Ανδρόγυνο, άρρωστο από βουβωνική πανώλη, με τις χαρακτηριστικές πληγές στο σώμα. Εικόνα σε γερμανική Βίβλο του 1411. Φωτ. SHUTTERSTOCK |
Γράφει ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΤΡΙΑΡΙΔΗΣ
Για τους εφήβους που αρχίσαμε να οριοθετούμε τον εαυτό μας μέσα στον κόσμο στη (μάλλον μακρινή πια) δεκαετία του 1980 ορισμένες από τις ομορφότερες ώρες εκείνης της νεότητας είναι συνδεμένες με την ανάγνωση του αριστουργηματικού μυθιστορήματος του Μάρκες «Ερωτας στα χρόνια της χολέρας». Το κίτρινο βιβλίο (με τη φωτογραφία του συγγραφέα-μάγου σε ολόκληρο το οπισθόφυλλο) έγινε στο μυαλό πολλών από εμάς το συνώνυμο ενός προσδοκώμενου ευτοπικού κόσμου όπου τα ποταμόπλοια θα μεταφέρουν τις πιο μεγάλες νοσταλγίες, οι άνθρωποι θα δοξάζονται μέσα στο διάπυρο πάθος και οι ανυπεράσπιστοι έρωτες θα κρατούν για πάντα.
Τρεις δεκαετίες αργότερα, διαβάζοντας για την ασιατική χολέρα του 1817 (την πρώτη από τις εφτά μεγάλες παγκόσμιες πανδημίες χολέρας) διαπίστωσα πως τα ευτοπικά μέσα μου «χρόνια της χολέρας» ήταν στην πραγματικότητα χρόνια απερίγραπτης φρίκης, πόνου και δυστυχίας: οι περιγραφές αναφέρουν πως εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι (συνολικά 1,1 εκατ. ανθρώπων σε εκείνη την πρώτη ασιατική χολέρα του 19ου αιώνα) σωριάζονταν καταγής, πέθαιναν μέσα στα περιττώματά τους από διαρκείς διάρροιες, εμετούς και μυϊκούς σπασμούς που μέσα σε λίγες ώρες οδηγούσαν σε θάνατο από αφυδάτωση.
Τους τελευταίους μήνες πιάνω συχνά τον εαυτό μου να σκέφτεται ή και να επαναλαμβάνει συνέχεια μια σκέψη που διάβασα μάλλον μηχανικά τον περασμένο Ιανουάριο: Οι μεγάλες κρίσεις της Ιστορίας είναι εξαιρετικά γοητευτικές ή και συναρπαστικές όταν διαβάζεις για αυτές –διαβάζοντας τις μαρτυρίες για τον όλεθρο που προκάλεσαν έχεις μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αναστοχαστείς για την ανθρώπινη κατάσταση και το απρόβλεπτο πεπρωμένο του ανθρώπινου είδους–, όταν όμως τις ζεις, βιώνονται με τρόπο τρομακτικό ή και ανυπόφορο.
Η παγκόσμια πανδημία της COVID-19 και η οικονομική, βιοπολιτική και ανθρωπιστική κρίση που επιφέρει (και θα επιφέρει) έφερε με βία αυτήν την αλήθεια στο προσκήνιο των ανθρώπων της Δύσης. Γενιές που μεγάλωσαν σε καιρούς ειρήνης και ήταν συνηθισμένες (ή και εθισμένες) να αντιμετωπίζουν την Ιστορία ως ανάγνωσμα ή και ντοκιμαντέρ των περασμένων φριχτών καιρών, ως συναρπαστικό πλαίσιο ταινίας εποχής και βιοπολιτικό φόντο παθιασμένων μυθιστορημάτων, εδώ και μερικούς μήνες βρέθηκαν έντρομες μπροστά σε ένα βιοπολιτικό (αλλά και ερμηνευτικό) κενό: Μια πανδημία ενός μάλλον ήπιου αλλά εξαιρετικά μεταδοτικού αναπνευστικού ιού, με πολύ μικρή θνητότητα (όπως όλα δείχνουν περίπου διπλάσια από αυτή της κοινής γρίπης) καταργεί όλες τις σταθερές του δυτικού τρόπου ζωής, ενοχοποιεί την εγγύτητα και τη φυσική επαφή, υπονομεύει τον τρόπο που αναπνέουμε, κλείνει τις κοινωνίες στο σπίτι επιβάλλοντας καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης και σμπαραλιάζει την παγκόσμια οικονομία, αναποδογυρίζοντας τις ζωές όλων των ανθρώπων του πλανήτη και καταστρέφοντας πολλά εκατομμύρια από αυτούς.
Το βιβλίο της Ντόροθι Κρόουφορντ «Θανατηφόροι σύντροφοι» (αγγλική έκδοση 2018, ελληνική έκδοση 2020 από τις εκδόσεις Οξύ, σε μετάφραση της Κίκας Κραμβουσάνου) είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να συνδέσουμε αυτό το αμήχανο βιοπολιτικό κενό που ζούμε με την ιστορία των επιδημιών και των πανδημιών και την επώδυνη όσο και καθοριστική επίδρασή τους στην ιστορική και πολιτισμική πορεία του ανθρώπου.
Η Κρόουφορντ (γενν. 1950, καθηγήτρια Ιατρικής Μικροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου με ιδιαίτερη ενασχόληση με την εκλαΐκευση της Ιατρικής) ξεκινώντας με τον SARS (Οξύ Αναπνευστικό Σύνδρομο) του 2003 κάνει μια αναδρομή στην ιστορία των μικροβίων από την Προϊστορία μέχρι την Αρχαιότητα και μέχρι τις μέρες μας. Φυσικά όλες οι μεγάλες πανδημίες που διαμόρφωσαν την Ιστορία βρίσκονται στις σελίδες της: Ο λοιμός της Αθήνας του 430 π.Χ. (εικάζουμε πως ήταν μια επιδημία τύφου ή ιλαράς), o λοιμός των Αντωνίνων του 165 μ.Χ. (η πανούκλα που σάρωσε την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Μάρκου Αυρηλίου), η βουβωνική πανώλη του Ιουστινιανού του 542 μ.Χ. και, φυσικά, η «μητέρα όλων των πανδημιών», ο φρικτός Μαύρος Θάνατος του 1348. Αυτή η επιδημία βουβωνικής πανώλης που μέσα σε 5 χρόνια (1348-1353) σκότωσε το 1/3 (περίπου τα 25 από τα 75 εκατομμύρια ανθρώπων) του πληθυσμού της Ευρώπης και το 1/4 (περίπου τα 120 από τα 470 εκατομμύρια) του συνολικού πληθυσμού της Γης. Η μαύρη πανούκλα σημάδεψε όσο καμία άλλη πανδημία τον ανθρώπινο πολιτισμό σε κάθε λογής έκφανση της ζωής και της τέχνης: Δεν είναι λίγοι οι ιστορικοί που υποστηρίζουν πως η Αναγέννηση (άρα και ολόκληρος ο πολιτισμός της Δύσης) ήταν πρώτα μια αντανακλαστική αντίδραση των αστικών στρωμάτων της Ευρώπης που μετά τον Μαύρο Θάνατο θέλησαν να επαναπροσδιορίσουν τον κανόνα της ζωής τους.
Προχωρώντας στο πέρασμα των αιώνων η Κρόουφορντ φτάνει στον 20ό αιώνα κατά τον οποίο δεσπόζουν, στην αρχή και το τέλος του, δύο από τις πλέον θανατηφόρες πανδημίες της Ιστορίας: η ισπανική γρίπη του 1918-1921 με σχεδόν 50 εκατομμύρια νεκρούς και ο ιός του HIV που μέχρι σήμερα μετράει τουλάχιστον 37 εκατομμύρια καταγεγραμμένους νεκρούς (το πραγματικό νούμερο είναι πιθανότατα πολύ μεγαλύτερο).
Η Κρόουφορντ χρησιμοποιεί τον HIV για να καταδείξει αυτό που ξέρουμε από την απαρχή της Ιστορίας: πως η νόσος τρέφεται από τη φτώχεια. Στη Δύση σήμερα τα αντιρετροϊκά φάρμακα έχουν καταστήσει τον HIV μια απολύτως αντιμετωπίσιμη χρόνια νόσο. Στην Υποσαχάρια Αφρική αντιθέτως το 54% των νοσούντων δεν λαμβάνει καμία ουσιαστική θεραπεία – και εκεί το ποσοστό των φορέων ξεπερνάει το 18% του συνολικού πληθυσμού. Είναι προφανές πως στα χρόνια που έρχονται η εκατόμβη των εκατομμυρίων νεκρών του HIV θα ακολουθηθεί από μία ακόμη μεγαλύτερη.
Το βιβλίο της Κρόουφορντ αναλαμβάνει τον ρόλο ενός εκλαϊκευτικού επιστημονικού-ιστορικού βιβλίου. Καταγράφει (κάποιες φορές με τρόπο συναρπαστικό) την ιστορία των μικροβίων και την εξακολουθητική σχέση της με την πολιτισμική Ιστορία του ανθρώπου και κάνει σαφές στο μυαλό του αναγνώστη πως τα μικρόβια είναι αναπόσπαστο μέρος της Φύσης – άρα και αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης πορείας.
Η Κρόουφορντ εστιάζει την προσοχή της στη «μάχη» μεταξύ του έλλογου ανθρώπου με την παντοδύναμη νοημοσύνη του από τη μια και την ακαταμάχητη διαρκή προσαρμοστικότητα των άλογων μικροβίων από την άλλη – μια «μάχη» στην οποία ο άνθρωπος διαρκώς υπερισχύει όπως δείχνει η θριαμβική καμπύλη της αύξησης του πληθυσμού τα τελευταία 100 χρόνια.
Επίσης αναφέρεται στο πώς τα μικρόβια «αποκρίνονται» στη μάχη αυτή διεισδύοντας στις καινούργιες παραμέτρους του τρόπου ζωής των ανθρώπων: ευνοούνται από την εκρηκτική αύξηση των ταξιδιών αλλά και από την όλο και μεγαλύτερη παρέμβαση του ανθρώπου στη Φύση τα τελευταία εκατό χρόνια.
Από εκεί και πέρα, πιστό στον εκλαϊκευτικό του χαρακτήρα, το βιβλίο αποφεύγει οποιαδήποτε ιστορική αναγωγή ή πολιτική κρίση, αφήνοντάς την στη διάθεση και στην αναστοχαστική ανάγκη του αναγνώστη του. Είναι ένα βιβλίο δεδομένων και όχι ένα βιβλίο θέσεων – και υπηρετεί τον διόλου ευκαταφρόνητο προσανατολισμό του εξαιρετικά.
Η COVID-19 καταργεί όλες τις σταθερές του δυτικού τρόπου ζωής, ενοχοποιεί την εγγύτητα και τη φυσική επαφή, κλείνει τις κοινωνίες στο σπίτι, σμπαραλιάζει την παγκόσμια οικονομία αναποδογυρίζοντας τις ζωές όλων των ανθρώπων του πλανήτη.
Είναι περισσότερο από βέβαιο πως στην επόμενη έκδοση των «Θανατηφόρων συντρόφων» θα υπάρχει ένα εκτενέστατο κεφάλαιο (ή κι ένα ολόκληρο δεύτερο βιβλίο;) για την COVID-19 και το υγειονομικό, οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό αποτύπωμά της. Ωστόσο, όπως όλα δείχνουν, στην περίπτωση της COVID-19 θα υπάρξει για πρώτη φορά στην Ιστορία μια αντίφαση. Το υγειονομικό αποτύπωμα της πανδημίας του κορωνοϊού θα είναι δυσανάλογα μικρότερο από το αντίστοιχο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό.
Εξηγούμαι: Προφανώς ο κάθε θάνατος ενός ανθρώπου είναι ένα ανεπανάληπτο και απόλυτα οδυνηρό γεγονός – και σαφώς ο καθένας μας φοβάται τον κορωνοϊό (και ο γράφων πρώτος από όλους). Η ψυχρή αλήθεια όμως είναι πως τα νούμερα των ανθρώπων που δείχνει να σκοτώνει η COVID-19 δεν μπορούν, ούτε ως απόλυτα νούμερα, ούτε, πολύ περισσότερο, κατά αναλογία, να συγκριθούν με τις μεγάλες πανδημίες της Ιστορίας. Η καθεαυτή πανδημία του κορωνοϊού υπολογίζεται πως θα αφήσει πίσω της περίπου 2 εκατομμύρια νεκρούς που θα νοσήσουν από αυτόν (στα δυσοίωνα σενάρια το νούμερο ανεβαίνει στα 3 εκατομμύρια). Στη συντριπτική τους πλειονότητα αυτοί οι άνθρωποι είναι ηλικιωμένοι – δηλαδή άνθρωποι που έχουν διαγράψει έναν κύκλο ζωής, άρα ο ψυχικός και κοινωνικός πόνος που προκαλεί η απώλειά τους είναι λογικά μικρότερος.
Σύμφωνα με το www.worldometers.info/world-population, ο πληθυσμός της Γης τη μέρα που γράφεται αυτό το κείμενο είναι 7.823.546.000 άνθρωποι – και μέχρι το βράδυ θα έχει αυξηθεί κατά 150.000 ανθρώπους. Μέσα στο τόσο επώδυνο (εξαιτίας της COVID-19) 2020 ο πληθυσμός της Γης θα έχει αυξηθεί κατά 75 εκατομμύρια ανθρώπων. Πώς μπορεί η παραπάνω αναλογία να συγκριθεί με τον Μαύρο Θάνατο που μείωσε τον πληθυσμό της Γης κατά το 1/4 (χρειάστηκαν τρεις αιώνες για να επανέλθει η ανθρωπότητα στα ίδια δημογραφικά δεδομένα) ή με την ισπανική γρίπη του 1918-1921 που σκότωσε σχεδόν 50 εκατομμύρια ανθρώπων σε συνολικό πληθυσμό 1,3 δισ.;
Αντίθετα, το οικονομικό/κοινωνικό/πολιτικό και πολιτισμικό αποτύπωμα της COVID-19 θα είναι συντριπτικό. Για πρώτη φορά στην Ιστορία πάνω από τον μισό πληθυσμό της Γης και το σύνολο του δυτικού κόσμου υποβλήθηκαν σε αλλεπάλληλα lockdowns – με ό,τι συνεπιφέρουν αυτά. H οικονομική (άρα και η βιοπολιτική) καταστροφή θα είναι ανυπολόγιστη (δεν μπορεί να βρεθεί αυτή τη στιγμή μια έγκυρη πρόβλεψη). Και αυτή η καταστροφή θα ανατρέψει σε πολλά επίπεδα τις ζωές των ανθρώπων της Δύσης – και, σύμφωνα με την θεωρία της συνώθησης, θα οδηγήσει σε καταστροφή πολλά εκατομμύρια απελπισμένων πληθυσμών του Τρίτου Κόσμου που, έτσι κι αλλιώς, ζουν στο όριο της απελπισίας.
Διακινδυνεύω μια πρόβλεψη:
Εφόσον, όπως όλα δείχνουν, η COVID-19 θα νικηθεί από την επιστήμη της Δύσης με μία σειρά εμβολίων (που αναπτύχθηκαν με πρωτοφανή ταχύτητα) θα καταγραφεί στις δέλτους μάλλον της οικονομικής και βιοπολιτικής ιστορίας παρά της ιστορίας των μεγάλων πανδημιών της ανθρωπότητας. Γιατί η οικονομική κρίση που θα προκαλέσει ο κορωνοϊός θα είναι το μείζον γεγονός – και θα δημιουργήσει απείρως περισσότερο θάνατο, πόνο και ανισότητες από την ίδια την αρρώστια. Και αν η Δύση θα ελέγξει με κάποιους τρόπους τον πόνο και την καταστροφή στις επικράτειες των χωρών της, ο Τρίτος Κόσμος θα πληρώσει το τίμημα με εκατομμύρια θανάτους. Η έκθεση του ΟΗΕ (ήδη από τον περασμένο Απρίλιο) υπολογίζει πως λόγω της COVID-19 οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν κίνδυνο ζωής από την πείνα μέσα στο 2021 θα αυξηθούν από 135 εκατομμύρια σε 265 εκατομμύρια. Νομίζω πως μας χρειάζεται αρκετή ώρα για να αισθητοποιήσουμε τι σημαίνουν αυτά τα νούμερα.
Εδώ έρχεται το πικρό πολιτικό ερώτημα (που απουσιάζει από το βιβλίο της Κρόουφορντ αλλά γεννιέται μέσα από αυτό): Πώς μετράμε τα θύματα μιας πανδημίας;
Από ποια σκοπιά και με ποια ηθική;
Και εν τέλει: ποιοι κρατάμε τη ζυγαριά με την οποία μετράμε τη ζωή και τον θάνατο, των άλλων και τον δικό μας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου