"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΣΥΡΙΖΑίικα REBRANDισμένα ΕΘΝΙΚΑ ΣΟΥΡΓΕΛΑ: Λουντέμης, Τσάβεζ, Οδηγητής και... Ζήκος

 



Toυ ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ 

Ο μπαμπάς ήταν ΠΑΣΟΚ ορθόδοξο.

Τα μεγάλα αδέλφια ήταν στην ΚΝΕ.

Ο μικρός γιος θυμάται την πρώτη του πολιτική συγκέντρωση το 1982, στην επέτειο της μεγάλης νίκης του ΠΑΣΟΚ. Ηταν οκτώ ετών. Τη θυμάται και την περιγράφει περίπου όπως και την πρώτη του φορά στο γήπεδο: Παναθηναϊκός – Πανιώνιος στη Λεωφόρο. Θυμάται χρώματα (πράσινο, πολύ πράσινο) και φωνές, πάθος και ενθουσιασμό, να ξεκολλάνε τα τσιμέντα.

Στην μπάλα τα παιδιά συμφωνούσαν με τον πατέρα. Στα πολιτικά, όχι. Ο μικρός γιος δεν θα ακολουθήσει τον πατέρα του – πράγμα που θα καθιστούσε αργότερα τη συμβολική πατροκτονία απαραίτητη για την ενηλικίωσή του. Θα ακολουθήσει τα αδέλφια του. Θα στρατευθεί στην ΚΝΕ το 1989 – η χίμαιρα εξατμιζόταν, τη στιγμή ακριβώς που εκείνος θα αποφάσιζε να της αφιερωθεί. Τριάντα έξι χρόνια μετά, θα περιέγραφε με δέος εκείνη την απόφασή του ως μετάβαση «στον κόσμο της συλλογικής δράσης».

Δεν είναι το μόνο σημείο που ο αυτοβιογραφούμενος Τσίπρας δείχνει ότι παραμένει υποτελής του μύθου του.

Ο αναγνώστης δεν θα ακούσει έναν ώριμο εαυτό που έχει λάβει ειρωνική απόσταση από τις προηγούμενες εκδοχές του. Το αντίθετο. Ο αφηγητής βρίσκεται ακόμη υπό την επήρεια των εφηβικών του εξιδανικεύσεων – και μάλιστα για την περίοδο εκείνη που δεν έχει σήμερα ανάγκη να εξωραΐσει, όπως την περίοδο της διακυβέρνησής του.

Ο ηρωικός τόνος της αυτοβιογραφίας προδίδει ότι ο πρώην πρωθυπουργός δεν έχει απομυθοποιήσει τον μαθητή των Αμπελοκήπων που διάβαζε ευλαβικά «Ριζοσπάστη» και «Οδηγητή». Δεν έχει ξεπεράσει τη βιβλιοθήκη του διαμερίσματος στους Αμπελοκήπους. Του φαίνονται ακόμη πολύ υψηλά τα ράφια με τον Ρίτσο και τον Πλεχάνοφ, τον Μαρξ και τον Μενέλαο Λουντέμη. Μιλάει ακόμη με συγκίνηση για τον δίσκο όπου η Μαρία Φαραντούρη τραγουδάει το «Μπέλα Τσάο».

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον πολιτικής και αισθητικής αγωγής διαμορφώθηκε ο πολιτικός, που λίγο πριν τα σαράντα του θα διεκδικούσε την πρωθυπουργία μιας ευρωπαϊκής χώρας, χωρίς να έχει μάθει καλά καλά Αγγλικά.

Είχε πάει (το 2008) στο Καράκας. Είχε μαγευτεί από την τετράωρη ομιλία του Ούγκο Τσάβεζ στα παραληρούντα πλήθη. Αλλά την Ευρώπη δεν την είχε αγαπήσει. Δεν ήταν μέρος της «εγκύκλιας» εκπαίδευσής του. Οπως δεν ήταν ούτε η «αστική δημοκρατία», την οποία είχε γαλουχηθεί να αντιμετωπίζει με καχυποψία, ως σύστημα μιας ελίτ που της έλειπε όχι μόνο η ηθική, αλλά και το «πατριωτικό μέτρο» (sic).

Εύστροφος και προσαρμοστικός, ο αφηγητής έμελλε να ακολουθήσει στο τέλος το πολιτικό του ένστικτο, που του έλεγε ότι δεν υπάρχει δρόμος εκτός Ευρώπης. Η αμφιταλάντευσή του όμως είναι έκδηλη ακόμη και σήμερα, δέκα γεμάτα χρόνια μετά. Στη μία σελίδα προσπαθεί να μιλήσει «τεχνοκρατικά», σαν μάνατζερ που είχε σχέδιο και πεποίθηση να κινηθεί πάνω στις ιστορικές ράγες του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας, επιδεικνύοντας ως τεκμήριο κατάρτισης την ιδιόλεκτο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Και την επόμενη υποτροπιάζει στο σύνδρομο καταδίωξης και αυτοθυματοποίησης μιας βαλκανικής μετενσάρκωσης του Αλιέντε, που οι νεοφιλελεύθεροι αποικιοκράτες του είχαν στήσει πλεκτάνη, Σκύλλες και Χάρυβδες τον υπέβλεπαν, ενώ ο λαός ήταν εκεί πάντα για να τον αποθεώνει.

Η γραφή απογυμνώνει. Λένε οι πονηροί ότι ο Τσίπρας δεν έγραψε μόνος. Ομως, κανένα τρίτο χέρι δεν θα μπορούσε να αποδώσει με τόση ενάργεια τη μύχια σύγχυση ενός πολιτικού όντος, που είχε τη γοητεία για να κρύψει την ασυγχρονία του με την εποχή του.

Ο αυτοβιογραφούμενος αποκαλύπτει ότι δεν ανήκει στη γενιά της ηλικίας του.

Προσδέθηκε ιδεολογικά και αισθητικά στην προηγούμενη γενιά του πρώτου μεταπολιτευτικού πυρετού – στη γενιά των αδελφών του, που αποτέλεσαν και τα πρότυπά του, τα οποία τον οδήγησαν στους «μεντρεσέδες» ενός δόγματος ήδη ληγμένου, πριν από τη βιολογική του ενηλικίωση.

Η διαμόρφωσή του δεν τελείωσε, βέβαια, εκεί. Τον σφυρηλάτησαν και τα βιώματα της κρίσης. Αλλά ακόμη και στα 50 του μιλάει, ας πούμε, με περηφάνια για τις θερινές κατασκηνώσεις που διοργάνωνε ως γραμματέας της κομματικής νεολαίας.

Ακόμη και σήμερα δεν έχει αναθεωρήσει τη βασική του βιβλιογραφία. Δεν έχει να προσφέρει καμία θέα της ιστορίας (του) βαθύτερη από τον φλοιό του συναισθήματος – εμείς ήμασταν οι ρομαντικοί, οι άλλοι ήταν οι δόλιοι μηχανορράφοι.

Η ατελής ενηλικίωση σε προστατεύει ψυχικά. Σε κλειδώνει στη θαλπωρή των παιδικών σου ψευδαισθήσεων και δεν αφήνει έτσι τις ενήλικες αποτυχίες σου να σε κλονίσουν. Σε κρατάει ισοβίως ικανοποιημένο με τον εαυτό σου.

Το πρόβλημα με τον αφηγητή δεν είναι ότι μπήκε κάποτε στην ΚΝΕ.

Το πρόβλημα είναι ότι …

 

δεν έφυγε ποτέ.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: