Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Το παρελθόν, προτού γίνει Ιστορία, προλαβαίνει ενίοτε να επαναλαμβάνεται.
Ετσι και στο Τάε κβον ντο προχθές. Το μοτίβο ήταν γνώριμο: Η κρίση είναι δεινή, αλλά δεν πειράζει. Μπορούμε, έλεγε ο ομιλητής, να την περάσουμε εύκολα. Δρέποντας λεφτά απ’ τα κλεφτόδεντρα της αισχροκέρδειας και του «άγριου νεοφιλελευθερισμού».
Το ερώτημα είναι (πάλι) πώς απαντάς σε αυτή την ψηφοθηρική τεχνολογία της υπεραπλούστευσης, που λέει στους δοκιμαζόμενους πολίτες ότι οι δυσκολίες τους είναι μόνο ζήτημα βούλησης. Οτι αρκεί να θέλεις να φορολογήσεις τα ουρανοκατέβατα κέρδη, να αναβάλεις την απολιγνιτοποίηση, να επανακρατικοποιήσεις τη ΔΕΗ, να κόψεις τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και «παφ!» – αντίο, πληθωρισμέ. Αντίο, κρίση.
Πώς να αντιτάξεις σε αυτή τη ρητορική ότι, ακόμη κι αν τα κάνεις όλα αυτά, θα πρέπει να βρεις νέους τρόπους να επιζήσεις σε έναν κόσμο με κομμένους τους αγωγούς των παλαιών πηγών ενέργειας· με εξαρθρωμένες τις αλυσίδες τροφοδοσίας· χωρίς εύκολη πρόσβαση σε φθηνές πρώτες ύλες. Πώς να πεις ότι ο πόλεμος δεν μπορεί να περάσει χωρίς συνέπειες.
Θα μπορούσες να πεις απλώς την αλήθεια. Να πεις στους ψηφοφόρους, κοιτάξτε γύρω σας. Η κανονικότητα του μεταπολεμικού εικοστού αιώνα δεν υπάρχει. Ηταν η καλύτερη περίοδος στην Ιστορία της Ευρώπης. Για να διασώσουμε τα θεμελιώδη αγαθά της ειρηνικής και δημοκρατικής ζωής μας πρέπει να σηκώσουμε τώρα κάποια βάρη.
Κι άλλα βάρη;
Δεν σήκωσε η κοινωνία το βάρος της χρεοκοπίας;
Δεν της ζητήσαμε ατομική ευθύνη στην υγειονομική κρίση;
Θα της πούμε τώρα και πόσο θα ανάβει τον θερμοσίφωνα;
Το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών δείχνει ότι...
ένα μέρος της κοινωνίας θα κλείσει τα αυτιά του στη ρητορική της ευθύνης. Αν από τις κάλπες είχαν αφαιρεθεί οι ψήφοι των εκλογέων άνω των 60 ετών, ο Μακρόν –λέει ο Economist– θα είχε καταταγεί τρίτος. Τον κράτησε πρώτο η γενιά εκείνων που έχουν ζήσει τις μεγάλες ανασφάλειες του προηγούμενου αιώνα. Θυμούνται χωλές δημοκρατίες, ψυχροπολεμικές αγωνίες, ασταθή εθνικά νομίσματα, πληθωρισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου