"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Fontana di μούντζα

Της ΡΕΑΣ ΒΙΤΑΛΗ

Δεν το έχω με τις διαδηλώσεις. Οριστικό! Την Κυριακή ήρθε η απόλυτη επιβεβαίωση. Τρεις και η Ρέα και δυο σκυλιά. Τελικά η επανάσταση θα προχωρήσει χωρίς εμένα καθώς δεν συναντηθήκαμε στο ραντεβού ποτέ. Αλλού η επανάσταση αλλού εγώ. Μια ζωή!

«Εδώ Πολυτεχνείο», «ήμασταν δυο, ήμασταν τρεις, ήμασταν χίλιοι δεκατρείς» η πρώτη επέτειος. Θυμάμαι. Η χώρα ξαφνικά παρήγαγε ήρωες. Οι αληθινοί σιωπούσαν. Παναγούλης, Μουστακλής, Μήνης. Μορφές. Δεν πέρασαν από το ταμείο να πληρωθούν. Σαν λάβα ξεχύνονταν τα όνειρα, οι ιδέες, τα τραγούδια, τα ποιήματα, το Καπνισμένο Τσουκάλι, τα ιδανικά. Παρέσερναν τα πάντα. Ήμουν 14. Πήρα μια ελληνική σημαία τεράστια! «Πού πας;». Δεν υπήρχε ώρα για απαντήσεις. Μια, δυο άντε τρεις ελληνικές σημαίες ανάμεσα σε χιλιάδες κόκκινες. Πήρε το κόκκινο εκδίκηση. Ότι φιμώνεις παίρνει εκδίκηση. (27 χρόνια παρανομίας ήταν αυτά). Ωστόσο παράταιρη ένιωσα. Γύρισα πίσω. Η επανάσταση έκτισε το μέλλον χωρίς εμένα. Βόλευε και η ηλικία. Σαν οικόπεδο εκτός σχεδίου που κάποτε θα έμπαινε στο σχέδιο. Κάποτε. Δεν μπήκα.

Παπανδρέου «Λεφτά υπάρχουν», Σύνταγμα «Αγανακτισμένοι». Ανώνυμοι, ανεξάρτητοι, χωρίς διάθεση για φασαρίες. Μου πάει. Δυο μέρες πριν συζητάμε με φίλους. «Κάτι πρέπει να κάνουμε. Ο λαός έχει ξεπεράσει τους πολιτικούς. Τους έχει αφήσει πίσω. Κάτι πρέπει να δείξουμε». Όλοι κάτι λένε. Έντιμοι πολίτες τα φιλαράκια μου, βάζω χέρι στο ευαγγέλιο. Δικαιούνται να μιλάνε, σας ορκίζομαι. Λένε, λένε ιδέες. 

Τολμάω να πω κι εγώ τη δικιά μου. Ονειρεύομαι μια Fontana di Mούντζα. Τι εννοείς με ρωτάνε μ΄ενδιαφέρον κι εγώ τολμάω περισσότερο. Ξεψαρώνω. Ένα σιντριβάνι-κουμπαράς στο Σύνταγμα. Θα ρίχνεις μια μούντζα και ένα ευρώ. Κάθε μούντζα ένα ευρώ. Και θα μαζέψουμε λεφτά και θα φτύσουμε. Θα πληρώσουμε γιατί μαζί τα φάγαΝε αλλά και θα δείξουμε την αηδία μας για τα ανθρωπάρια που μας κυβερνούν. Γέλια, γιούχα, παλαμάκια, πλάκα, αντιρρήσεις, επιχειρήματα «γιατί να πληρώσουμε αφού δε φταίμε;» 

Το «φταίμε» έχει πολλές αναγνώσεις. Και η ανοχή για μένα είναι φταίξιμο. Ενθαρρύνει τον ένοχο. Να μη σας πολυλογώ κάτι η συζήτηση, κάτι το άδικο που φούντωνε, κάτι η βεβαιότητα ότι μας κυβερνούν αλήτες κατεβαίνω Σύνταγμα. Μέχρι που στο κάτω μέρος της Πλατείας έρχονται τα «όργανα». Πιάνουν στασίδι. Mα γιατί τo δικό τους κόμμα δικαιούται; Όχι πουλάκια μου! Όταν λέω οι πολιτικοί δεν κάνω εξαιρέσεις. Ξέρω για τον λαό ότι το «μαζί τα φάγαμε» δεν αφορά όλους, αλλά για τους πολιτικούς γνωρίζω πια ότι «όλοι μαζί κυβερνήσατε» και χωρίς να έχετε δει Υπουργείο στα μάτια σας. Ύπουλα όλοι μαζί κυβερνήσατε διαχρονικά. Η επανάσταση της Πλατείας ας προχωρήσει χωρίς εμένα.

Τρόικα, Παπαδήμος, οι καμπαλέρος, παρθενογεννημένοι, ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς, ο Καρατζαφέρης, ως όραμα ο Βενιζέλος, Λομβέρδος. Ροκάνισμα χρόνου, χάος, αγωνία, αλλού οι πολιτικοί αλλού εμείς. Σε δυο έργα θεατές. Κατάθλιψη, ανεργία, αξιοθαύμαστη προσαρμοστικότητα, αυτοκριτική, μαστίγωμα, φόβος για το άγνωστο, εγκληματικότητα, πανικός γι΄αυτούς που έιναι στο τιμόνι, κενό. Από τη μια. «Έχουμε κάνει την αυτοκριτική μας» από την άλλη, μια ζωή τα ίδια και τα ίδια!  

Οι ξένοι είναι οι κακοί, οι κόκκινες γραμμές που δεν αφορούν ποτέ τις δικές τους κλοπές, οι κλανομαγκιές, οι ξένοι μας οδηγούν στην καταστροφή, εμείς στον παράδεισο. Σαν παιδάκι με χειρίζονται. Σκάω. Σκάμε

Βλέπω στο fb έναν πίνακα του Μουνκ και μια αναφορά σε συγκέντρωση. Είναι ο αγαπημένος μου πίνακας. Η κραυγή! Αυτό ακριβώς νιώθω, μ΄αυτά τα χρώματα ακριβώς, με εκείνη τη σβούρα να με ρουφάει ακριβώς. Είμαι εγώ! Θα ακολουθήσω ότι κι αν είναι η πρόταση. Τηλεφωνεί ένα φιλαράκι. «Καμιά φορά η σιωπή λέει βαριές κουβέντες» λέει. Χτυπάει στην ψυχή η φράση. Διαβάζω λαχανιασμένη την προτροπή. «Σιωπηλή εκδήλωση αμηχανίας και αγωνίας» απέναντι από το Προεδρικό Μέγαρο. «Θα πάω», «Είμαστε καλεσμένοι», «Δεν με νοιάζει. Θα πάω». Ο Δημήτρης το έχει διαβάσει επίσης, δυο τρεις φίλοι επικοινωνούν μαζί μου. «Κοίτα μη σε πλακώσουνε στο ξύλο!». Φαντάζομαι, φαντάζονται πλήθος κόσμου να στέκεται απέναντι από το Μέγαρο. «Πάμε». Πάμε. 3 άντε 4 άντε 5 άντε 6 άντε 7,8, 9 και δυο σκυλιά. Πιάνω τοίχο. Μια κυρία με χαλασμένη βαφή και άγριες ρυτίδες δίπλα σαν να ήρθε από την Αννίτα Πάνια. Κάθε που περνάει αυτοκίνητο την μεγάλη πόρτα, που λένε οι φλυτζανούδες, ανασηκώνεται και φωνάζει σαν μαντρόσκυλο «Αυτοί είναι! Της τρόικας!», Ένας κύριος πιο 'κει λέει ανά δυο λεπτά «να δω αν θα έχει μούτρα να εμφανιστεί ο Βούδας!». Ένα σκυλί ξαπλώνει στη μέση του δρόμου. Ο πιο ωραίος! 

Δημοσιογράφοι απέναντι περιμένουν. Μεροκάματο της ανίας. Καφές σε πλαστικό, τσιγάρο και κάμερες σε ετοιμότητα. Μέσα συνεδριάζουν. Έξω «Αυτοί είναι!» λέει και ξαναλέει η κυρία. Φανταζόμουν πλήθη κόσμου. Δεν πρέπει να υπήρξε συγκέντρωση με λιγότερους ανθρώπους στην ιστορία των συγκεντρώσεων. Κοιτάζομαι με τους συναγωνιστές. Πτου σου!  

Κι αυτή η επανάσταση θα προχωρήσει χωρίς εμένα. Δεν έχω το ένστικτο ρε πού*τη μου! Τόσες εκδηλώσεις, τόσες συγκεντρώσεις εμένα με ξεκούνησε η κραυγή του Μουνκ μια Κυριακή. Ποιος τον χέζει τον Μουνκ κυρά μου! Eδώ ο κόσμος χάνεται!

Δεν υπάρχουν σχόλια: