Η πιο ελκυστική περίοδος της Αθήνας για μένα ήταν πάντα ο Αύγουστος.
Όντας νησιώτης, δεν συγκινιόμουν ποτέ ιδιαίτερα με τα ειδυλλιακά ηλιοβασιλέματα, τις χρυσές παραλίες, τις ρομαντικές βαρκάδες και τις δροσερές θάλασσες. Η Αθήνα μου φαινόταν -και εξακολουθεί να μου φαίνεται- ο επί γης παράδεισος για διακοπές! Τώρα πια, για άλλους λόγους.
Πριν αρκετά χρόνια όμως γιατί μου χάριζε εκείνο το σπάνιο και άγριο αίσθημα ζωής καθώς η πόλη γινόταν ακόμα πιο απρόσωπη και υποσχετική καθώς αφουγκραζόμουν καλύτερα τον εαυτό μου. Και μην ακούτε. Έβρισκες τα πάντα! Ωραία καφενεία να αράξεις, απίθανα μπαρ για να βγεις τη νύχτα και να την νιώσεις στο πετσί σου, δικές σου λεωφόρους να περπατήσεις σα να είναι η πρώτη φορά, κυρίως όμως πολλές μοναχικές γυναίκες να θαυμάσεις δίχως να είσαι υποχρεωμένος να παριστάνεις τον Ταρζάν σκαρφαλώνοντας σε βράχια, επιχειρώντας ακροβατικά μακροβούτια ή τρέχοντας σαν αθληταράς στην αμμουδιά κερδίζοντας ένα έγκαυμα στην πλάτη, πατώντας έναν αχινό, ή σπάζοντας κανένα χέρι επί …«λόφων τινῶν ἐπικλινῶν», όπως εξερευνούσες την φύση.
Στην Αθήνα, αντίθετα, οδηγούσες ανέμελα στους δρόμους, μάθαινες αλλιώς την πόλη, την έκανες δική σου και πάντα είχες την ευκαιρία να ζήσεις έναν φοβερό έρωτα με μιαν υπέροχη δεσποσύνη σαν να ήσασταν το μοναδικό ζευγάρι στον πλανήτη, οι μοναδικοί εραστές της νύχτας, περπατώντας κάτω από τα αστέρια στους άδειους δρόμους που, ωστόσο, έκρυβαν μικρούς σπάνιους παραδείσους σε κάθε γωνιά της. Αυτά όταν είσαι νέος και ωραίος.
Αλλά και τώρα που μεγάλωσα πια, η πόλη εξακολουθεί να είναι μοναδική. Κάθομαι στην βεράντα μου, αγναντεύω τον Υμηττό που για έναν αλλόκοτο λόγο μου θυμίζει νησί και σκέπτομαι χαιρέκακα ότι γλύτωσα την απίστευτη ταλαιπωρία του ταξιδιού όπου φτάνεις στον προορισμό σου εξαντλημένος από την κούραση και το στριμωξίδι στο πλοίο που μοιάζει πια σα να ταξιδεύεις σε ινδικό τρένο, και κυρίως αυτό το υστερικό άγχος των διακοπών που κάνει τους εκδρομείς να συμπεριφέρονται αλλόκοτα.
Τους φαντάζομαι να τρέχουν σαν τρελοί να βρουν παραλία όπου το μήκος των παρκαρισμένων αυτοκίνητων είναι δυο τρία χιλιόμετρα. Τους φαντάζομαι κάθιδρους και καταπονημένους να καταφθάνουν φορτωμένοι με τον απαραίτητο εξοπλισμό του μπάνιου και να στέκονται εμβρόντητοι μπροστά στην παραλία διαπιστώνοντας με βλέμμα απλανές από την απελπισία ότι δεν τους χωράει ο πλανήτης, ότι είναι υπεράριθμοι! Παρακολουθώ τις αγωνιώδεις προσπάθειες να βρουν σήμα μήπως σωθούν από κανέναν χάρτη του ιντερνέτ και να γίνονται ψηφιακά ράκη καθώς το κινητό …δεν πιάνει!
Τους βλέπω σα να είναι μπροστά μου να προσπαθούν από χωριό σε χωριό κι από χώρα σε χώρα να βρουν μια καρέκλα, ένα τραπέζι ελεύθερο και να ακολουθεί ο παρακάτω διάλογος:
Έχετε κλείσει τραπέζι;
Όχι βέβαια, σήμερα ήρθαμε!
Δυστυχώς, δεν έχω τίποτα αυτή τη στιγμή να σας εξυπηρετήσω.
Πότε θα έχετε δηλαδή;
Μισό λεπτό να κοιτάξω. Λοιπόν, …ναι , ναι , α, ωραία: έχω ένα ελεύθερο την επόμενη εβδομάδα, την Πέμπτη 7-9 μμ. Είστε οκ;
Δεν θα το κρύψω αλλά...
τρελαίνομαι να σκαρώνω παρόμοιους διάλογους απολαμβάνοντας την καταλυτική σιωπή, έχοντας όλη τη μέρα μπροστά μου να αναπτύξω τις δραστηριότητές μου μέσα στην άνεση της ρουτίνας μου!
Όντας νησιώτης όπως είπαμε, συμβαίνει ενίοτε να επισκέπτομαι το γενέθλιο τόπο μου και αντί των συμμαθητών μου -όσων έχουν …απομείνει ή κάποιων φίλων από την παιδική μου ηλικία- να πέφτω πάνω σε όλες εκείνες τις γνώριμες αθηναϊκές φάτσες, τις τελευταίες που ήθελα να συναντήσω στον τόπο μου, και που βλέποντάς με έξω από το πατρικό μου, να με ρωτούν: Καλά, τι δουλειά έχεις εσύ εδώ;…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου