Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Θα μπορούσε να αισθάνεται δικαιωμένος. Του έλεγαν ότι είχε κουράσει. Τώρα ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει κάθε λόγο να ειρωνεύεται τους «κουρασμένους» που ξαφνικά, όπως είπε, «ξεκουράστηκαν» και ασχολούνται πυρετωδώς με το θέμα των υποκλοπών· το θέμα που πήρε περιωπή κεντρικής πολιτικής αντιπαράθεσης χάρη σε εκείνον.
Θα μπορούσε σήμερα όντως να αισθάνεται δικαιωμένος, αν είχε καταφέρει να πλαισιώσει αυτή την αντιπαράθεση με τους δικούς του όρους. Ομως, ακόμη κι όταν στη συζήτηση κυριαρχούσε η παρακολούθηση του δικού του τηλεφώνου, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν είχε καταφέρει να δίνει ο ίδιος τον τόνο.
Η αντικειμενική δυσκολία της απουσίας του από τη Βουλή τον υποχρέωσε να παρακολουθεί από το θεωρείο την αντιπολιτευτική ιδιοποίηση της υπόθεσης από τον Τσίπρα.
Χωρίς να το έχει προκαλέσει, αλλά και χωρίς να μπορεί να το εμποδίσει, ο Ανδρουλάκης έδινε έτσι την εντύπωση ότι ρυμουλκείται σε μια γραμμή –ει μη και σε ένα αντιπολιτευτικό ύφος– που δεν έχει ο ίδιος χαράξει. Οι αλλεπάλληλες επιθέσεις «αγάπης» προς το πρόσωπό του από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ απλώς όξυναν την εντύπωση.
Η τωρινή «δικαίωση» σκιάζεται από την ίδια δυσκολία: Η αναζωπύρωση των υποκλοπών και το σχετικό μέτωπο με την κυβέρνηση επισπεύδεται από συριζαϊκές δυνάμεις, η ευθυγράμμιση με τις οποίες θα τραυμάτιζε τη στρατηγική της αυτονομίας που ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έχει επιλέξει ως θεμέλιο της πολιτικής του. Ο ίδιος μπορεί να αποστρέφεται το τσουβάλιασμα. Δεν είναι όμως αυτονόητο ότι μπορεί και να το αποφύγει.
Είναι ακόμη πιο δύσκολο να αποφευχθεί η έξωθεν ταύτιση –αυτό που στην πασοκική γλώσσα ξορκίζεται ως «ετεροκαθορισμός»– όταν το ΠΑΣΟΚ βάφεται οικειοθελώς με την παλέτα του αντιπάλου. Η στοίχιση στην απεργία της Τετάρτης –και ο επί της ασφάλτου θούριος που τη συνόδευσε– ήταν μια τέτοια στιγμή. Με μόνο προκάλυμμα τις παλαιές –και αραιές στον δρόμο– συνδικαλιστικές ηγεσίες, ο Ανδρουλάκης έμοιαζε να εκφωνεί την ελεεινολογία του για τον «άδικο πληθωρισμό» σε ξένη σκηνή. Σε παράσταση που είχαν σκηνοθετήσει άλλοι.
Εχει τη δυνατότητα να συνθέσει για τον εαυτό του ένα διακριτό ρεπερτόριο; Ή τα εφόδιά του τον καταδικάζουν σε μια συνάφεια με τον Τσίπρα, που θα τον κατατάσσει άκοντα σε «μέτωπα» τα οποία ο ίδιος δεν ορίζει;
Μήπως η παρακολουθηματική τροχιά, όπως διαγράφηκε στην απεργία, είναι η εκδήλωση μιας βαθύτερης συγγένειας Τσίπρα – Ανδρουλάκη, που μόλις έχει αρχίσει να αποκαλύπτεται;
Μήπως...
πέρα από τακτικές και παίγνια ισχύος, οι δυο τους μοιάζουν πολύ, για να μπορούν πειστικά να στηρίξουν ταμπέλες «αυτονομίας»;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου