Αρχές του 1918, το γερμανικό Γενικό Επιτελείo επένδυσε όλες τις ελπίδες του σε μια μεγάλη Εαρινή Επίθεση στο δυτικό μέτωπο.
Μετέφερε μεραρχίες από τα ανατολικά (μετά τη συνθηκολόγηση της σοβιετικής Ρωσίας) και ήλπιζε να χτυπήσει πριν αναπτυχθούν οι αμερικανικές ενισχύσεις.
Από την επομένη άρχισε μια σταδιακή αποσύνθεση που κατέληξε στη συνθηκολόγηση του Νοεμβρίου.
Tι σε έπιασε τώρα και κάνεις μαθήματα Ιστορίας, ίσως με ρωτήσετε.
Κατ' αρχήν θεωρώ ότι μόνο αν ξέρεις το χθες καταλαβαίνεις το σήμερα.
Κι ύστερα επειδή, όταν η αντεπίθεση απέτυχε, φάνηκε ότι οι Γερμανοί δεν είχαν Σχέδιο Βήτα. Κατέρρευσαν ψυχολογικά πριν παραδοθούν στρατιωτικά.
Σε αντίθεση με τους δικούς μας. Που μόλις απέτυχε η φθινοπωρινή αντεπίθεση με κωδικό «Ολα Καλά», το έριξαν στη λασπουριά.
Αλλά ούτε αυτό πιάνει.
Αφενός επειδή η σκανδαλολογία αποτελεί πλέον φθαρμένη, εξαντλημένη και παλαιοκομματική μέθοδο.
Στη Βουλή ο Πρωθυπουργός ρωτούσε τον Μητσοτάκη «γιατί ανέχεστε τον Αυγενάκη που είχε συνομιλίες με κακοποιούς;» και δίπλα του καθόταν ο Καμμένος που ξημεροβραδιαζόταν στο τηλέφωνο με τον ισοβίτη!
Δεν είναι τυχαίο ότι η απόπειρα εμπλοκής του Μητσοτάκη και της Μπακογιάννη στη δίκη της Siemens από τον γνωστό Μαντζουράνη απερρίφθη από το δικαστήριο.
Κι ότι οι μόνοι που φαίνεται να έχουν πειστεί από τη σχετική ρητορική του Πρωθυπουργού είναι o Αντώναρος και ο… υιός Κουφοντίνας!
Βλέπετε ότι και η επικοινωνιακή επιρροή του υποκόσμου έχει τα όριά της.
Προφανώς, μετά ή μαζί με την αποτυχημένη αντεπίθεση, η κυβέρνηση έκανε την καθαρά πολιτική επιλογή να επενδύσει σε ένα ρεπερτόριο το οποίο είχε αποδώσει στο παρελθόν.
Να υπεραμυνθεί της ύπαρξής της με κάθε μέθοδο και κάθε μέσο, χωρίς ενδοιασμούς, όρια ή επιφυλάξεις.
Κι έτσι προέκυψε ένα κακόγουστο χωνευτήρι στο οποίο στριμώχνονται από τη λίστα Λαγκάρντ, το Ερρίκος Ντυνάν, το ΚΕΕΛΠΝΟ και τα διάφορα Papers έως τη Siemens, τη Μαρέβα, τις offshore, τον Αυγενάκη κι ό,τι άλλο προκύψει.
Αλλά και ο Κουφοντίνας. Για τον οποίο πολλοί στην αντιπολίτευση εκτιμούν ότι δεν βγήκε για τα μελίσσια, αλλά για να οργανώσει την «αντίσταση της επόμενης μέρας».
Εχει μια λογική. Διότι η επιλογή πεδίου και ρητορικής που έκανε η κυβέρνηση εμπεριέχει μια συνέπεια: είναι μια επιλογή απελπισίας που δεν διαθέτει Σχέδιο Βήτα. Το Σχέδιο Αλφα καίει όλες τις γέφυρες.
Αν κερδίσουν τις εκλογές, έχει καλώς. Θα πούνε ότι η απελπισία απέδωσε.
Αν όμως χάσουν; Πιστεύουν ότι θα μετακινηθούν απλώς από τα κυβερνητικά έδρανα σε εκείνα της αντιπολίτευσης;
Υποψιάζομαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Πρωθυπουργός κάνουν εδώ για δεύτερη φορά το ίδιο λάθος.
Νομίζουν ότι η πολιτική είναι ένα άθροισμα στιγμών: άλλο τι λέμε στην αντιπολίτευση, άλλο τι κάνουμε στην κυβέρνηση, άλλο τι θα πούμε μετά στην αντιπολίτευση. «Ελα, μωρέ, μια κουβέντα είπαμε!».
Ενώ η πολιτική είναι, αντιθέτως, μια συνεχής διαδικασία. Ακριβώς όπως η διακυβέρνησή τους υπονομεύτηκε καίρια από την αντιπολίτευση που είχαν ασκήσει, έτσι κι η αυριανή παρουσία τους υπονομεύεται εκ των πραγμάτων από τον τρόπο που σήμερα κυβερνούν.
Είναι ένας παρατεταμένος και επαναλαμβανόμενος εγκλωβισμός. Από τον οποίο κανείς δεν θα τρέξει να τους αποφυλακίσει.
Διότι...
ακόμη και τα συμφέροντα που τους στηρίζουν σε αυτή την άθλια αντιπαράθεση θα σπεύσουν πρώτα να παραδοθούν στον επόμενο νικητή.
Ετσι γίνεται πάντα.
Και για αυτό μόνο αν ξέρεις το χθες καταλαβαίνεις το σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου