ΙΣΤΟΡΙΚΑ: Οταν η Ελλάδα έπαιρνε αυτό που ήθελε
Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
«Δεν πρέπει να διαπραγματευτούμε από φόβο, αλλά και δεν πρέπει να φοβηθούμε να διαπραγματευτούμε» έλεγε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ο Τζον Κένεντι.
Η Ελλάδα αναγκάστηκε να κινηθεί πολλές φορές πάνω σε αυτή τη λεπτή γραμμή. Ως μέλος υπερεθνικών οργανισμών όπως η ΕΟΚ / Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ, χρειάστηκε πολλές φορές να κρατήσει την ανάσα της μέχρι να ολοκληρωθεί μια διαπραγμάτευση, από την οποία κρινόταν, αν όχι πάντα το μέλλον της, σε κάθε περίπτωση η θέση της στον κόσμο.
Από αυτή την άποψη, το θρίλερ των ημερών δεν είναι πρωτοφανές. Πριν από τον Λουκά Παπαδήμo και άλλοι πρωθυπουργοί υποχρεώθηκαν να καθήσουν σε ένα τραπέζι ξέροντας ότι δεν μπορούσαν να σηκωθούν αν δεν έπαιρναν αυτό που επιδίωκαν. Πότε με τη συγκατάθεση των υπολοίπων, πότε μπλοφάροντας και πότε οδηγώντας τα πράγματα στα άκρα. Σε τέτοιους «γύρους του θανάτου» η έκβαση κρίνεται όταν το σασπένς κορυφωθεί ενώ κερδίζουν όσοι πείθουν ότι είναι αποφασισμένοι.
Υπήρξαν πολλές περιπτώσεις στις οποίες η τέχνη της διαπραγμάτευσης ήταν αναγκαία για να επιτευχθεί ο εθνικός στόχος. Η ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη και της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση, τα κοινοτικά χρηματοδοτικά προγράμματα και οι πολιτικές αποφάσεις που άπτονταν των σχέσεων της χώρας με τους γείτονές της - όπως το περίφημο 4ο Χρηματοδοτικό Πρωτόκολλο με την Τουρκία - εμπεριείχαν διαπραγματευτικές αβεβαιότητες. Αλλά χωρίς αμφιβολία, πλην των όσων συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες, οι κορυφαίες πράξεις μιας «διαπραγμάτευσης χωρίς αύριο» παίχθηκαν στη Βόννη και στο Παρίσι τη δεκαετία του 1970, στο Δουβλίνο την επόμενη δεκαετία και στο Βουκουρέστι πριν από τέσσερα χρόνια. Τρεις έλληνες πρωθυπουργοί πήραν αυτό που ήθελαν γιατί έκαναν ό,τι οι άλλοι δεν περίμεναν.
ΒΟΝΝΗ 1979: ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ - ΣΜΙΤ
Νίκησε όταν σηκώθηκε να φύγει
Η πρώτη μεγάλη διαπραγμάτευση της χώρας σε κοινοτικό επίπεδο χρονολογείται προτού γίνει κοινοτική ή μάλλον προκειμένου να γίνει. Πρωταγωνιστής ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που είδε κάποια στιγμή τις προσπάθειές του για ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ να κινδυνεύουν. Ενώ είχε την αμέριστη συμπαράσταση του γάλλου Προέδρου Ζισκάρ Ντ' Εστέν, βρέθηκε στις αρχές του 1979 αντιμέτωπος με τις επιφυλάξεις του γερμανού καγκελαρίου Χέλμουτ Σμιτ.
Ο Καραμανλής πήγε στη Βόννη κι έπεισε τον καγκελάριο να αλλάξει γνώμη προβάλλοντας τη συνεισφορά των ελλήνων στον ευρωπαϊκό πολιτισμό και σε συνδυασμό με το μόνιμο επιχείρημά του: «Αφού η Γερμανία, που δύο φορές αναστάτωσε την Ευρώπη, βρίσκεται στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, είναι απαράδεκτο να μη γίνεται δεκτή σ' αυτήν η Ελλάς».
Το ότι έφερε αποτέλεσμα οφειλόταν στα δείγματα γραφής που είχε δώσει τρία χρόνια νωρίτερα σε μια ανάλογη συνάντηση με τον Σμιτ, προκειμένου να υποστηρίξει την αίτηση ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ που είχε ήδη υποβάλει. Οπως διηγήθηκαν αργότερα αυτόπτες μάρτυρες, ο Καραμανλής σηκώθηκε να φύγει όταν ο γερμανός καγκελάριος συνέδεσε το ελληνικό αίτημα με την επιστροφή της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος το ΝΑΤΟ. «Θεωρήστε αυτή την επίσκεψη εθιμοτυπική, κύριε καγκελάριε...» φέρεται να του είπε και οι γερμανικές επιφυλάξεις εξέλιπαν.
Δουβλίνο 1984: Παπανδρέου - Θάτσερ
«Ή λεφτά ή Ισπανία - Πορτογαλία δεν μπαίνουν Ευρώπη»
Ο έλληνας πρωθυπουργός που βρέθηκε τις περισσότερες φορές στο επίκεντρο θυελλωδών διαπραγματεύσεων ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Πρώην αντικοινοτικός, διαχειρίστηκε τρεις φορές την κοινοτική προεδρία και χάρη στην κουλτούρα των διεθνών επαφών που διέθετε διατήρησε τις λεπτές ενδοευρωπαϊκές ισορροπίες. Δεν δίστασε όμως να τις θέσει σε κίνδυνο προκειμένου να επιτύχει τον στόχο του.
Μόλις μία εβδομάδα μετά την εκλογική νίκη του 1981 κατέθεσε στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων υπόμνημα με το οποίο ζητούσε ελληνοκοινοτικές συνομιλίες «για να γεφυρωθούν οι διαπεριφερειακές ανισότητες». Με την εκκρεμότητα που ο ίδιος δημιούργησε ανοικτή, πήγε στο πρώτο Συμβούλιο Κορυφής της θητείας του στο Λονδίνο στις 26 Νοεμβρίου και ζήτησε αναδιάρθρωση των κοινοτικών κονδυλίων, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η μελλοντική θέση της Ελλάδας θα κριθεί με δημοψήφισμα.
Τον Μάρτιο του 1982 η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε το πλήρες Μνημόνιο και ζήτησε οικονομική ενίσχυση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απάντησε έναν χρόνο αργότερα, αναγνωρίζοντας την «ιδιαιτερότητα των μεσογειακών προβλημάτων».
H επίτευξη των στόχων του Ανδρέα Παπανδρέου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Στη σύνοδο του Δουβλίνου τον Δεκέμβριο του 1984 ο Ανδρέας Παπανδρέου απείλησε να ασκήσει βέτο στην επικείμενη προσχώρηση των χωρών της Ιβηρικής Χερσονήσου. Ο φόβος να ακυρωθεί η πρώτη μεγάλη διεύρυνση οδήγησε τους Δέκα - τότε - να υιοθετήσουν τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ). Η Μάργκαρετ Θάτσερ θα εξοργιστεί όταν το ίδιο βράδυ ο Ανδρέας Παπανδρέου θα αποχωρήσει από το δείπνο, αντιδρώντας στην πίεση να μην επιμείνει στην αξίωσή του.
Η ίδια θα γράψει αργότερα για εκείνο το βράδυ: «Ο γοητευτικός και ευπροσήγορος αυτός άνδρας άλλαζε όταν επρόκειτο να ζητήσει περισσότερα χρήματα για τη χώρα του. Είναι σκληρός. Μας προσέφερε σκηνές αντάξιες του αρχαίου ελληνικού θεάτρου». Πολλά χρόνια αργότερα, θα είναι η μόνη ευρωπαία πολιτικός που θα τον επισκεφθεί στο Χέρφιλντ.
Ετσι, τον Μάρτιο του 1985, η ελληνική πρόταση ετέθη προς συζήτηση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής. Στο προσκήνιο βρίσκεται πλέον ο καλύτερος χειριστής των ευρωπαϊκών θεμάτων που διέθετε η ελληνική κυβέρνηση: ο Θ. Πάγκαλος. Πλαισιωμένος από ένα ιδιαίτερα συνεκτικό επιτελείο με τον Γιάννο Κρανιδιώτη και τον καθηγητή Π. Ιωακειμίδη , είχε κάνει ήδη αισθητή την παρουσία του στο Δουβλίνο.
Στις 29 Μαρτίου 1985 που συνεδρίαζε το Συμβούλιο, ο Ανδρέας Παπανδρέου επιστρέφει στην Αθήνα για την πρώτη ψηφοφορία ανάδειξης του Χρήστου Σαρτζετάκη στην Προεδρία της Δημοκρατίας και αφήνει στη θέση του τον Θ. Πάγκαλο. Στις επιφυλάξεις του για την αντιμετώπισή του από αρχηγούς τού είπε: «Κάνε ό,τι κάνω».
Στην αίθουσα οι ευρωπαίοι ηγέτες βυσσοδομούν κατά του απόντος έλληνα πρωθυπουργού, προεξάρχοντος του Χέλμουτ Κολ. Εκεί σημειώθηκε και το επεισόδιο με τη Μάργκαρετ Θάτσερ, όταν η Σιδηρά Κυρία ρώτησε «ποιος είναι αυτός ο χοντρός;» και, σύμφωνα με τον Μ. Ανδρουλάκη, ο Θ. Πάγκαλος ψιθύρισε - αλλά πέρασε στα μικρόφωνα - «σε έχει γ… χοντρός;».
Στα παραλειπόμενα της συνόδου κατεγράφη απλώς ότι τον ρώτησε «πώς σε λένε, αγόρι μου;» και αν έχει αρμοδιότητα να διαπραγματευτεί. Την είχε, και η διαπραγμάτευση κατέληξε σε θρίαμβο. Υπό τα υποστηρικτικά βλέμματα του Φρανσουά Μιτεράν και του Μπετίνο Κράξι.
Βουκουρέστι 2008: Καραμανλής - Μπους
Μπλόκο στα Σκόπια με κοινή γραμμή των πολιτικών δυνάμεων
Η παρουσία της ελληνικής αντιπροσωπείας στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι στις αρχές Απριλίου 2008 διέφερε από τις προηγούμενες. Η στάση της κυβέρνησης Καραμανλή στο σχέδιο Ανάν, η υποστήριξη στον αγωγό Μπουργκάς -Αλεξανδρούπολης και οι πυκνές επαφές με τους Ρώσους και τους Κινέζους είχαν βαρύνει το κλίμα στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Ο αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους πήγε αποφασισμένος να εντάξει τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ. Δυο μέρες πριν είχε προαναγγείλει: «Η Μακεδονία θα γίνει μέλος της Συμμαχίας». Την ίδια στιγμή οι εκπρόσωποι της Συμμαχίας δήλωναν: «Η επίλυση του θέματος της ονομασίας δεν είναι αρμοδιότητα του ΝΑΤΟ».
Στην Αθήνα υπήρχε πυρετός διαβουλεύσεων και ανησυχία. Αλλά ήταν η πρώτη φορά που οι πολιτικές δυνάμεις είχαν κοινή γραμμή. «Το βέτο είναι δικαίωμα που απορρέει από το καταστατικό του ΝΑΤΟ» ήταν η θέση του Γ. Παπανδρέου. Η Ντόρα Μπακογιάννη δήλωσε ότι το βέτο «είναι μια δύσκολη απόφαση, αλλά αναγκαία». Ο Κ. Καραμανλής, ενημέρωσε γραπτά τους επικεφαλής των χωρών - μελών. Από την πλευρά του ο σκοπιανός πρωθυπουργός Νίκολα Γκρούεφσκι δήλωνε ότι «η Δημοκρατία της Μακεδονίας θα λάβει πρόσκληση ένταξης στο ΝΑΤΟ».
Οταν ο έλληνας πρωθυπουργός έφτασε στο Βουκουρέστι και παρέστη στον δείπνο προς τιμήν των ηγετών, διαπίστωσε ότι η πίεση ήταν αφόρητη. Οι Αμερικανοί ήταν εχθρικοί και ο ειδικός μεσολαβητής του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς άφαντος. Τη δεύτερη ημέρα της συνόδου ο Κ. Καραμανλής πήρε πρώτος τον λόγο και εξήγησε ότι η Ελλάδα δεν ήταν διατεθειμένη να συζητήσει τη σχεδιαζόμενη διεύρυνση του ΝΑΤΟ με τα Σκόπια χωρίς προηγουμένως να κλείσει η εκκρεμότητα με την ονομασία, θέμα αποκλειστικής αρμοδιότητας ΟΗΕ. Ηταν ευθεία αντιπαράθεση. Η αμερικανική αντιπροσωπεία δυσφόρησε, αλλά η παρέμβαση της Ανγκελα Μερκελ και του Νικολά Σαρκοζί υπέρ των ελληνικών θέσεων δικαιολόγησε το βέτο της ελληνικής κυβέρνησης ως εύλογο. Εκεί έληξε η συζήτηση, καθώς ουδείς παρενέβη, όμως ήταν προφανές ότι και άλλες χώρες συναινούσαν. Η απειλή του βέτο έφερε αποτέλεσμα. Αλλά όπως αποκάλυψαν αργότερα «ΤΑ ΝΕΑ», έφερε και τιμωρία. Η αμερικανική κυβέρνηση ακύρωσε τη σχεδιαζόμενη κατάργηση της βίζας εισόδου Ελλήνων στις ΗΠΑ.
ΤΑ ΝΕΑ
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ,
ΕΘΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ,
ΕΛΛΑΔΑ,
ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ,
ΙΣΤΟΡΙΚΑ,
ΠΟΛΙΤΙΚΗ,
ΤΑ ΝΕΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου