"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΜΟΥΣΙΚΗ - ΨΩΝΑΡΟΚΟΥΛΤΟΥΡΑ - ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Τι τραγούδια αξιωθήκαμε, συνταξιδιώτη!

Ε-Ξ-Α-Ι-Ρ-Ε-Τ-Ι-Κ-Ο
 
Tης ΡΕΑΣ ΒΙΤΑΛΗ


ΤΖ, τζ, ΤΖιιιιιιΑ, ΤζτζτζτιιΑΑΑΑτζιτζιΑτζιτΑζιζτι
. Οχι, δεν τρελάθηκε η Βιτάλη. Τραγουδάω ένα σύγχρονο, λαϊκό τραγούδι.  
 
Ποιο; 
 
Ολα! Ολα ίδια είναι. ΤΖ, τζ,Ααα! Τζτζτζτζ. Σαν χαλασμένα τζιτζίκια, τα έρμα τ’ άσματα. 
 
Και οι τραγουδιστές όλοι ίδιοι. Λες και το παιχνίδι είναι, μην και ξεχωρίσει ο ένας από τον άλλον. Τα ανθρωπάκια του Γαΐτη ως καλλιτέχνες (ο Θεός να τους κάνει). Ιδια δόντια, άσπρα ξέξασπρα, ίδιες κινήσεις, ίδιο στυλ, ίδιο βλέμμα στον φακό, ίδια οι άνδρες να πιάνουν το γεννητικό τους –τι σύγχρονο κουσούρι… λες σε συνεχή, αγωνιώδη επιβεβαίωση-επαγρύπνηση, ότι είναι στη θέση του… Ιδια θορυβώδης αμορφωσιά με σαχλο-σεξουαλική έπαρση της πλάκας.  
 
Ποιος οργάνωσε αυτή την τραγική συνωμοσία εναντίον της ελληνικής μουσικής;  
 
Στη ζωή μου τίμησα το «ευχαριστώ», το «συγγνώμη», το «σ’ αγαπάω», όχι «αγαπώ»… Να πιάνει την αλφάβητο από την αρχή του Α μέχρι το τέλος του Ω της. Τη θέλω σε «πολύ» την αγάπη!  
 
Προχθές, σε ένα μαγαζί, τραγουδιστομάγαζο, ένοιωσα ότι τσιγκουνεύτηκα ένα τεράστιο «Ευχαριστώ», γεμάτο από ένα σωρό «αγαπΑΩ», στα τραγούδια που συνόδεψαν το βιος μου, στα ακούσματα της γενιάς μου. Μπήκαμε με διάθεση έτσι κι έτσι και μετά, σαν να μας πήραν τα τραγούδια από τη μύτη, τα αφτιά, το στόμα, τα χέρια, κούρδισαν αισθήσεις και αισθήσεις και έγερναν οι άνθρωποι στα τραπέζια, είχαν δεν είχαν αγκαλιά να γείρουν… Εγερναν. Και χαμογελούσαν γλυκά όπως για έρωτα… Είχαν δεν είχαν έρωτα. Και βούρκωναν τα μέσα τους μελωμένα κι ας ήταν, όπως κι αν ήταν, τα έξω τους. «Πες πως μ’ αντάμωσες μια νύχτα σ’ ένα όνειρο», «Πριν χαθεί το όνειρό μας»,«….Μονάχος βρες την άκρη της κλωστής κι αν είσαι τυχερός ξεκινά πάλι…». Και πέρναγαν μέσα μου συνθέτες, τι Ξαρχάκος και τι Χατζιδάκις και τι Θεοδωράκης και τι μέγας Ζαμπέτας και τι Κατσαρός και τι Χατζηνάσιος και τι Χατζής και τι Σπανός και τι Πλέσσας που έμπλεξε ο άτιμος και τζαζ στο μπουζούκι… 
 
Να μην πιάσω τον ακραίο μινιμαλισμό των ρεμπέτικων. Και έφτασα μέχρι Κραουνάκη (πριν κυλήσει ΣΥΡΙΖΑ). Και πνίγηκα σε συναίσθημα και ξεχώριζα μια μια τις φωνές και έδινα χαιρετισμούς νοητούς σ’ όλους αυτούς που τους έχω. Τους ενέχω. Τους αναγνωρίζω από την ανάσα, πριν από την εκκίνηση και του τραγουδιού τους, ακόμα. Α ρε Βικάρα και Τζενάρα και Χαρούλα και Δήμητρα και Αλεκάρα των χαμηλών φώτων και Τάνια των δυνατών όλων και Αλκηστη διαχρονική και Πάριε του έρωτα και Νταλάρα του ασίγαστου και Κόκοτα της αθωότητας και Στράτο τεράστιε…  
 
Τι τραγούδια αξιωθήκαμε, συνταξιδιώτη! Τι στίχοι μας πυρπόλησαν! Τι λόγο τον λόγο, λέξη τη λέξη πιπιλίσαμε! Τι Μάνο Ελευθερίου και τι Λευτέρη Παπαδόπουλο και τι ξάφνιασμα μας είχε χαρίσει η Λίνα Νικολακοπούλου! Σκανδαλωδώς τυχεροί υπήρξαμε. Μας τίναξαν όλα τα μουσικά ρεύματα σαν ρεύματα.  
 
Θα μου πεις… Ξέρω. Θα υπερασπιστείς σύγχρονους. 
 
Ησύχασε. Δεν χαμηλώνονται με τίποτα αξίες. Μάλιστα, σε χρόνια καλλιτεχνικά ανήλιαγα έχουν και πιο μεγάλη αξία. Ποιος να πειράξει τον Κωνσταντίνο Βήτα, τον Φοίβο Δεληβοριά, τους αδελφούς Κατσιμίχα, ποιος τους στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου… Με μαγεύει η φωνή της Ζουγανέλη, της Βουλγαράκη το όλον, της Μποφίλιου, με παίρνει η χαρά του Μαραβέγια… Και πόσους δεν το έχει η ηλικία μου να γνωρίζω… Ουουουου! Αλλά, όπως και να το δεις, ευεργετικές ως λαμπρές εξαιρέσεις.  
 
Ενώ εμείς; 
 
Τιμηθήκαμε ότι μας σημάδευαν από παντού! Τσουγκρίζαμε βρε, με Σεφέρη! Χαρήκαμε μια τόσο ποιοτική λαϊκή μουσική και γελάσαμε με ελάχιστα «παρατράγουδα» που δεν καμώθηκαν, τίποτα παραπάνω από παρατράγουδα. 
 
Πώς ν’ αντέξουν τώρα τα αφτιά μας ΤΖτζτζτζτζτΑΑΤΖτζτζτΑΑΑζτΤΖ των άσπρων οδόντων; Των μαζικών παρατράγουδων. 
 
Και μα την αμαρτία μου, το είδα σου λέω με τα μάτια μου, με το που άρχισαν οι βάρβαροι με το γεννητικό στο χέρι, δεν έβλεπες πια ανθρώπους, ζευγάρια, αλλά...
 
 
 ρομποτομονάδες. Να βγάζουν σέλφι χαμογελώντας, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο των τραγουδιστών. Υπό τους ήχους ενός ΤΖζτζτζτζτζτζτζτ τραγικά εκνευριστικού, αυτοσυνουσιάζονταν, αυτοκαθρεπτίζονταν, αυτοθαυμάζονταν, αυτογέλαγαν, αυτομιμούνταν χαρά, αυτοξεσάλωναν. 
 
Τι τραγούδια αξιωθήκαμε, συνταξιδιώτη! 
 
Άκουσέ τα ακόμα και μεταλλαγμένα σ’ ένα σήμερα… Πόσο λατρεύω τη διεργασία της μεταλλαγής!… Να σέβεστε.


Δεν υπάρχουν σχόλια: