Η Βασιλική Κατριβάνου ήταν βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Καταψήφισε και παραιτήθηκε.
«Δεν έβγαινε η φωνή μου να ξαναπώ Ναι σε όλα» εξηγούσε αργότερα. «Αυτά και αρκετά άλλα με έκαναν να νιώθω ντροπή». («Εφημερίδα των Συντακτών», 26/5).
Την έδρα της στη Βουλή κατέλαβε ο Γ. Κυρίτσης. Γι' αυτόν ένα είναι βέβαιο: δεν ντρέπεται με τίποτα και για τίποτα.
Την ίδια μέρα που η Κατριβάνου έλεγε τα παραπάνω ο Κυρίτσης δημοσίευε στην «Αυγή» ένα άρθρο με τίτλο «Είμαστε και φαινόμαστε».
Η βασική ιδέα του Κυρίτση είναι ότι η Αριστερά υπήρξε θύμα ενός «βαρκιζαϊκού σχήματος» που την ήθελε να «ηττάται ηρωικά».
Τώρα όμως δεν θα κάνει το χατίρι «στους νόμιμους ιδιοκτήτες της χώρας».
Ψηφίστηκε «για να μετακυλίσει τα βάρη στους Μένουμε Ευρώπη και αυτό
ακριβώς κάνει».
Με άλλα λόγια, το ζητούμενο είναι να κρατήσει την
εξουσία. Whatever it costs, που λέει και ο Ντράγκι - αρκεί βεβαίως να πληρώνουν άλλοι.
Η Κατριβάνου αναμετρήθηκε με την ντροπή και κέρδισε.
Ο Κυρίτσης
προσπαθεί να πάρει εκδίκηση από την ασημαντότητα - θα δούμε το
αποτέλεσμα...
Την ίδια στιγμή όμως περιέγραψε άθελά του αλλά με απόλυτη σαφήνεια
το «ηθικό πλεονέκτημα» της Αριστεράς. Είναι το πλεονέκτημα να μην έχεις
καμία ηθική ή να κουβαλάς μια ηθική περιστασιακή και ευμετάβλητη
απέναντι σε ανθρώπους που έχουν μάθει να ντρέπονται.
Εδώ δεν υπάρχει αυτό που λέμε «εσωτερική αναμέτρηση με τη συνείδηση».
Τον ρόλο της συνείδησης παίζει «το συμφέρον της Αριστεράς», το οποίο
ταυτίζεται συνήθως με το συμφέρον εκείνων που τη διευθύνουν.
Ετσι στον απολογισμό ή στην αξιολόγηση η ντροπή δεν έχει τελικά καμία πολιτική σημασία.
Αυτό συμβαίνει κατ' αρχάς για λόγους αυτοπροστασίας. Ο εξευτελισμός της
διαρκούς μεταστροφής και της μόνιμης διάψευσης χρειάζεται μηχανισμούς
εσωτερικού πειθαναγκασμού.
Θυμάμαι προεκλογικά που έγραφα για την ανακυκλωμένη υποστήριξη στον
ΣΥΡΙΖΑ μιας ομάδας πανεπιστημιακών με το επιχείρημα «Αλλα νομίζαμε, άλλα
έγιναν, άλλα λέγαμε, άλλα κάναμε, δεν πειράζει! Εμείς θα ψηφίσουμε πάλι
Αριστερά κι η μισή ντροπή δική τους!»
. Η άλλη μισή ντροπή ακόμη
αναζητείται.
Η αναγωγή του αμοραλισμού σε κανόνα συμπεριφοράς υπακούει και σε
μια δεύτερη αριστερή παράμετρο:
επιτρέπει στις διακηρύξεις να μην
αναμετρούνται με την πραγματικότητα αλλά μόνο με τη σκοπιμότητα.
Βοηθάει έτσι το αναπόδεικτο να κυκλοφορεί ως αυταπόδεικτο. Αφού ούτως ή
άλλως η ορθότητα της Αριστεράς θεωρείται αξιωματικά δεδομένη, τα
αποδεικτικά στοιχεία της ορθότητας είναι περιττά. Μετράει μόνο η
επιδίωξη.
«Ο Ολυμπιακός και το Αιγάλεω να κερδάνε κι οι άλλοι να πάνε να γ...!».
Η τρίτη παράμετρος είναι ιστορική. Υποθέτω ότι ακόμη και ο πιο
φανατικός αριστερός δυσκολεύεται να αποδεχθεί με ελαφριά καρδιά κάπου
εκατό εκατομμύρια νεκρούς και καμιά δεκαριά εγκλήματα κατά της
ανθρωπότητας που προκάλεσε η παράταξή του τα τελευταία εκατό χρόνια.
Χρειάζεται να το διαπραγματευθεί με μια λογική σκοπιμότητας, να βρει
συμψηφισμούς, δικαιολογίες, ελαφρυντικά. Διαφορετικά, αν επικρατούσε η
ντροπή, η κληρονομιά θα ήταν ασήκωτη.
Ολα αυτά και το καθένα στο μέτρο του εξηγούν γιατί η έλλειψη ντροπής
αποτελεί βασικό πολιτικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ - κι εδώ προφανώς εννοώ το
βασικό στελεχιακό δυναμικό, όχι τους απλούς ψηφοφόρους που ξέρουν και
από τσίπα και από φιλοτιμο...
Εξηγούν ταυτοχρόνως για ποιον λόγο ένα κίνημα κοινωνικής μοχθηρίας
πασχίζει (έστω, άγαρμπα...) να ηγηθεί της κοινωνίας που εχθρεύεται,
ακόμη κι όταν αποδείχθηκε ότι δεν μπορεί να την αλλάξει.
Για να συμπληρώσω την παρατήρηση του Κυρίτση, περισσότερο και από
το «βαρκιζαϊκό σχήμα», η «ριζοσπαστική Αριστερά» που δεν διαθέτει τη
διαχρονική στερεότητα του ΚΚΕ κατατρύχεται από τη φοβία της παρένθεσης.
Ακριβώς επειδή ξέρει ότι η παρένθεση είναι συνήθως η μοίρα των
συμπτώσεων και των ατυχημάτων. Και επειδή φοβάται πως όταν σβήσουν τα
φώτα της εξουσίας θα επιστρέψει στην ασημαντότητα των πολιτικών επιγόνων
του Γιάννη Μπανιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου