Μεγάλο μέρος της σύγχρονης γεωπολιτικής φαίνεται να ακολουθεί την πλοκή από το Game of Thrones, με πολλές χώρες υπό τόσο μεγάλη πολιτική και οικονομική πίεση που η μόνη τους ελπίδα είναι ότι οι ανταγωνιστές τους θα καταρρεύσουν πριν από τις ίδιες. Ετσι, οι κυβερνήσεις τους προσκολλώνται στην εξουσία, εκμεταλλευόμενες τις εσωτερικές αδυναμίες των αντιπάλων τους.
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οι πρόσφατες εκστρατείες του στη Συρία και την Ουκρανία μπορεί να μοιάζουν με ενέργειες γεωπολιτικής πειρατείας. Αλλά η ρίζα του τυχοδιωκτισμού του είναι η εγχώρια αδυναμία του. Η προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία, για παράδειγμα, ήταν σε μεγάλο βαθμό μια προσπάθεια με στόχο να δώσει στο καθεστώς του Πούτιν ανανεωμένη νομιμότητα μετά από έναν χειμώνα δυσαρέσκειας, κατά τον οποίο διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για την επιστροφή του στην προεδρία.
Αντίπαλες δυνάμεις - κυρίως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ενωση - επέβαλαν κυρώσεις, με την ελπίδα να διευρύνουν τις ρωγμές στη ρωσική ελίτ, εκμεταλλευόμενες το γεγονός ότι ο Πούτιν δεν έχει διαφοροποιήσει την οικονομία του μακριά από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Ο Πούτιν, με τη σειρά του, ελπίζει ότι η οικονομία της Ρωσίας θα παραμείνει εν ζωή για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα ώστε να καταρρεύσει η Ουκρανία. Για να επιταχύνει αυτή τη διαδικασία, το Κρεμλίνο δεν έχει αφήσει κανέναν μοχλό αποσταθεροποίησης που να μην τον χρησιμοποιήσει.
Ο Πούτιν πιστεύει ότι η ΕΕ πάσχει από τις ίδιες αδυναμίες με την πρώην Σοβιετική Ενωση, ότι είναι ένα ουτοπικό, πολυεθνικό πρόγραμμα που θα καταρρεύσει κάτω από το βάρος των αντιφάσεών του. Εδώ, επίσης, το Κρεμλίνο έχει κάνει κάθε δυνατή προσπάθεια για να βοηθήσει τη διαδικασία, υποστηρίζοντας ακροδεξιά κόμματα σε ολόκληρη την ΕΕ. Ο Πούτιν φαίνεται να ελπίζει ότι, με το «Brexit» και εφόσον η ηγέτις του Εθνικού Μετώπου Μαρίν Λεπέν εκλεγεί Πρόεδρος της Γαλλίας, η ΕΕ θα χάσει την ικανότητά της να διατηρήσει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Και δεν έχει σταματήσει στην Ευρώπη. Αφότου τουρκικές δυνάμεις κατέρριψαν ένα ρωσικό πολεμικό αεροπλάνο κοντά στα σύνορα με τη Συρία, τον Νοέμβριο, ο Πούτιν ενέκρινε μια σειρά μέτρων με στόχο την αποσταθεροποίηση της Τουρκίας από το εσωτερικό. Επέβαλε οικονομικές κυρώσεις, διαδίδει φήμες για διαφθορά στον εσωτερικό κύκλο του Ερντογάν, κάλεσε τον ηγέτη ενός κουρδικού κόμματος στη Μόσχα, και φέρεται να έστειλε όπλα στους Κούρδους αυτονομιστές του ΡΚΚ.
Αλλού στη Μέση Ανατολή, η μοναρχία της Σαουδικής Αραβίας και η θεοκρατία του Ιράν δίνουν αγώνα για επιβίωση. Η ιρανική οικονομία είναι ένα ναυάγιο μετά από χρόνια διεθνών κυρώσεων, και η κυβέρνηση δεν έχει κατορθώσει ακόμα να επωφεληθεί από την πυρηνική συμφωνία με τις ΗΠΑ.
Η Σαουδική Αραβία στοιχηματίζει ότι μπορεί να διατηρήσει τις τιμές του πετρελαίου αρκετά χαμηλές για αρκετό καιρό για να αποσταθεροποιήσει το Ιράν. Ο υπουργός Πετρελαίου δήλωσε ότι δεν θα μειώσει την παραγωγή, ακόμη και αν οι τιμές πέσουν στα 20 δολάρια το βαρέλι.
Πιο ανατολικά, το κινεζικό μεγαθήριο έχει αρχίσει να σκοντάφτει:
Οι κυβερνήτες της Κίνας, από την πλευρά τους, στοιχηματίζουν ότι μπορούν να επιβιώσουν από μια απότομη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας και ότι η χώρα θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ, αλλάζοντας την ισορροπία δυνάμεων στην Ασία. Ενας λόγος αισιοδοξίας για την προέδρο Σι Τζινπίνγκ είναι η δεινή κατάσταση της πολιτικής των ΗΠΑ. Για χρόνια, το Κογκρέσο έχει μπλοκάρει τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις, και τώρα ο κόσμος σκέπτεται τις συνέπειες μιας νίκης του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.
Η προσπάθεια να πλήξεις έναν αντίπαλο - ακόμη και με κίνδυνο να βλάψεις τον εαυτό σου - είναι μια γνωστή τακτική στον κόσμο των επιχειρήσεων, όπου οι εταιρείες συμμετέχουν σε πολέμους τιμών, ελπίζοντας ότι οι ανταγωνιστές τους θα χρεοκοπήσουν πρώτοι. Αλλά ήταν λιγότερο συχνή στην γεωπολιτική. Να όμως που σήμερα κάθε μεγάλη δύναμη του κόσμου ελπίζει ότι θα είναι αυτή η τελευταία που θα μείνει όρθια...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου