ΠΑΙΔΕΙΑ και ΚΟΙΝΩΝΙΑ στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Η ποιότητα της Παιδείας το μείζον ζητούμενο
Γράφει ο Ελευθέριος Γείτονας
Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Εκπαιδευτηρίων Γείτονα (Βάρη).
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι 66 χρόνια μετά το σάλπισμα του Σουμάν
για το άνοιγμα του δρόμου που θα οδηγούσε στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, οι
28 χώρες (και μετά το Brexit, 27) της Ευρωπαϊκής Eνωσης δεν μπορούν να
χαράξουν κοινή πολιτική όσον αφορά την παροχή εκπαιδευτικών υπηρεσιών.
Eκπαιδευτικά συστήματα με υψηλούς δείκτες αποτελεσματικότητας υπάρχουν
σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Κι αυτό συμβαίνει όχι μόνο σε επίπεδο
πανεπιστημιακό αλλά και στους παιδικούς σταθμούς, στα νηπιαγωγεία, στα
δημοτικά, στα γυμνάσια, στα λύκεια και στα IBDP.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι μπορούμε εύκολα να εντοπίσουμε το άριστο εκ
των εκπαιδευτικών ευρωπαϊκών συστημάτων και να το εφαρμόσουμε στην
Ελλάδα.
Ωστόσο με το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο μπορούμε να διασφαλίσουμε την
εφαρμογή ενός εθνικού αναλυτικού προγράμματος και παράλληλα τόσο στα
δημόσια όσο και στα ιδιωτικά σχολεία να εφαρμόζονται καινοτομίες, με τη
βοήθεια των οποίων όχι μόνο θα ανιχνεύεται και θα τροφοδοτείται η
χαρισματικότητα των παιδιών αλλά και θα προσαρμόζεται το ωρολόγιο
πρόγραμμα στις ανάγκες απασχόλησης των γονέων.
Αλήθεια, ποιο είναι το συνολικό κόστος της φοίτησης ενός παιδιού σε
ελληνικό παιδικό σταθμό, νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, ΤΕΙ,
πανεπιστήμιο;
Ποιες παράμετροι διαμορφώνουν το κόστος;
Μήπως υπολογίζουμε μόνο τη μισθοδοσία, χωρίς να συνυπολογίζουμε τα
ασφαλιστικά, την καθαριότητα, τη συντήρηση των κτιρίων, τα βιβλία, τα
δημοτικά τέλη, την ηλεκτροδότηση, τις νέες τεχνολογίες;
Ποιο είναι το αντίστοιχο κόστος στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες;
Ποιο είναι το ποσοστό των μαθητών που φοιτούν στην ιδιωτική εκπαίδευση
στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και πώς κάθε κυβέρνηση αντιμετωπίζει
την επιλογή αυτή;
Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες ο γονιός που έχει παιδί για το σχολείο
παίρνει σε μία επιταγή το κόστος που έχει υπολογίσει ο κρατικός φορέας
για τη φοίτηση κάθε παιδιού και επιλέγει μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού
σχολείου. Επίσης, κάθε σχολείο έχει υποχρέωση να εφαρμόσει το βασικό
πρόγραμμα που έχει σχεδιαστεί από το υπουργείο Παιδείας και από εκεί και
πέρα μπορεί να αυξήσει το ωράριό του και να το εμπλουτίσει με
καινοτομίες που υπηρετούν την αριστεία.
Αν θέλουμε λοιπόν να οικοδομηθεί
και να ευοδωθεί η προοπτική των εθνικών και ευρωπαϊκών ονείρων μας,
πρέπει να δημιουργήσουμε νέα σχήματα και άλλη δυναμική στον χώρο της
Παιδείας.
Κι αυτά τα νέα σχήματα θα εξασφαλιστούν με την ειλικρινή συνεργασία και
την από κοινού αναζήτηση λύσεων για τα προβλήματα που σήμερα ορίζουν τον
χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης.
Πόσο ωραίο και αποτελεσματικό θα ήταν να πραγματοποιηθεί κοινή σύσκεψη,
με πρωτοβουλία του κ. υπουργού Παιδείας και των συμβούλων του, με την
ΟΙΕΛΕ και τον Σύνδεσμο Ιδιοκτητών Ι.Σ., να συζητήσουμε και να δούμε αν
υπάρχουν προβλήματα, πώς προκύπτουν, τι γίνεται στις άλλες ευρωπαϊκές
χώρες, ποιο είναι το επίπεδο παροχής υπηρεσιών των ιδιωτικών σχολείων σε
σύγκριση με τα δημόσια σχολεία.
Δύναται σήμερα η πολιτεία να αναλάβει
το βάρος του συνόλου των μαθητών των ιδιωτικών σχολείων;
Πόσοι άνθρωποι ασχολούνται συνολικά στην ιδιωτική εκπαίδευση και πόσοι
ασχολούνται για αντίστοιχο αριθμό μαθητών στα δημόσια σχολεία;
Στέλνουν στα ιδιωτικά σχολεία τα παιδιά τους οι πλουσιότεροι των Ελλήνων
ή οι ελληνικές οικογένειες που εργάζονται και οι δύο γονείς και μέσα
από αιματηρές οικονομίες πληρώνουν τα δίδακτρα;
Ποια είναι η αξιολόγηση που κάνουν τα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά,
ιταλικά και αμερικανικά πανεπιστήμια για τα ελληνικά ιδιωτικά σχολεία;
Αφού συγκεντρώσουμε και αναλύσουμε όλα αυτά τα δεδομένα, θα δείτε...
Η προσπάθεια σχεδιασμού μιας
λειτουργικής και ελκυστικής δομής της ιδιωτικής εκπαίδευσης προκαλεί
συγχύσεις και εντάσεις, καθώς από τη μια αντανακλώνται οι παιδαγωγικοί
προβληματισμοί και από την άλλη εγγράφεται μια πόλωση πολιτικού,
κοινωνικού και οικονομικού χαρακτήρα.
Με μια συνάντηση που θα πραγματοποιηθεί σε κλίμα πολιτικής, οικονομικής
και κοινωνικής συναίνεσης θα βγούμε από την πόλωση και θα μπορέσουμε να
δημιουργήσουμε προϋποθέσεις και συνθήκες για σύγκλιση απόψεων.
Αντί να σκεφτόμαστε ο καθένας από τη θέση όπου βρίσκεται πώς θα
αποδείξει ότι είναι ισχυρότερος, είναι καλύτερα να σκεφτόμαστε όλοι μαζί
πώς θα βελτιώσουμε το περιεχόμενο των προγραμμάτων, τις εργασιακές
σχέσεις και την ακαδημαϊκή μας αποτελεσματικότητα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου