Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Αν πιστέψει κανείς τη δικογραφία, τo πιο εφιαλτικό στη δολοφονία της εννιάχρονης Τζωρτζίνας Δασκαλάκη ήταν η διάρκειά της.
Το κορίτσι δεν έπεσε θύμα ενός στιγμιαίου βρασμού. Η μητέρα του το δηλητηρίαζε επανειλημμένως επί εννιά μήνες. Με τοξικολογική ακρίβεια. Σαν να σκόπευε να το κρατάει διαρκώς ημιθανές, σε «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης», ως δέλεαρ για να μη διαλυθεί ο γάμος της.
Το έγκλημα όμως δεν τελείωσε με την ολοκλήρωση αυτού του εξακολουθητικού βασανισμού. Είχε και μια δεύτερη, μετεγκληματική διάρκεια στις οθόνες.
Στα μικρόφωνα που της προσφέρθηκαν η κατηγορούμενη μιλούσε επί ώρες για τα τρία νεκρά παιδιά της αδάκρυτη, αφύσικα ψύχραιμη, με ύφος σελέμπριτι που μοιραζόταν τις ατυχίες της ιδιωτικής της ζωής.
Εκ των υστέρων το θέαμα φαίνεται, σε όποιον έχει το κουράγιο να το αντικρίσει, σαν παρέκταση του κακού.
Σαν να έπρεπε να διαρρεύσει το σκοτάδι από εκείνο το μονόκλινο δωμάτιο του παιδιατρικού νοσοκομείου και να απλωθεί παντού. Σαν να έπρεπε να εκτεθεί με ιατροδικαστική λεπτομέρεια η ψυχική εκρίζωση που απαιτείται για να συμβεί αυτό που συνέβη.
Το έγκλημα διήρκεσε και με τη μεταθανάτια εξόντωση του θύματος. Η κατάχρηση της εικόνας των κοριτσιών· οι μεταπρατικές αναπαραγωγές της οικογενειακής συμφοράς τους· η υπαγωγή της μνήμης τους στις μηχανές της σκανδαλοθηρικής φάμπρικας, τα μετέτρεψε σε «νούμερα» εύκολης συγκίνησης. Ηταν τόσες οι δόσεις μεσημεριανάδικης φρίκης, που είναι να απορεί κανείς πώς κατάφεραν οι καταναλωτές της να κρατήσουν απόθεμα αποτροπιασμού για την ώρα της επίσημης διαλεύκανσης.
Οι συνάξεις των σοκαρισμένων θα μπορούσαν και να δικαιολογηθούν σαν ανθρώπινο αντανακλαστικό. Θα μπορούσαν να εξηγηθούν και με τον παλιό μηχανισμό του εξιλασμού (το στύγος του διπλανού, εξασφαλίζει σε μένα αίσθηση ηθικής ανωτερότητας). Πώς όμως να εξηγήσει κανείς εκείνους που, τη στιγμή που τους «πνίγει το δίκιο», βρίσκουν τη δύναμη να σηκώσουν το κινητό τους και να βιντεοσκοπήσουν την παράστασή τους στο σπίτι της «φόνισσας»;
Τι θέλουν να θυμούνται από αυτή την εκδήλωση;
Ποια «συγκίνηση» θέλησαν live να μοιραστούν;
Ο αποτροπιασμός είναι εύκολος. Αυτόματος. Σαν το ένστικτο του υπουργού που έσπευσε να πανηγυρίσει στο τουίτερ τη σύλληψη, χωρίς καν να περιμένει τη Δικαιοσύνη να απαγγείλει κατηγορίες.
Το δύσκολο είναι να βρει η θεσμισμένη κοινωνία τρόπο να επανεπισκεφθεί το έγκλημα, αφού θα έχει ξεφουσκώσει η οργή της αγελαίας «δικαιοσύνης».
Θα βρει η πολιτεία τρόπο να εντοπίσει αναδρομικά τα ίχνη του εγκλήματος και να εφοδιάσει τους μελλοντικούς λειτουργούς της με εργαλεία πρόληψης;
Θα βρει τρόπο να απαντήσει «επαγγελματικά» στο ερώτημα...
αν έστω και ένα από τα κορίτσια μπορούσε να είχε σωθεί;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου