«Μηχανορράφα, πανούργα κι ανήσυχη γενιά», πικρολόγησε ο ποιητής. Και
ποιος ε; Ο εκ των κορυφαίων φιλελλήνων λόρδος Μπάιρον. Γνωστός-άγνωστος,
βαθύνους αλλά συνάμα κατανοητός διανοητής (σπάνιο), ο Γιώργος Θεοτοκάς
δημοσίευσε στο μετεμφυλιακά νωπό 1955 το δοκίμιο «Οι σύγχρονοι Ελληνες».
Εγραφε: «Συναντούμε ανθρώπινους τύπους αξιοθαύμαστους για την ελευθερία
του χαρακτήρα τους, τη γενναιοφροσύνη και το ανώτερο ήθος τους. Και
άλλους που νιώθουμε ότι δεν έχουν ακόμα λυτρωθεί ψυχικά, ότι διατηρούν
ακόμα κατάλοιπα από τη βαρυθυμία των υποδουλωμένων Ελλήνων, από τον φόβο
τους εμπρός στη ζωή, την αβουλία τους ή την πανουργία τους» – σίγουρα ο
Θεοτοκάς είχε διαβάσει Byron.
Διάβασα Θεοτοκά ύστερα από προτροπή –έτη
πολλά πριν– του ημετέρου στην «Κ» Αντώνη Καρκαγιάννη, που δυστυχώς
(μοίρα ζωής) λείπει σε ολοένα λιγότερους συναδέλφους. Ξαναδιάβασα τις
προάλλες κείμενα του Αντώνη Καρκαγιάννη από την αφιερωματική έκδοση,
μετά θάνατόν του, «Κάθε μέρα και κάθε Κυριακή», εκλογή άρθρων 1998 -
2010. Πάμπολλα από αυτά θα ξεγελούσαν και διεισδυτικούς αναγνώστες,
είναι σαν να γράφτηκαν σήμερα για να τυπωθούν και διαβαστούν αύριο· ελέω
της δαιμόνιας ματιάς Καρκαγιάννη, βεβαίως. Με αφορμή τον από τώρα
γενικευόμενο υπερθεματισμό, το σάλπισμα επανεκκίνησης(;), εθνικής
αναγέννησης(;) ενόψει του επετειακού, φαντασιακά εφ’ όλης της ύλης,
επουλωτικού 2021, οι περισσότεροι μάλλον συμφωνούμε στο εξής: Aπό τις
εγκύκλιες σπουδές μας –και βάλε...– στα θρανία του Παπαγαλιστάν,
βγαίνουμε αγεωγράφητοι, ανιστόρητοι, γενικώς απελέκητοι.
«Ψευδής είναι η εν Ελλάδι επικρατούσα ιδέα ότι εις την Μονήν της Αγίας
Λαύρας ανυψώθη κατά πρώτον η σημαία της Επαναστάσεως». Ποιoς τόλμησε,
ποιoς, να το γράψει αυτό; Ο (ασεβέστατος; και σε ποια χρόνια...)
Σπυρίδων Τρικούπης στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», σημειώνει ο
Καρκαγιάννης, με στεγνή αναφορά στην άποψη πολλών ιστορικών ότι ουδέν
αξιομνημόνευτο κατεγράφη την 25η Μαρτίου 1821, αλλά συγκεράστηκαν
χρονικά πολλές επαναστατικές πρωτοβουλίες των ημερών, και ευλογήθηκαν
από εκπρόσωπο του Θεού τα όπλα. Ο τολμών ενίοτε δεδικαίωται, κατά κανόνα
σιωπηλώς. Υποστηρίζει αλλού: «Σήμερα το Εικοσιένα συνδέεται με τους
“δεκάρικους” δασκάλων και επισήμων, με παρελάσεις και ραδιοφωνικές
περιγραφές και με άλλες εξίσου πληκτικές και ανυπόφορες επετειακές
συνήθειες. Είναι φυσικά αδύνατο να αναβλύσει οποιαδήποτε συγκίνηση ή
ενδιαφέρον απ’ όλη αυτήν την κενότητα, την οποία απτόητοι συνεχίζουν
πιστεύοντας ότι επιτελούν το εθνικό τους καθήκον».
Με δυο λόγια:
Η Επανάσταση του ’21, πέραν των τίτλων και των ονομάτων
που αποστηθίσαμε, είναι ένα βαρύτιμο, επί της ουσίας άγνωστο σε πολλούς
από εμάς, κεφάλαιο για να καταπνιγεί σε φανφάρες και λαϊκίστικους
μαξιμαλισμούς κάθε απόχρωσης.
Αλλωστε, εφησυχάζει κανείς;
Το ενδεχόμενο ο
ελληνικός από μηχανής θεός να πάρει το ρεπό του και το 2021 τρομάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου