. Και ως εκ τούτου οι επιλογές των αντιπροέδρων των
ανωτάτων δικαστηρίων ενέχουν πολιτική σημασία.
Πάντως το πλείστον της δικαστικής
λειτουργίας παρέχεται από τα δικαστήρια της ουσίας χωρίς πολιτική
ανάμειξη ή πολιτικό ενδιαφέρον και πρέπει οι δικαστές ουσίας να αφεθούν
απερίσπαστοι στο έργο τους, χωρίς τις συνεχείς νομοθετικές παρεμβάσεις
που δεν παρέχουν ασφάλεια δικαίου.
Η δικαιοσύνη μετά την κατάργηση το 1994
του αδικήματος της περιυβρίσεως αρχής παραμένει απροστάτευτη από τις
εναντίον της επιθέσεις και αμφισβητήσεις των αποφάσεων της, όταν μάλιστα
γίνονται υπό την κάλυψη της βουλευτικής ασυλίας.
Φαίνεται, ότι οι επιθέσεις αυτές δεν
είναι τυχαίες, στοχεύουν σε ορισμένες, άγνωστες σε μένα, σκοπιμότητες,
το πιθανότερο να καμθούν οι δυνάμεις αντιστάσεως των δικαστών για την
επίτευξη των κυβερνητικών επιδιώξεων σε κοινωνικό επίπεδο, όπου
κυβερνητικές αποφάσεις μπορεί να ακυρωθούν με δικαστικές αποφάσεις.
Το βάρος της υπερασπίσεως της
δικαιοσύνης επωμίσθηκαν μέχρι τώρα οι συνδικαλιστικές δικαστικές ενώσεις
με τη μορφή προς το παρόν ανακοινώσεων διά των ΜΜΕ και του διαδικτύου.
Ωστόσο, οι φυσικοί προστάτες της
δικαιοσύνης θα έπρεπε να είναι...
οι ολομέλειες των ανωτάτων δικαστηρίων,
που δεν έχουν συγκληθεί ακόμη, οι οποίες με τις γνωμοδοτήσεις τους
μπορούν να αποτρέψουν τις εναντίον της δικαιοσύνης επιθέσεις.
Τέλος γίνεται προσπάθεια να εισαχθεί ένα
νέο είδος νομικής τάξεως, το λεγόμενο κοινό περί δικαίου αίσθημα, που
είναι κάτι τελείως αόριστο, δεν έχει καμμιά νομιμοποίηση και απηχεί μόνο
τη γνώμη κάποιων με την έννοια, ότι είναι ό,τι μας βολεύει ενάντια στη
νομοθετημένη έννομη τάξη, όπως την ερμηνεύουν τα δικαστήρια, που
παρέχουν ένομη προστασία.
Εάν επικρατήσει το δόγμα αυτό κάθε παραβατικός
θα επικαλείται για την υπεράσπισή του το κοινό περί δικαίου αίσθημα,
όπως ο ίδιος το αντιλαμβάνεται, με αποτέλεσμα να επικρατήσει νομικό
χάος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου