Έχω αλλάξει. Ναι. Όταν βγω από την απομόνωση, δεν θα μοιάζω σε τίποτα με τον παλιό μου εαυτό.
Είμαι τόσο σίγουρη γι’ αυτό, που έχω αρχίσει και αγοράζω από το διαδίκτυο εξοπλισμό γυμναστικής και έχω κάνει download κάτι που ονομάζεται RunPod. Φυσικά θα τρέχω πέντε χιλιόμετρα για την πλάκα μου μόλις βγω απ’ το σπίτι.
Φυσικά αυτό δεν είναι αλήθεια.
Γνωρίζω, όπως το γνωρίζετε κι εσείς, πως ότι και να θέλω να πιστεύω τώρα, μόλις τα παιδιά επιστρέψουν κανονικά στο σχολείο, μπορεί να ταξιδεύω λίγο λιγότερο απ’ όσο ταξίδευα. Γυμναστική όμως; όχι, ο πραγματικός εαυτός μου γνωρίζει πως θα επιστρέψω στην παλιά μου ρουτίνα (θα αποχαιρετώ τα παιδιά μου, θα πηγαίνω στην κουζίνα για να φτιάξω έναν δυνατό καφέ με λίγο ζεστό γάλα, μετά τα χαρτιά μου και στο γραφείο μου) και θα μου αρέσει.
Στον καινούριο μας κόσμο, υποψιάζομαι πως γρήγορα θα επιστρέψουμε στις παλιές (και απόλυτα αποδεκτές) συνήθειές μας. Αυτοί που πιστεύουν ότι η τουριστική βιομηχανία δεν θα ανακάμψει ποτέ, για παράδειγμα, θα πρέπει να σημειώσουν πως οι κρατήσεις για κρουαζιέρες για το 2021 έχουν αυξηθεί σε ετήσια βάση τον τελευταίο μήνα.
Ένα πράγμα που περιμένω από την πανδημία μας, είναι μια επιτάχυνση ορισμένων τάσεων που ήδη βρίσκονταν σε εξέλιξη, είτε πρόκειται για αύξηση της εργασίας από το σπίτι, για μια ταχύτερη ψηφιακή μεταστροφή, μια ταχύτερη υιοθέτηση της ρομποτικής στον μεταποιητικό τομέα, ή για την επίσπευση της ακύρωσης χρεών παγκοσμίως. Κάτι που θα πρέπει να προσέχουμε ιδιαίτερα είναι μια αλλαγή στην κατανομή εισοδήματος από τους πλουσιότερους προς τους φτωχότερους.
Για νύξεις ως προς το πώς μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο, αναρωτιέμαι αν θα πρέπει να κοιτάξουμε το Ηνωμένο Βασίλειο κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα. Σε μελέτη του 2018 με τίτλο «The Comfortable, the Rich and the Super-Rich», οι Peter Scott και James T Walker εξετάζουν τα βρετανικά εισοδήματα κατά την περίοδο αυτή, και η εικόνα δεν είναι πολύ όμορφη –για τους πλούσιους τουλάχιστον.
Τον 19ο αιώνα, το Ηνωμένο Βασίλειο είχε υψηλότερα επίπεδα εισοδηματικής ανισότητας απ’ ότι οι περισσότερες χώρες, κάτι που εν μέρει εξηγείται από την «ασυνήθιστα υψηλή ανισότητα στον πλούτο» και έτσι του επενδυτικού εισοδήματος. Το πλουσιότερο 1% κατείχε περίπου το 70% του συνολικού πλούτου (και λάμβανε 30% του εισοδήματος) και το χαμηλότερο 95% μόλις το 10%.
Το 1911, το πλουσιότερο 1,1% των νοικοκυριών (ή «φορολογικών μονάδων» όπως λένε οι αμερικάνοι) ήταν εισοδηματίες (πάνω από το 50% του εισοδήματός τους δεν προέρχονταν από εργασία). Μέχρι το 1949 αυτό είχε πάει στο 0,026%.
Μεταξύ του 1911 και του 1949 το μερίδιο εισοδήματος του κορυφαίου 1% είχε μειωθεί κατά 62%. Αυτό είχε εν μέρει να κάνει με τον πληθωρισμό, που ανάγκασε τους κατόχους περιουσιακών στοιχείων να τα πουλήσουν για να συντηρήσουν τον τρόπο ζωής τους, και εν μέρει με τη μείωση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, αλλά επίσης με τα ενοικιοστάσια, που οδήγησαν αναγκαστικά σε πωλήσεις οικιστικών ακινήτων σε χαμηλές τιμές, και πίεσαν πτωτικά τα μερίσματα και τα επιτόκια (που ήταν και το κυρίαρχο κομμάτι των εσόδων που δεν προέρχονταν από εργασία).
Μπήκαν όρια στην αγορά τίτλων στο εξωτερικό, τιμωρητικοί φόροι στα μερίσματα, υπερφορολογήθηκαν τα πολύ υψηλά εισοδήματα και στην δεκαετία του 1930 εμφανίστηκε ένα κύμα άσχημων «μετατρέψιμων εκδόσεων» που αντικατέστησαν τους τίτλους υψηλής απόδοσης με τίτλους χαμηλότερων τόκων –με γνωστότερη τέτοια έκδοση την αντικατάσταση του πολεμικού δανείου του 1917 που είχε επιτόκιο 5%, με μετοχές χωρίς ημερομηνία και επιτόκιο 3,5%. Οι κάτοχοι πήραν τελικά τα λεφτά τους πίσω (που πλέον δεν είχαν αγοραστική ικανότητα) το 2015.
Τίποτα από αυτά δεν είναι ένας καλός τρόπος για να μειωθεί η ανισότητα: αν η πρόοδος είναι αυτό που επιδιώκεις, είναι προφανώς καλύτερα να κοιτάξεις να αυξήσεις το εισόδημα των φτωχών παρά να σπεύσεις να μειώσεις το εισόδημα των πλουσίων.
Στα θετικά, όμως, η μείωση στην εισοδηματική ανισότητα αφορούσε επίσης βελτιώσεις στα χαμηλότερα επίπεδα. Η πτώση στα μερίσματα «έδωσε μεγαλύτερο περιθώριο» για καταβολή υψηλότερων μισθών, ενώ τα χαμηλότερα ενοίκια και τα επιτόκια μείωσαν τις δαπάνες των νοικοκυριών και οδήγησαν στην οικιστική άνθιση της δεκαετίας του 1930.
Υπάρχει επίσης κάτι καλύτερο που μπορεί να προστεθεί στο μείγμα εδώ. Οι πόλεμοι έχουν μια τάση να δημιουργούν άλλες ισορροπίες, καθώς οι ομάδες χαμηλού status γίνονται απαραίτητες για την πολεμική προσπάθεια (και ως εκ τούτου αποκτούν υψηλότερο status). Το αποτέλεσμα είναι πως η πολιτική αλλάζει προς όφελός τους.
Ακούγονται λίγο γνώριμα όλα αυτά, έτσι δεν είναι;
Γίνεται συζήτηση για απόκτηση από το κράτος μεριδίων σε κρίσιμες επιχειρήσεις –καλή τύχη στην επανέναρξη των μερισμάτων μετά από αυτό- και για νέες επιλογές χρηματοδότησης χαμηλής απόδοσης για να πληρωθούν όλα αυτά, όπως ένα ομόλογο που θα συνδέεται με το ΑΕΠ. Τα επιτόκια θα παραμείνουν χαμηλά. Τα ενοίκια μπορεί επίσης να μειωθούν καθώς τα διαμερίσματα Airbnb ξαναβγαίνουν στην αγορά μακροχρόνιας μίσθωσης με χαμηλότερες τιμές.
Μετά, υπάρχει η τάση για νέες ισορροπίες:
Με όλα αυτά κατά νου μπορείτε επίσης να κοιτάξετε το νέο κείμενο εργασίας της Federal Reserve του Σαν Φρανσίσκο: η έρευνά της για τις προηγούμενες ευρωπαϊκές πανδημίες δείχνει πως τα επιτόκια έχουν ιστορικά μειωθεί για 20 χρόνια μετά και οι πραγματικοί μισθοί έχουν αυξηθεί για 30 χρόνια. Οι αναγνώστες των FT θα έχουν ανάμεικτα συναισθήματα επ’ αυτού: μπορεί να χαρούν που οι μισθοί θα αυξηθούν για τους λιγότερο εύπορους, αλλά όχι και τόσο που οι αποδόσεις του πλούτου για τον οποίον δούλεψαν σκληρά, θα μειωθούν.
Τι μπορείς να κάνεις;
Διστάζω να μπω στην ομάδα των καλοπροαίρετων που λένε να αξιοποιήσεις το lockdown για να αποκτήσεις νέες δεξιότητες ή να επικαιροποιήσεις τις παλιές, όμως νομίζω πως αυτό τελικά θα αποδειχθεί πως είναι μια εξαιρετική ιδέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου