"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΔΙΕΘΝΗ ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΑ ΣΟΥΡΓΕΛΑ - ΣΥΡΙΖΟΞΕΦΤΙΛΑΡΑΔΙΚΟ: Mια γραβάτα και ένας καημένος

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ


Δεν την ξεχνάω τη στιγμή. Θα περνούσε από συνέντευξη στο Πανεπιστήμιο που ονειρευόταν να φοιτήσει. Ήταν βουτηγμένος στο άγχος και ξεθύμαινε σε χαζούς θυμούς, τους οποίους οι δικοί του άνθρωποι υπέμεναν, δείχνοντας την κατανόησή τους στη στιγμή του. Μετά έπιασε τη γραβάτα στα χέρια του και την κοίταξε για λίγο σαν να ήταν το πιο δύσκολο πράγμα για να λογαριαστεί. Προσπάθησε άτεχνα με πρόβες στον καθρέπτη και τέλος είπε παραδομένος «Πώς διάολο δένεται αυτό το πράγμα;»Τότε ο πατέρας του τον πλησίασε για να του δείξει. 


Ηταν μια στιγμή αστεία και ιερή μαζί, απ΄αυτές που οι μάνες βουρκώνουν έξω τους και οι πατεράδες μέσα τους. Μετά τον θυμάμαι στο αυτοκίνητο. Είχε τελειώσει τη συνέντευξη του. Εκανε ψοφόκρυο. Σε εκείνον τον τόπο σπάνια δεν είχε κρύο. Ωστόσο εκείνος σκασμένος έβγαλε με αστραπιαίες κινήσεις το σακάκι του, ξέλυσε τη γραβάτα…Μάλλον όχι. Δεν είναι απλό πράγμα, το να ξελύσεις τη γραβάτα… Πέρα δώθε σαν πνιγμένος τον κόμπο και το κεφάλι και με μορφασμούς αγωνίας στο πρόσωπο και σιχτιρίσματος και μέσα από τα σφιγμένα δόντια είπε: «Πώς διάολο βγαίνει;» και κάπως τέλος πάντων την έλυσε και την πέταξε με νεύρα και μετά είπε: «Νομίζω πήγα καλά. Πολύ καλά! Νομίζω έσκισα!». Μα τα δικά μου μάτια κόλλησαν στο αποτύπωμα του ιδρώτα του πάνω στο πουκάμισό του. Λες και είχε ζέστη Δεκαπενταύγουστου…
            

Ηταν 17 χρονών, και μέσα μου μονολόγησα αυθόρμητα «Αν ιδρώνεις έτσι στα 17 σου για να διεκδικήσεις κάτι, τι να σε φοβίσει στη ζωή;» ενώ εκείνος συνέχισε επιτέλους ανακουφισμένος: «Και παρεμπιπτόντως, ο ένας από τους εξεταστές μου είπε, ότι είχα κάνει ωραία επιλογή γραβάτας» και έκλεισε συνθηματικά το ένα μάτι.  


Στο Πανεπιστήμιο η γραβάτα έγινε δεύτερη του φύση. Τη φορούσε, δεν τον φορούσε δηλαδή. Και σαφέστατα γνώριζε, πότε επιβάλλεται να τη φοράς και πότε όχι. Και πριν τελειώσει το Πανεπιστήμιο διεκδίκησε την πρώτη του δουλειά. Σαν σκαλοπάτι της επόμενης δουλειάς του.

 
Οσο «στοιχείο» και προσόν του ήταν η μόρφωση του, άλλο τόσο ήταν η εμφάνισή του, βεβαίως με γραβάτα, η χειραψία του, το πώς σφίγγεις το χέρι, το πώς κάθεσαι απέναντι στον άλλον, πώς τον κοιτάς στα μάτια, η ομιλία της στάσης του σώματος δηλαδή, ο τρόπος έκφρασης, το λεξιλόγιο που χρησιμοποιείς. Ήταν 20 ετών. Τόσο προφανώς εμπέδωσε, ότι η ζωή είναι δική σου μόνο όταν κοπιάζεις για να είναι δική σου, που ακόμα και το καλοκαίρι του είχε αναζητήσει εργασία παράλληλα με τις διακοπές του. Σε εκείνο το ξενοδοχείο έπρεπε να φοράει στολή με παπιγιόν. Ήταν σαν πιγκουίνος και καθώς είχε μακριά χέρια, άρα τα μανίκια της στολής του ήταν κοντά, ήταν χαριτωμένα αστείος. Αλλά αυτό δεν τον δυσκόλεψε να λαμβάνει τα πιο πολλά φιλοδωρήματα, όπως καμάρωνε. Γιατί; Ήξερε να σταθεί, να εξυπηρετεί με τρόπο ώστε… «Να ξέρεις ό,τι το σωστό σέρβις είναι, από έναν κύριο σε έναν κύριο. Όχι από κάποιον κατώτερο σε κάποιον ανώτερο. Καταλαβαίνεις τη διαφορά;». Αν την καταλαβαίνω; Αυτά τα μέτρα και τα σταθμά. Οι ευκρινείς γραμμές. Αυτό είναι μόρφωση. 


Μετά πήγε στρατό. Θα μπορούσε να το είχε αποφύγει. Δεν το καταδέχτηκε. Στη συνέχεια πέρασε από συνεντεύξεις και κατόρθωσε την πρώτη του δουλειά-δουλειά. Εννοείται ότι πήγαινε με γραβάτα στις συνεντεύξεις και εξυπακούεται, ότι με γραβάτα εργαζόταν. Την επαναστατικότητα του, τη «διοχέτευε» ανέκαθεν σε ενήλικους προορισμούς. Είχε πιάσει τη ζωή του στα δικά του χέρια από μικρή ηλικία. Είχε αφήσει τον ομφάλιο λώρο ανάλαφρα μακριά του. Εργαζόταν, κοπίαζε, αμειβόταν, πλήρωνε τις υποχρεώσεις του, διεκδικούσε, εκπαιδευόταν στους ελιγμούς, διέκρινε εξυπνάδα στους συμβιβασμούς, κοπίαζε για νίκες win win (δεν υπάρχουν χαζοί εκεί έξω), σεβόταν την ιεραρχία, έχανε και μάθαινε από την ΜΗ νίκη, ξεχώριζε τους αλήτες από τους έντιμους, δεν μετατόπιζε καμία δική του ευθύνη. Επαναστάτης δηλαδή κανονικός. Μη σου πω, «τρομοκράτης».


Όλα αυτά έχουν «τρομοκρατικές» διαστάσεις σε μια πατρίδα και σε ένα ολόκληρο σύστημα-παρασύστημα που έχει στηρίξει τη διατήρησή του σε ανήλικους-ενήλικες. Α ναι, να διευκρινίσω, σπούδασε και εργάζεται στο εξωτερικό. Και όποτε βρίσκει ευκαιρία ταξιδεύει τον κόσμο. Είναι Έλλην πολίτης του κόσμου. Διαβάζει ιστορία και λογοτεχνία και γενικά διαβάζει πολύ. Συναναστρέφεται με άνεση ανθρώπους από κάθε μεριά του πλανήτη. Είναι 30 ετών.


Χθες είδα φωτογραφίες με τον Πρωθυπουργό μας και τη γραβάτα του. Τη φόρεσε πρώτη φορά στα 44 του χρόνια. Ελαμπε η σύντροφός του σαν να ήταν μανούλα του και χαριεντιζότανε δίπλα του ο Καμμένος συνεργάτης του… Ο γνωστός Καμμένος «Λιντσάρετε τον Πάχτα» και «Στα τέσσερα εσείς!» και παραδίπλα η Δούρου.


«Φτου σου αγόρι μου!» έμοιαζε να λέει μέσα της η σύντροφός του Μπέτυ. Πόσο τον καμάρωνε! Βρε πόσο μεγάλωσε!


Γραβάτα στα 44. Ηρθε η ώρα του, νόμιζε. Ομως στη ζωή...

 ό,τι χάνεις σε χρόνο, δεν το ξαναβρίσκεις.  


Ο καημένος!.. Νομίζει ότι ο πλανήτης αυτόν περίμενε και τη στιγμή που θα φορούσε γραβάτα… Ο καημένος!

 
Υ.Γ.: Δύο αγωνίες είχε ο πλανήτης της χώρας μου. Μία, ποτέ θα φορέσει γραβάτα ο Αλεξάκος και δύο, ποτέ θα μιλήσει ο μουτρωμενος Κωστάκης. Συνέπεσαν και οι δύο! Πόση ευτυχία, πόση επιτυχία  αντέξει η έρμη μας καρδιά!

Δεν υπάρχουν σχόλια: