"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ και ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Ψεύτικη και αληθινή ζωή ή πώς η καραντίνα έκλεψε την τρυφερότητα των ανθρώπων

 

Toυ ΒΑΣΙΛΗ Σ. ΚΑΝΕΛΛΗ

Εδώ και μερικές ημέρες κυκλοφορεί και τα… σπάει το πρωτοσέλιδο του περιοδικού New Yorker, το οποίο μας μας συνηθίσει σε πολύ ενδιαφέροντα και εντυπωσιακά θέματα και εικονογραφήσεις.

«Μια εικόνα, χίλιες λέξεις», και στην περίπτωση αυτή το πρωτοσέλιδο είναι τόσο αληθινό και τόσο επιδραστικό που έχει προκαλέσει «σεισμό» στα social media.

Ένα απλό σκίτσο. Μια νέα, όμορφη, σύγχρονη γυναίκα, φοράει σικ λευκή μπλούζα, έχει σκουλαρίκια και βραχιόλια και κρατά στο χέρι της ένα ποτήρι με κάποιο κοκτέιλ. Κάθεται μπροστά από μια οθόνη υπολογιστή κρατώντας και το κινητό της και προφανώς συνομιλεί με τους διαδικτυακούς φίλους της, εμφανίζοντας την όμορφη πλευρά της ζωής της.

Είναι η εποχή του κοροναϊού και της καραντίνας όπου τα πάντα έχουν γκρεμιστεί, η καθημερινότητα έχει αλλάξει, οι τέσσερις τοίχοι του σπιτιού έχουν μετατραπεί σε γραφείο, σε μπαρ, σε χώρο «συνάντησης» φίλων, στην ίδια τη ζωή.

Η όμορφη, σχεδόν γκλάμουρ κοπέλα της φωτογραφίας κρύβει καλά το… μυστικό της. Πίσω από την στυλιζαρισμένη εικόνα που δείχνει την «εικονική» της ζωή κρύβεται το δράμα κάθε γυναίκας (πιθανότατα και κάθε άνδρα) εν μέσω της πανδημίας.

Ένα σπίτι ακατάστατο, πεταμένα γάντια και μάσκες, ρούχα από εδώ κι από εκεί, κούτες γεμάτες και πολλά βιβλία, ανοικτά ντουλάπια και μπουκάλια με κρασί.

Η πραγματική ζωή αντιπαραβάλλεται με αυτήν που θέλει να δείξει η γυναίκα στους διαδικτυακούς φίλους.

Ένα εκπληκτικό πρωτοσέλιδο, η αποτύπωση της ζωής όλους αυτούς τους μήνες.

Σίγουρα ένα μέρος της ζωής μας βλέπουμε όλοι στο New Yorker. Κάτι από την καθημερινότητά μας, τη ζωή των δικών μας, των συγγενών και των φίλων μας.

Μιλώντας με ανθρώπους από όλη την Ελλάδα σε ένα διαδικτυακό σεμινάριο, κατάλαβα πόσο σπουδαίο είναι αυτό το πρωτοσέλιδο και τι εκπροσωπεί. Νέα παιδιά ή και μεγαλύτερα, κορίτσια και αγόρια, ανύπαντροι ή με οικογένεια, περιέγραφαν τη ζωή τους στην καραντίνα.

Ο ένας έλεγε για το δράμα της τηλεκπαίδευσης με τα παιδιά να αδυνατούν να παρακολουθήσουν. Η άλλη μιλούσε για τις τάσεις κατάθλιψης, μοναξιάς, θλίψης, στέρησης ουσιαστικών, καθημερινών επαφών και δράσεων. Ο τρίτος αγωνιούσε για τη ζωή του, τα οικονομικά του, το μέλλον του.

Ένα σκίτσο… τόσα πολλά και παγκόσμιου ενδιαφέροντος θέματα.

Η μοναξιά της καραντίνας. Η εγκατάλειψη μιας νορμάλ(;), με τάξη και ηρεμία, ζωής.

Ενας κόσμος ανακατωμένος, όπως το σπίτι της γυναίκας.

Μόνη συντροφιά, οι δύο γάτες, το ποτό, ο υπολογιστής με τις άπειρες εφαρμογές και τις πλατφόρμες.

Αλλά χωρίς το ανθρώπινο άγγιγμα.

Και μοναδική «άμυνα» η δημιουργία μιας επίπλαστης ευφορίας. Ενας ψεύτικος κόσμος, μόνο για τα μάτια του κοινού στο διαδίκτυο. Ο κόσμος του facebook, του Instagram, του Tinder, του Skype ή του Zoom.

Μόνο η εικόνα παίζει ρόλο, μόνο εκείνο το «ματάκι» της κάμερας που σε κοιτάει και το κοιτάς. Που σε δείχνει από τη μέση και πάνω. Ομορφη, στυλάτη, με ωραίο βάψιμο, ένα ευτυχισμένο χαμόγελο ένα… ντακ φέις.

Μόνο αυτό έχει σημασία και τίποτε άλλο. Το φόντο ενός παραβάν που κρύβει την πραγματικότητα.

Μια γυναίκα μόνη σε μια χρονιά πρωτόγνωρη για την ανθρωπότητα.

Ο κόσμος που αγαπήσαμε, τα στέκια, οι φίλοι, οι συγγενείς, έχουν αντικατασταθεί από το… Black Mirror της κάμερας.

Εκεί όπου όλα πρέπει να είναι τέλεια. Εκεί όπου σημασία έχει μόνο η εικόνα κι όχι η ουσία.

7 Δεκεμβρίου 2020, λέει το εξώφυλλο του New Yorker. Σαν μια υπενθύμιση ότι η ζωή πολλών από εμάς είναι έτσι.

Μια κοινωνία που έτσι κι αλλιώς είχε σπρωχθεί προς την απομόνωση του ανθρώπου, τη μοναχικότητα ως τρόπου ζωής.

Αλλά και μιας ζωής απόλυτα εξαρτώμενης από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί όπου η ζωή, η μοναξιά, το κενό, η απογοήτευση και κυρίως η ανασφάλεια, μπορούν να καλύπτονται από τις όμορφες φωτογραφίες. Εστω κι αν αυτές είναι ψεύτικες…

Ωραίες, λοιπόν, οι selfies και τα stories. Ποιος λέει ότι το όνειρο δεν είναι καλύτερο από την πραγματικότητα; Αρκεί να μην εγκλωβίζεσαι στην εικόνα.

Ωραία και η διαδικτυακή ζωή για όσους την επιλέγουν. Όμως, το στοίχημα είναι να ξαναπάρουμε τη ζωή μας πίσω. Ολοι μας.

Οι γέροι στα χωριά να συνεχίσουν χωρίς φόβο να πίνουν παρεούλα το καφεδάκι τους.

Οι συνταξιούχοι να ξαναπάνε στα καφενεία. Οι νέοι να ξανατρέξουν στα μπαράκια και να αγκαλιάσουν τους γονείς και τους παππούδες.

Να ξανανθίσει ο έρωτας, το φλερτ, η αγκαλιά, μια ζεστή κουβέντα. Γιατί αυτή είναι η ζωή.

Οσο κι αν κάποιοι ήδη την έχουν αντικαταστήσει με τον ψεύτικο κόσμο των social media. Αλλοι εξ ανάγκης, άλλοι επειδή έχουν παγιδευτεί στο κενό τους και στην απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας τους.

Μην ξεχνάμε: «Επανάσταση σήμερα είναι η διατήρηση της τρυφερότητας», έλεγε ο Χρόνης Μίσσιος.

Ή όπως λέει ένα σπουδαίο τραγούδι:

 

 

«Τα φώτα μη σε κλέβουνε των πλοίων των μεγάλων
αυτή για μας είναι η ζωή, η άλλη είναι των άλλων»

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: