Ο συγγραφέας Τσίπρας και ο αφηγητής Σαμαράς έχουν κάτι κοινό. Τους ακολουθεί ο ίσκιος του «αδικαίωτου» που διεκδικεί από την ιστορία και την κοινωνία μια εξιλέωση.
Κάπως έτσι πλέκονται παράλληλα αφηγήματα αυτοθυματοποίησης των «πρώην», σε διαφορετικό στυλ και ύφος, αλλά με την ίδια κατάληξη: Οχι μόνο σαν σεμιναριακή συζήτηση για την πρόσφατη πολιτική ιστορία, όπως θα ταίριαζε σε βετεράνους που έχουν δώσει τα ονόματά τους σε ιδρύματα και ινστιτούτα. Αλλά και σαν αιτήματα επιστροφής στην πολιτική ζωή, σαν αξίωση για δεύτερες και –στην περίπτωση Σαμαρά– τρίτες ευκαιρίες στο παρόν.
Δημιουργείται έτσι με την επανεμφάνιση των «πρώην» το οξύμωρο: Εκείνοι που επιχειρούν πιο έντονα την αποδόμηση του Μητσοτάκη έχουν ως αφετηρία αυτό που τους συνέβη – τις παλιές προσωπικές τους περιπέτειες. Ο αντιπολιτευτικός τους ζήλος χρησιμοποιεί σαν καύσιμο παλαιά ατυχήματα και τραύματα – θυμικά κατάλοιπα που εκβάλλουν σε έναν παραπονιάρικο πρώτο ενικό για όσα «έκανα» και «έπαθα» και «είπα»· και «ακούστε τα καλά, ακούστε τα πολύ καλά»…
Δεν υπάρχει ίσως τίποτε πιο ενδεικτικό για τη στειρότητα του πολιτικού τοπίου από το γεγονός ότι καταφέρνουν να κυριαρχούν σε αυτό σαν «ζωντανά» εγχειρήματα αντίπαλες αυτοβιογραφίες. Η προσδοκία όσων απορρίπτουν την κυβέρνηση μονοπωλείται από την πιθανότητα ενός προσωποπαγούς κόμματος Τσίπρα και ενός προσωποπαγούς κόμματος Σαμαρά. Ευαγγελίζονται ένα μετα-μητσοτακικό μέλλον, αλλά μπορούν να το φανταστούν μόνο με την όψη του παρελθόντος.
Η πιο δημοφιλής θεωρία χρεώνει την ενίσχυση του μηδενισμού (το άλλο όνομα του αντισυστημισμού) στον εξουσιαστικό κυνισμό μιας κουρασμένης κυβέρνησης. Η κυβέρνηση φταίει που ο κόσμος ξενερώνει και θυμώνει – και είναι έτοιμος να διασπείρει την ψήφο του σε πολλά κόμματα διαμαρτυρίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου