ΓΕΡΜΑΝΙΑ: Ιστορικά μπροστά στο αναπόφεφευκτο πάντα πραγματοποιούσε στροφή 180 μοιρών
Γράφει ο Γιώργος Καπόπουλος
Αν το Βερολίνο δεν έχει άλλη επιλογή από τη συνολική θωράκιση και ενίσχυση της Ευρωζώνης, όπως δείχνουν οι πρόσφατες εξελίξεις, εύλογα τίθεται το ερώτημα με ποιο τρόπο, με τι κόστος και σε ποιο χρονικό ορίζοντα μπορεί να απεγκλωβιστεί από τη μέχρι τώρα αδιέξοδη πολιτική του που παρ' ολίγον να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτο ντόμινο κατάρρευσης, με την ύφεση να σκιάζει το σύνολο σχεδόν της Γηραιάς Ηπείρου.
Σαφής απάντηση δεν μπορεί να δοθεί, αλλά μόνο να ανατρέξουμε στο παρελθόν για να διαπιστώσουμε ότι όταν αυτό κατέστη αναπόφευκτο η Γερμανία δεν προέβη απλώς σε διόρθωση πορείας, αλλά πραγματοποίησε στροφή 180 μοιρών:
Την επαύριον του Α' Παγκοσμίου Πολέμου μετά τη Συνθήκη των Βερσαλλιών που επιδίκασε στη Γερμανία υπέρογκες αποζημιώσεις, το Βερολίνο επέλεξε μια συγκρουσιακή πολιτική ένα συνεχή ανταρτοπόλεμο για να διαμηνύσει κυρίως στη Γαλλία ότι το κόστος του πειθαναγκασμού της ήταν απαγορευτικό. Το αποτέλεσμα ήταν πρώτον ένας καταστροφικός πληθωρισμός, δεύτερον η στρατιωτική κατάληψη της Ρηνανίας με εντολή του Γάλλου πρωθυπουργού Πουανκαρέ το 1923-1924, αλλά και η ευρωπαϊκή απομόνωση της χώρας που είχε ως μόνο συνομιλητή τη Σοβιετική Ρωσία και στη συνέχεια την ΕΣΣΔ.
Το 1925 με υπουργό Εξωτερικών τον Στρέζεμαν η Γερμανία άρχισε τη μεγάλη στροφή: Διαπραγματεύθηκε την καταβολή των αποζημιώσεων, αναγνώρισε το μεταπολεμικό συνοριακό καθεστώς στη Δύση με τη συμφωνία του Λοκάρνο, έγινε μέλος της Κοινωνίας των Εθνών αλλά και ενός άτυπου τετραμελούς ευρωπαϊκού διευθυντηρίου δίπλα στη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ιταλία. Ο ρεαλισμός απεδείχθη πολλαπλάσια πιο αποδοτικός από την ιδεοληπτική καταγγελία της Συνθήκης των Βερσαλλιών.
Στην προσπάθειά της να απαξιώσει και να απομονώσει την Ανατολική Γερμανία η κυβέρνηση της Βόννης στα μέσα της δεκαετίας του '50 υιοθέτησε το δόγμα Χαλστάιν, τη διακοπή δηλαδή των διπλωματικών σχέσεων με όποια χώρα αναγνώριζε το άλλο γερμανικό κράτος. Ετσι η Δυτική Γερμανία αυτοαποκλείσθηκε πολιτικά από την ανατολική Ευρώπη και στην πράξη εκχώρησε το χειρισμό του γερμανικού Προβλήματος στις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τη Γαλλία.
Τις οδυνηρές αυτές διαπιστώσεις έκανε ο ίδιος ο Αντενάουερ, εμπνευστής της αδιέξοδης αυτής πολιτικής σε μια γενναία αυτοκριτική ομιλία του το 1963 αμέσως μετά την αποχώρησή του από την καγκελαρία.
Ο Βίλι Μπραντ πρώτα ως υπουργός Εξωτερικών (1966-69) και στη συνέχεια ως καγκελάριος (1969-74) εξομάλυνε τις σχέσεις με όλους τους δορυφόρους της Μόσχας στην ανατολική Ευρώπη και δημιούργησε ειδικό προνομιακό πλαίσιο σχέσεων με την Ανατολική Γερμανία. Την πολιτική αυτή αρχικά οι Χριστιανοδημοκράτες κατήγγειλαν ως μειοδοσία για να την υιοθετήσουν στη συνέχεια και να ανοίξει έτσι ο δρόμος για βαρύνουσα επιρροή και παρεμβατική δυνατότητα στις εξελίξεις στην ανατολική Ευρώπη και στην Ανατολική Γερμανία, προϋποθέσεις στις οποίες στηρίχθηκε η ταχύτατη ενοποίηση που προώθησαν το 1989-90 οι Κολ-Γκένσερ.
Η διαφορά με τη δεκαετία του '20 και του '60 είναι ότι οι μεγάλες αυτές στροφές και προσαρμογές έγιναν ύστερα από κυβερνητικές αλλαγές ενώ σήμερα οι εξελίξεις απαιτούν από τον κυβερνητικό συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών-Φιλελευθέρων να προσαρμόσει την πολιτική του.
Σε κάθε περίπτωση πολύ σύντομα στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής θα διαλυθούν και οι τελευταίες αυταπάτες για την πλήρη επικράτηση της Γερμανίας στην Ευρωζώνη που δημιουργήθηκαν αμέσως μετά τη Σύνοδο Κορυφής της 9/12/11 για να αποσαθρωθούν ταχύτατα.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΓΕΡΜΑΝΙΑ,
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,
ΗΜΕΡΗΣΙΑ,
ΙΣΤΟΡΙΚΑ,
ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου