Στην πραγματικότητα δεν είναι τάξη, αλλά πολλά στρώματα υψηλόμισθων μισθωτών, ελεύθερων επαγγελματιών και επιχειρηματιών “μεσαίων” τζίρων.
Σε κάθε περίπτωση πράγματι επλήγη από την κρίση, πριν 20 χρόνια όμως ήταν οι μεσαίοι που μπήκαν εθελοντικά στο κυνήγι του εύκολου κέρδους.
Πραγματική φρενίτιδα: ένα νεοελληνικό Ελντοράντο άνευ προηγουμένου (τα Λαυρεωτικά είναι τόσο μα τόσο παλιά).
Εταιρείες ανύπαρκτες έφτασαν να στοιχίζουν εκατομμύρια, εταιρείες φαντάσματα σάρωναν τα limiti up, ο παραγωγικός κορμός της χώρας είχε παραλύσει.
Όλοι έπαιζαν Χρηματιστήριο, όλοι τζόγαραν στο καθημερινό καζίνο, όλοι διάβαζαν τις σομόν σελίδες των εφημερίδων, το content άλλωστε του ελληνικού διαδικτύου ήταν τότε εξαιρετικά λειψό και ασθενικό.
Από κοντά και δημοσιογράφοι που βαπτίστηκαν οικονομικοί σε μια βραδιά: η ζήτηση ήταν τεράστια, όλοι ήθελαν να ξέρουν κάτι για τις εταιρείες που έβαζαν τα λεφτά τους, όλοι ήθελαν να πληροφορηθούν ποιες πρέπει οπωσδήποτε να έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους.
Πούλμαν να μεταφέρουν τους επενδυτάς από την επαρχία στην Αθήνα. Οι ΕΛΔΕ είχαν πλαφόν και πολλοί ήθελαν να τα χώσουν χοντρά: πολλά βάζεις, πολλά παίρνεις ήταν το αγαπημένο μότο.
Κι έρχονταν με “τούβλα” για να παίξουν, για να κονομήσουν, για να γίνουν μεγιστάνες: ο λαϊκός καπιταλισμός ήταν η Ιθάκη τους.
Δεν ήταν λίγες οι νουνεχείς φωνές, που έλεγαν πως όλο αυτό ήταν φούσκα.
Η “πληροφορία” που διακινούσαν κύκλοι, έφαγε πολλούς…
Μέχρι και πεθαμένοι έκαναν εγγραφές. Τρομερά πράγματα.
Και τα ομόλογα στο παιχνίδι. Ένα Ελντοράντο για να εμφανιστεί το παρκαρισμένο χρήμα. Αποδόσεις τρελές, άνω του 20%.
Το διάγραμμα είναι αποκαλυπτικό. Το θέρος του 1999 ήταν η κορύφωση του τζογαρίσματος.
Μάτωσε η μεσαία τάξη με το Χρηματιστήριο. Οικονομίες μιας ζωής έκαναν φτερά, εφάπαξ μεγάλα έγιναν ισχνά, δάνεια πάρθηκαν για να γίνουν διορθωτικές κινήσεις στα χαρτοφυλάκια.
Δεν θα μπορούσε η όλη ιστορία να μην αποκτήσει και πολιτική διάσταση.
Η εμβληματική της Μεταπολίτευσης “Ελευθεροτυπία” έγραφε για “κόμμα του Χρηματιστηρίου”.
Το 1999 ο “εκσυγχρονισμός” και το όραμα της ΟΝΕ ήταν στα φόρτε του.
Όπως και το όνειρο της Καγιέν, του σπιτιού με πλέι ρουμ, του εξοχικού στη θάλασσα, ταξίδια ονειιρικά, που έμειναν τέτοια.
Όλο το παίγνιο είχε στηθεί σε έναν ανθρώπινο παράγοντα άχαστο: την απληστία.
Υπάρχει μιας ατάκα στον Λύκο τής Γουόλ.: έπεφτε το σύμπαν., ρωτάει ό αντικριστής τόν μπρόκερ, τί κάνουμε;
“Τώρα πούλα και τη μάνα σου”.
Μόνο σοφοέκλαψαν για τα λεφτά στα μουλωχτά: κανείς δεν ήθελε να είναι λούζερ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου