Γράφει ο Χαρίδημος Τσούκας
«Ολοι έχουν ένα σχέδιο μέχρι να φάνε τη γροθιά στο στόμα» – ΜΑΪΚ ΤΑΪΣΟΝ, Πρωταθλητής πυγμαχίας
«Τα σχέδια είναι άχρηστα. Ο σχεδιασμός είναι το παν» – ΝΤΟΥΑΪΤ ΑΪΖΕΝΧΑΟΥΕΡ, Πρόεδρος ΗΠΑ
Οταν συµβαίνουν φυσικές καταστροφές, η αντιπολίτευση έχει ένα δομικό πλεονέκτημα έναντι της κυβέρνησης: εφόσον τη φυσική καταστροφή διαχειρίζονται κρατικοί οργανισμοί, υπό κυβερνητική εποπτεία, η ζημία που επέρχεται χρεώνεται αναγκαστικά στην κυβέρνηση. Εκ του αποτελέσματος, δηλαδή εκ των υστέρων, πάντα το κράτος θα μπορούσε να έχει δράσει αποτελεσματικότερα, έτσι ώστε οι συνέπειες της καταστροφής να ήταν μικρότερες. Αναδρομικά, όλα εξηγούνται.
Η καταστροφή συνιστά ένα γεγονός που η αιτιοκρατική νοοτροπία μας δεν αποδέχεται μοιρολατρικά, ούτε καν πιθανολογικά: αναζητούμε συγκεκριμένες ανθρώπινες ευθύνες.
Η μη καταστροφή (: η αποτροπή της καταστροφής), αντιθέτως, στο όνομα της οποίας μιλάει η αντιπολίτευση, είναι ένα μη γεγονός (non-event): κάτι που δεν συνέβη, εύκολα το οικειοποιείται ο επικριτής, ενώ δύσκολα το πιστώνεται ο διαχειριστής της κρίσης.
Η καταστροφή είναι απτή· η μη καταστροφή είναι εικοτολογική.
Οι καταστροφές προσφέρονται, συνεπώς, για δημαγωγία: χρεώνεις την αποδεδειγμένη καταστροφή στους διαχειριστές, υποστηρίζοντας ότι μια αορίστως «άλλη» διαχείριση θα απέτρεπε την καταστροφή.
Πότε η κριτική στην κρατική διαχείριση μιας κρίσης είναι γόνιμη;
Οταν έχει το σωστό περιεχόμενο και ύφος.
Δηλαδή;
Πρώτον, όταν η κριτική εντοπίζει συγκεκριμένες αστοχίες, βραχυχρόνιες και μακροχρόνιες.
Και δεύτερον, όταν η κριτική δεν γίνεται κατεδαφιστικά, αλλά εποικοδομητικά· επισημαίνοντας λάθη, η κριτική στην κυβέρνηση αποσκοπεί, πρωτίστως, στη θεσμική μάθηση και, δι’ αυτής, στην προαγωγή του κοινού καλού. Σε ένα, κατ’ αρχήν, ορθολογικό σύστημα, ο εποικοδομητικός επικριτής ανταμείβεται – συσσωρεύει πολιτικό κεφάλαιο.
Δείγμα εποικοδομητικής κριτικής είναι η συζήτηση για τη δια-χείριση της πιο καταστροφικής δασικής πυρκαγιάς στην Ιστορία των ΗΠΑ, στη Χαβάη (οι ομοιότητες με το Μάτι είναι έντονες). Οι αστοχίες ήταν αρκετές: το σύστημα προειδοποίησης δεν λειτούργησε, οι εκκενώσεις ήταν σχεδόν ανύπαρκτες, οι αναζωπυρώσεις δεν αντιμετωπίστηκαν εγκαίρως, η εταιρεία ηλεκτρισμού δεν έκοψε γρήγορα το ρεύμα κ.ο.κ. Και, φυσικά, στο βάθος βρίσκονται αφενός η ατελής μέριμνα για την προστασία των δημοσίων αγαθών (π.χ. η Πυροσβεστική της Χαβάης αποδείχθηκε υποστελεχωμένη), αφετέρου η εντεινόμενη απειλή της κλιματικής κρίσης. Οπως και στη συναφή συζήτηση στον Καναδά για τις μεγα-πυρκαγιές εντυπωσιάζει η έλλειψη μικροπολιτικής αντιπαράθεσης – συζητούνται, τεκμηριωμένα και υπεύθυνα, τα μείζονα.
Η αντιπολίτευση επικρίνει την κυβέρνηση Μητσοτάκη ότι δεν είχε σχέδιο αντιμετώπισης των πρόσφατων εκατοντάδων πυρκαγιών. (Για να μην ξεχνούμε: πανομοιότυπη ήταν η κριτική της Ν.Δ. όταν ήταν αυτή στην αντιπολίτευση).
Δεν διευκρινίζουν τι ακριβώς εννοούν: τι θα θεωρούσε η αντιπολίτευση ως επαρκές «σχέδιο»;
Η έκθεση Γκόλνταμερ (2019) ορίζει ως μέρη του σχεδίου: πρόληψη πυρκαγιών, καταστολή πυρκαγιών και αποκατάσταση καμένων εκτάσεων.
Τι από αυτά πήγε λάθος;
Σίγουρα η πρόληψη. Οι εμπειρογνώμονες επισημαίνουν ότι η διαχείριση των δασών (ιδιαίτερα της βιομάζας) είναι ανεπαρκής (βλ. «Κ», 26/7/2023, 7/8/2023).
Η καταστολή; Εγιναν συγκεκριμένα λάθη;
Τσιμουδιά η αντιπολίτευση. Επιλέγει, αντιθέτως, τη δημαγωγική κριτική: έπρεπε να υπάρχει ένα καλύτερο σχέδιο.
Το μείζον, όμως, δεν είναι το μυθικό «σχέδιο» (plan), αλλά ο σχεδιασμός (planning) ως διαρκής πρακτική στο Δημόσιο.
Ο σχεδιασμός είναι δύσκολος γιατί απαιτεί θεσμική χορογραφία. «Η σωστή και ισορροπημένη οργάνωση της διαχείρισης των πυρκαγιών είναι μια λεπτή άσκηση πολιτικής που απαιτεί αρμονική συνεργασία πολλών φορέων και πρέπει να στηρίζεται σε ορθολογική επιστημονική ανάλυση», επισημαίνει η έκθεση Γκόλνταμερ.
Τι κάνουμε γι’ αυτό;
Ιδού ένα πεδίο γόνιμης αντιπολιτευτικής κριτικής. Τέτοια κριτική, όμως, θέλει δουλειά, όχι αερολογία.
Σε τηλεοπτική εκπομπή (Mega, 23/8/2023) ο κ. Θεοχαρόπουλος, στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, είπε ότι «έπρεπε να υπάρχει σχέδιο να μη φτάσει η φωτιά στο νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης […]. Ντρέπομαι για τις εικόνες [εκκένωσης] του νοσοκομείου». Προσέξτε τη φαντασίωση του κομματικού γραφειοκράτη: τα προβλήματα πάντοτε ανακύπτουν γιατί το «σχέδιο» δεν είναι επαρκές (άρα ευθύνεται η κυβέρνηση-σχεδιαστής), όχι γιατί το φυσικό φαινόμενο ενδέχεται να είναι σαν τη σιδερένια γροθιά του πυγμάχου που αχρηστεύει κάθε σχέδιο. Ο κ. Θεοχαρόπουλος «ντρέπεται» αντί να συγχαρεί τους αρμοδίους, που επέδειξαν ευθυκρισία, αποφασίζοντας και, στη συνέχεια, υλοποιώντας την εκκένωση του νοσοκομείου.
Δεν θα μάθουμε ποτέ αν η εκκένωση του νοσοκομείου απέτρεψε θανάτους. Καθότι η αποτροπή συνιστά μη γεγονός, οι λήπτες αποφάσεων δεν πιστώνονται το πιθανό όφελος της απόφασής τους, ενώ οι δημαγωγικοί επικριτές επικαλούνται ένα άλλο, φανταστικό «σχέδιο» που «έπρεπε» να υπάρχει, οικειοποιούμενοι τα εικαζόμενα οφέλη του. Η δημαγωγική κριτική στοχεύει στενά σε πολιτικά οφέλη, όχι στη θεσμική μάθηση.
Η προσέγγιση της εκάστοτε αντιπολίτευσης απηχεί την ευρύτερη υπερ-ορθολογική αντίληψη στις σύγχρονες κοινωνίες ότι όλα τα προβλήματα είναι ελέγξιμα. Μείζονες κρίσεις θεωρούνται «αδιανόητες». Η ζωή εκλαμβάνεται ως εύτακτη, γραμμικά προοδευτική και τιθασεύσιμη.
Γνωρίζουμε, βιωματικά, ότι δεν είναι: ασθένειες και ατυχήματα μας θυμίζουν ότι...
σε ένα «ανοιχτό σύμπαν», όπως γράφει ο Καρλ Πόπερ, ο έλεγχος είναι πεπερασμένος.
Ενώ πρέπει να πασχίζουμε ορθολογικά για το καλύτερο, πρέπει, ως εγγενώς ευάλωτα όντα, να είμαστε στωικά έτοιμοι για το χειρότερο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου