Το 1952 ξέσπασε η χειρότερη επιδημία πολιομυελίτιδας στις ΗΠΑ. Είχε 58.000 κρούσματα. Πέθαναν 3.145 άνθρωποι και έμειναν παράλυτοι 21.269. Τα περισσότερα θύματα ήταν παιδιά.
Σήμερα, οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες έχουν αποδυθεί σε έναν τρομακτικό αγώνα για τον SARS 2-Covid-19. Οχι τόσο για την καταπολέμηση της ασθένειας καθαυτής, αλλά για τις πατέντες των διαγνωστικών τεστ και του πιθανού εμβολίου. Απόδειξη αυτού είναι η κατάθεση εκατοντάδων προκαταρκτικών πατεντών –«ακόμη δεν τον είδανε...»– για διάφορες πρακτικές παρασκευής του εμβολίου ή του φαρμάκου. Με τον παραλογισμό –ή την αντίφαση– της «πνευματικής ιδιοκτησίας» και έναν καλό δικηγόρο, όλα πλέον γίνονται...
Υπό φυσιολογικές συνθήκες –δηλαδή σε συνθήκες της υλικής οικονομίας– αυτό δεν είναι κακό. Ισχύει η παρατήρηση που έκανε ο Ανταμ Σμιθ στον «Πλούτο των Εθνών»: «Δεν περιμένουμε το φαγητό μας να προέλθει από την καλοσύνη του χασάπη, του ζυθοποιού, ή του φούρναρη, αλλά από μέριμνα για το προσωπικό τους συμφέρον. Δεν απευθυνόμαστε στην ανθρωπιά τους αλλά στη φιλαυτία τους, και ποτέ δεν τους μιλάμε για τις δικές μας ανάγκες, αλλά για τα δικά τους οφέλη».
Το νέο φρούτο των προκαταρκτικών πατεντών βρίσκεται ακριβώς στον αντίποδα. Αποθαρρύνει τη συνεργασία, επειδή το ένα βήμα που κάνει ένα εργαστήριο, δεν θα το προχωρήσει κάποιο άλλο, διότι επικρέμανται αγωγές δισεκατομμυρίων. Αρκεί να σκεφθούμε ότι στη βιομηχανία της πληροφορικής πατεντάρεται ακόμη και η «αίσθηση» (look and feel) διάφορων λειτουργιών των συστημάτων.
Σε ό,τι αφορά το εμβόλιο ή το φάρμακο για τον SARS 2-Covid-19 προτάθηκαν ήδη διάφορες λύσεις, όπως το να αγοράσει την πατέντα η παγκόσμια κοινότητα ή κάποιες ισχυρές χώρες ώστε να γίνει αμέσως η μαζική παραγωγή και να μην εμφανιστούν φαινόμενα κερδοσκοπίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου