Η μια αποκάλυψη του ανατριχιαστικού ρεπορτάζ του A. Παπαχελά είναι ο κυνισμός των κυβερνώντων. Αποκάλυψη φυσικά για όσους λίγους ζουν ακόμα σε άλλον πλανήτη και πιστεύουν στο μυθικό «αριστερό ηθικό πλεονέκτημα».
Η άλλη είναι η γύμνια του κρατικού μηχανισμού, η παντελής έλλειψη σχεδίου αντιμετώπισης μιας δύσκολης κατάστασης όπως η φωτιά στο Μάτι σε συνδυασμό με τη φωτιά στην Κινέττα. Η έλλειψη πυροσβεστικών και σωστικών μέσων, η άγνοια των δεδομένων, η αδυναμία συντονισμού των υπηρεσιών και τέλος η φτηνή απόπειρα εξαπάτησης των πολιτών. Μια φωτιά, τι φωτιά, πού είναι η φωτιά;
Με μια λέξη, η έλλειψη του επαγγελματισμού. Η «πολιτική προστασία» ως παρωδία. Σε μια χώρα που η πυρκαγιά στα δάση της Αττικής είναι ένα σχεδόν εποχιακό φαινόμενο. Αποτέλεσμα, 102 νεκροί.
Ο αντισυστημικός λαϊκισμός είχε από πολύ παλιά στο στόχαστρο την «αστική αξία» του επαγγελματισμού. Η επαγγελματική ευσυνειδησία συκοφαντήθηκε ως καριέρα που είναι χολέρα, ο ενημερωμένος, υπεύθυνος και ευσυνείδητος δημόσιος λειτουργός ως χαρτογιακάς και άνθρωπος του συστήματος. Διαπλεκόμενος με την εξουσία. Συντηρητικός και ευνοούμενος.
Προοδευτικό μάλλον είναι αυτό που ζήσαμε στο Μάτι. Αυτή η ιδεολογική σκευή βρήκε πολιτική υπόσταση μετά την πτώση της χούντας, όταν το κρατικό θεωρήθηκε και ως χουντικό, μιας και ήδη ήταν από πριν το ’67 συντηρητικό και εξόχως αντικομμουνιστικό. Το λεγόμενο και κράτος της δεξιάς. Δημόσιοι υπάλληλοι με κουστούμι και γραβάτα. Δηλαδή, η μαύρη αντίδραση.
Ο άνεμος του εκδημοκρατισμού που έπνευσε μετά τη μεταπολίτευση αντικατέστησε στο κράτος τη «δεξιά, αστική ιδεολογία» με κάτι που πλασαρίστηκε ως προοδευτικό, αριστερό, σοσιαλιστικό, φιλολαϊκό, κάτι ασαφές και άμορφο, αλλά πάνω απ’ όλα χαλαρό και φιλικό προς τον υπάλληλο. Φιλικότερο δε προς τον αδιάφορο, αγράμματο και οκνηρό υπάλληλο. Φιλικότατο προς τον επαναστατημένο υπάλληλο. Για να διαμορφώσει τελικά αυτό που όλοι σήμερα γνωρίζουμε ως «κρατικό μηχανισμό». Παρόλη την πρόοδο της τεχνολογίας, παρόλα τα πανεπιστημιακά πτυχία, τα γενναία κοινοτικά πακέτα και τα σχέδια επανίδρυσης. Του «κράτους δικαίου». Του κρατισμού της αδικίας.
Το ελληνικό κρατικό σύστημα δεν έχει την «αίσθηση της αποστολής». Δουλεύει με πατέντες και όχι με διεθνή πρωτόκολλα, υπερασπίζεται πρώτα και κύρια τους εργαζόμενους σ’ αυτό και όχι το δημόσιο συμφέρον, απεχθάνεται και μάχεται την αξιοκρατία και την αριστεία, συνομιλεί με τα κόμματα και την πολιτική εξουσία. Και φυσικά ξέρει να καλύπτει τις πομπές του. Διότι πίσω από κάθε δικαίωμα κρύβεται συνήθως μια ιδιοτέλεια.
Όλα τα κόμματα μέσω των συνδικαλιστών και των πολιτευτών τους πολέμησαν κάθε έννοια μέτρησης, σχεδίου, αρχείου, προσομοίωσης, ιεραρχίας, σοβαρής επιμόρφωσης, λογοδοσίας και αξιολόγησης. Αξίζει να θυμηθούμε πόσα χρόνια έπρεπε να περάσουν για να μάθουν οι δημόσιες υπηρεσίες να χειρίζονται τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Και σήμερα που τους έμαθαν χρησιμοποιούν συχνά τις ευκολίες της πληροφορικής όχι για να διευκολύνουν τους πολίτες, αλλά για να αυξήσουν την ηλεκτρονική γραφειοκρατία.
Αλήθεια πόσοι επικεφαλής υπηρεσιών ακόμα και σήμερα ομιλούν επαρκώς μια ξένη γλώσσα; Θα μου πείτε και τι να την κάνουν.
Αστεία σεμινάρια και πέτσινα μεταπτυχιακά χρησιμοποιήθηκαν απλώς για τη μετάταξη, την κατάληψη «θέσης ευθύνης», το επίδομα. Την ίδια στιγμή η κομματική ένταξη και η συμμετοχή στις διεργασίες των πολυποίκιλων αντισυστημικών κινημάτων θεωρήθηκαν ως κοινωνικά κριτήρια και λειτούργησαν ως διαβατήρια ανέλιξης.
Όποιος τολμούσε να επικαλεστεί τον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα θεωρούνταν αντιδραστικός και όποιος απλά το «προσωπικό καθήκον» για το οποίο και έδωσε όρκο, τουλάχιστον ψώνιο.
Ειδικά η αριστερά που έσερνε το χορό σ’ αυτό το πανηγύρι είχε βάλει στο στόχαστρο την ατομική ευθύνη. Υπέρτατη αξία είχε και έχει η συλλογική ευθύνη έτσι ώστε ποτέ να μη φταίει κανένας και για τίποτα, κανείς να μη λογοδοτεί και να μην τιμωρείται. Όλοι μαζί, δηλαδή κανένας.
Και καλά, ας πούμε ότι η αριστερά που ήθελε να ανατρέψει το καπιταλιστικό σύστημα και να καταλύσει την αστική δημοκρατία είχε κάθε λόγο να υπονομεύει τον κρατικό μηχανισμό. Τα υπόλοιπα πολιτικά ρεύματα; Γιατί ανέχονταν τη διάλυση;
Προφανώς για πελατειακούς λόγους, μιας και οι στρατιές των δημοσίων υπαλλήλων ήταν μια κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων που έβγαζε κυβερνήσεις. Όλοι είχαν έναν λόγο να κάνουν την εργασία των υπαλλήλων ευκολότερη και το ελληνικό κράτος χειρότερο. Οι πολίτες είχαν πάντοτε τον τρόπο να βρίσκουν πέρασμα στα δαιδαλώδη σοκάκια των κρατικών μηχανισμών. Πληρώνοντας διόδια. Δυστυχώς στη φωτιά αυτό δεν γίνονταν.
Στο ΜΑΤΙ η κυβέρνηση πήρε την «πολιτική ευθύνη». Δηλαδή τον αέρα τον κοπανιστό. Και γι’ αυτό ο πρωθυπουργός δεν ζήτησε εκεί και τότε την παραίτηση κανενός «καθ’ ύλην» αρμόδιου και υπεύθυνου για την τραγωδία. Για μια φωτιά που «έπιασε τους κατοίκους στον ύπνο» επειδή ακριβώς οι δημόσιοι λειτουργοί που ήταν επιφορτισμένοι για την ασφάλεια των πολιτών ή δεν ήταν εκεί, ή εκτίμησαν λάθος, ή αδιαφόρησαν. Όταν κατάλαβαν τη σοβαρότητα της υπόθεσης ήταν αργά. Ο μηχανισμός δεν είχε όπλα να αντιπαλέψει το κακό, ήταν κατά δήλωσή του «ξεβράκωτος». Δεν έκαναν όμως τον κόπο ούτε να τους ειδοποιήσουν να φύγουν, να σωθούν. Αλλά ούτε και να τους μαζέψουν μετά από τα λιμανάκια, όταν ο καπνός τους αποτελείωνε. Έλλειψη επαγγελματισμού και ανυπαρξία συνείδησης αποστολής. Τι χειρότερο να ζητήσεις;
Ο επαγγελματισμός όμως δεν αφορά μόνο τους υφιστάμενους. Αφορά πρωτίστως τους κυβερνώντες. Οι σύγχρονες δημοκρατίες προοδεύουν, όταν καθοδηγούνται από επαγγελματίες πολιτικούς ηγέτες και όχι από ερασιτέχνες δημεγέρτες. Αν δεν διαθέτουν τον απαιτούμενο επαγγελματισμό πρέπει να τον αποκτήσουν σε μια νύχτα για να διαχειριστούν τις τύχες της χώρας τους. Μιλάμε για κυβέρνηση και όχι για δεκαπεντεμελές συμβούλιο. Διότι ο ηγέτης είναι αυτός που δίνει το παράδειγμα και εμπνέει την εμπιστοσύνη. Από το πώς ντύνεται στην εργασία του μέχρι το πώς στέκεται στην ανάκρουση ενός εθνικού ύμνου. Από την ποιότητα των στενών συνεργατών του μέχρι τις παρέες των διακοπών του. Από τη συνάφεια λόγων και έργων. Ο ηγέτης διαμορφώνει την πρώτη εικόνα της χώρας του στον κόσμο.
Η επόμενη κυβέρνηση θα έχει και εδώ τιτάνιο έργο να επιτελέσει. Πρέπει να αναζητήσει στέρεο έδαφος μέσα στον χυλό του δημόσιου τομέα ώστε να απογράψει και να αξιολογήσει πρώτα τις δομές που οι προηγούμενοι διέλυσαν. Πρέπει να βρει ανθρώπους να στηρίξουν νέα απαιτητικά οργανογράμματα και στελέχη να τρέξουν την αξιολόγηση των πάντων, κάτι που για το δημόσιο θα είναι πάντοτε μια καλή αιτία πολέμου.
Στο ελληνικό κράτος ο επαγγελματισμός θεωρείται συντήρηση και η αξιολόγηση τιμωρία. Λες και όλοι είναι άχρηστοι. Το δράμα του Δημοσίου είναι η αγωνία του να προστατέψει τους χειρότερους και να κρύψει τους καλύτερους για να μη χαλάει η πιάτσα.
Να ξετρυπώσει λοιπόν ο επόμενος τους καλύτερους και να τους δώσει εξουσία. Θέσεις ευθύνης ανεξάρτητα από χρόνια υπηρεσίας, πολιτικό χρώμα και κομματική ένταξη. Να στηρίξει επάνω τους τις ζωτικές μεταρρυθμίσεις. Να τους προστατεύσει λόγω και έργω όταν θα δεχτούν τις επιθέσεις των κομματικών εγκάθετων συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης. Να τους ανταμείψει ανάλογα για τις καλές τους υπηρεσίες και να μη διστάσει να τους απομακρύνει, αν αποτύχουν. Να διαμορφώσει μαζί τους τη ζώσα πολιτική του σε κάθε κλάδο και τομέα της δημόσιας ζωής μιας και αυτοί που ζουν τα πράγματα από μέσα ξέρουν πάντοτε καλύτερα. Ξέρουν που πονάει το σύστημα και ποιο είναι το φάρμακο.
Να κάνει τη διοικητική μεταρρύθμιση αλλιώς. Όχι στηριζόμενος στα στίφη του κόμματος που προφανώς ακούνε αξιολόγηση και φρίττουν. Αλλά στους καλύτερους.
Και φυσικά να μειώσει και να ελαφρύνει το κράτος. Διότι το υπέρβαρο κράτος δεν μεταρρυθμίζεται με τίποτα.
Ποιοι είναι αυτοί οι καλύτεροι;
Ε κάντε μια βόλτα, ας πούμε, έξω από...
ένα σχολείο και ρωτήστε τον περιπτερά, τον γείτονα, τον ταχυδρόμο. Ποιοι είναι οι καλύτεροι δάσκαλοι εκεί μέσα;
Θα σας τους δείξουν με ακρίβεια μαγνητικού τομογράφου. Είναι απλά θέμα «αγοράς». Οι κανόνες της «αγοράς» λειτουργούν και στο δημόσιο. Το ίδιο συμβαίνει και σε ένα νοσοκομείο, έναν δήμο, μια εφορία. Πιστοποιείστε και επιστημονικά την αξία τους και βάλτε τους μπροστά.
Υπάρχουν αυτοί και αυτές που ξέρουν τη δουλειά τους. Δηλαδή, ξέρουν το αντικείμενο. Όχι έχουν μόνο τον τίτλο (τον ενίοτε και πέτσινο). Ξέρουν το αντικείμενο. Γι’ αυτό που δεν μιλάμε συνήθως. Διότι σήμερα το κάθε αντικείμενο είναι ζόρικο πράγμα. Θέλει ταλέντο, αφοσίωση και επαγγελματισμό. Αυτοί και αυτές, οι σωστοί επαγγελματίες, όλως τυχαίως(;) έχουν και το αίσθημα της αποστολής. Και δουλεύουν «σαν σκυλιά». Το παίρνουν πάνω τους. Και καλώς απαιτούν να ανταμειφθούν.
Βρες τους, αξιοποίησέ τους, στήριξέ τους και φτιάξε μιαν άλλη Ελλάδα. Εσύ, ο επόμενος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου