Μπράβο στον Δανίκα που τα χώνει στους εκβιαστες λαμόγια αγρότες :
— Mirsini (@Mirsini1946041) December 29, 2025
"Δεν θέλετε να πάτε στην ΑΑΔΕ ώστε να ελέγχονται τα στοιχεία σας , θέλετε να μείνετε στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ . Να ξανακάνετε τα ίδια θέλετε.
Ποιος είστε εσείς να μου κλείνετε το δρόμο ; Με ποιο δικαίωμα τον… pic.twitter.com/MDo4oUY15q
Του ΑΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ
Η πτώση στη δημοτικότητα της κυβέρνησης έχει μια αυτοματική (αντι)κοινωνική συνέπεια: νομιμοποιεί ηθικά κάθε αντικυβερνητικό διάβημα, πριν καν το περιεχόμενό του γνωστοποιηθεί ή ακόμη και ανεξάρτητα από το περιεχόμενο αυτό.
Τα αγροτικά μπλόκα και τα μαζικά λαϊκά ερείσματα που φέρεται να έχουν, είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Τι διεκδικούν ακριβώς οι αγρότες;
Κάτι που δεν τους παρέχει το κράτος ήδη;
Μια ελάφρυνση που τους παρέχεται μεν, αλλά που οι διαμαρτυρόμενοι θα την ήθελαν πιο γενναιόδωρη;
Κάτι εντελώς καινούργιο;
Είναι η διεκδίκηση δίκαιη ή όχι, και με ποιο κριτήριο την εξετάζουμε;
Οι περισσότεροι απ’ όσους σπεύδουν να στηρίξουν τις αγροτικές κινητοποιήσεις δεν έχουν φροντίσει να λάβουν γνώση των αιτημάτων πίσω από αυτές. Δεν έχουν σκεφτεί τι είναι εφικτό και τι όχι. Στηρίζουν τους αγρότες επειδή έτσι αποδοκιμάζουν μια κυβέρνηση που δεν θέλουν να στηρίξουν ούτε από σπόντα. Πρόκειται για έναν ιδιότυπο πόλεμο δι’ αντιπροσώπων.
Η λογική που αποτιμά ως χρήσιμο οτιδήποτε ενοχλητικό για τη Ν.Δ., λειτουργεί βέβαια ως αναγκαίο αντιστάθμισμα του αντιπολιτευτικού ελλείμματος. Αφού η αντιπολίτευση δεν έχει την απαιτούμενη συγκρότηση για να φέρει την κυβέρνηση σε δύσκολη θέση, τον ρόλο της αναλαμβάνουν τα γεγονότα, οι συντεχνίες, τα «κοινωνικά κινήματα».
Ετσι, όμως, η απόκριση της κυβέρνησης στις αντιξοότητες που ανακύπτουν δεν αποδεικνύεται πολιτική, αλλά τακτικιστική. Αντί να έρχεται αντιμέτωπη με την ευθύνη της, η κυβέρνηση προσφεύγει στον κακό εαυτό της. Από ζήτημα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, η συνεννόησή της με τους αγρότες γίνεται ζήτημα πελατειακής διαπραγμάτευσης: τι να τους δώσουμε για να ανοίξουν τους δρόμους; Φθηνότερο ρεύμα; Φθηνότερο πετρέλαιο; Τι θα τους γλυκάνει χωρίς να προδώσει τον ενδοτισμό μας;
Η κουβέντα δεν πάει καν στους μακροπρόθεσμους στόχους των ενισχύσεων και σε ό,τι μια κανονική χώρα θα ονόμαζε σχεδιασμό αγροτικής πολιτικής. Το θέμα από την πλευρά της κυβέρνησης είναι να παύσει η ενόχληση και να συνεχιστεί η φαινομενική κανονικότητα.
Το σιγοντάρισμα στον τορπιλισμό της κυβερνητικής «κανονικότητας», όμως, εκτός από τιμωρητικό, έχει ενίοτε και αυτομαστιγωτικό χαρακτήρα.
Οι δρόμοι που κλείνουν οι αγρότες δεν ανήκουν στους αγρότες· το εμπόριο και οι μεταφορές που δυσχεραίνουν τα μπλόκα δεν είναι αφηρημένες έννοιες, αλλά καταστάσεις με κυριολεκτικό κόστος που βαραίνει κυρίως τους πολίτες και δευτερευόντως τους κυβερνητικούς.
«Αυτό είναι το νόημα της διαμαρτυρίας», εξηγούν οι θιασώτες της: να κάνει τη ζωή των πολιτών δύσκολη και, πιέζοντάς τους, να ασκήσει εμμέσως πίεση στην κυβέρνηση. Επομένως, οι αγρότες ασκούν πίεση στην κυβέρνηση μέσω των πολιτών και οι πολίτες μέσω των αγροτών.
Αν το συντονισμένο αντικυβερνητικό στρατήγημα κρίνεται αμοιβαία επωφελές, τότε γιατί καμία πλευρά δεν δείχνει ικανοποιημένη;
Επειδή με αυτόν τον τρόπο, ακόμη κι αν θέλει, το έτσι κι αλλιώς μειωμένων ικανοτήτων ελληνικό κράτος δεν μπορεί να εξυπηρετήσει κανέναν· το στραγγαλίζουν τα τεχνάσματα των ανικανοποίητων.
Και ποια είναι η λύση;
Να αντιταχθεί ο απλός πολίτης στον αγωνιζόμενο αγρότη;
Να απαιτήσει προστασία από το κράτος, στάθμιση αντικρουόμενων δικαιωμάτων και σεβασμό στην ελευθερία του να μετακινείται ανεμπόδιστος στους δρόμους που πληρώνει;
Ισως. Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης, όμως, με θρησκευτικού τύπου δογματική αυστηρότητα έχει καταφέρει την ηθική ποινικοποίηση των παραπάνω, κωδικοποιώντας τα με μία ορολογία βαθύτατης απαξίας: κοινωνικός αυτοματισμός. Η απαίτηση της κοινωνίας να τίθεται όριο στο δικαίωμα μιας κοινωνικής ομάδας να καταπατάει τα δικαιώματα όλων των υπολοίπων ερμηνεύεται ως δόλια στρατηγική διαίρεσης, ως εμφυλιοπολεμική τάση και νίκη του «συστήματος» επί των ανθρώπων: «Αντί να ασχολούμαστε με την πηγή του προβλήματος, ασχολούμαστε με εκείνους που διαμαρτύρονται για αυτό!».
Ποιος λέει, όμως, ότι οι διαμαρτυρόμενοι είναι άσχετοι με το πρόβλημα;
Δεν μας έμαθε τίποτα το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ;
Εντάξει, ο Κώστας Ανεστίδης μπορεί να είναι αθώος. Μπορεί η εισαγγελική έρευνα εις βάρος του μάχιμου αγροτοσυνδικαλιστή να μην αποδώσει τους αναμενόμενους καρπούς και οι επιδοτήσεις που έχει λάβει να είναι απολύτως σύννομες τελικά. Κάποιοι από αυτούς που σήμερα διαμαρτύρονται στους δρόμους, όμως, έβαλαν το χέρι τους στο μέλι και δεν ήταν και λίγοι, γιατί όταν λέμε ότι το σκάνδαλο των αγροτικών επιδοτήσεων είναι εκτεταμένο, προφανώς δεν εννοούμε μόνο την πλευρά των πολιτικών και επιτελικών προσώπων που έκαναν τις σχετικές μεθοδεύσεις· εννοούμε και την πλευρά των παρανόμως ωφελημένων.
Οι αγροτικές διεκδικήσεις, βέβαια, δεν ακυρώνονται συλλήβδην από τη διαφθορά μέρους του αγροτικού κόσμου. Η διαφθορά, ωστόσο…
δεν μπορεί να μην αποτελέσει συμφραζόμενο των κινητοποιήσεων. Το να φωνάζεις πως έχεις δίκιο, δεν σημαίνει αυτοδικαίως πως έχεις. Το να κλείνεις δρόμους και να εγείρεις μαξιμαλιστικές οικονομικές αξιώσεις από το κράτος, χωρίς μάλιστα να τις διαπραγματεύεσαι, δεν σε καθιστά ήρωα.
Ο πειρασμός του κομφορμιστικού λαϊκισμού είναι μεγάλος – κανείς δεν τα βάζει εύκολα με τους αγρότες. Από την άλλη, η παραλληλία του σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ και του επίμονου στερεοτύπου του πάναγνου αγρότη-αγωνιστή παραείναι ειρωνική για να αγνοηθεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου