Aποσπάσματα από ΑΡΘΡΑΡΑ του Μάριου Πλωρίτη, που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 6 Μαρτίου 1988.
Στους καιρούς που ζούμε, είναι τόση η σύγχυση ιδεών, η παραποίηση των εννοιών, η αναντιστοιχία λόγων και ουσίας και πράξεων, που όλο και πιο πολύ, όλο και πιο πολλοί, νιώθουμε επιτακτική την ανάγκη ν’ ανατρέχουμε στα αρχικά, στοιχειώδη νοήματα των όρων της κοινωνικής και πολιτικής ζωής.
Λίγες, λόγου χάρη, λέξεις έχουν στρεβλωθεί όσο η λέξη «ισότητα» (μονάχα οι συγγένισσές της «ελευθερία» και «δημοκρατία» την ξεπερνάνε σε κακοποιήσεις). Μιλάμε, βέβαια, για την ισότητα που αποτελεί έναν απ’ τους ακρογωνιαίους λίθους της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης […]. Και μιλάμε –ποιος δεν το ξέρει;– για ισότητα «απέναντι στο νόμο», για ισότητα «δικαιωμάτων και ευκαιριών», για ισότητα που δεν την παραχαράζουν και δεν την φαλκιδεύουν ταξικά ή άλλα προνόμια.
Αλλά, βέβαια, η ισότητα δεν είναι ένα αγαθό κι ένα δικαίωμα «απόλυτο» – ανεξάρτητα από τις ικανότητες και, προπάντων, από την προσφορά του καθενός στο κοινωνικό σύνολο. Ισότητα δεν θα πει ότι άξιοι και ανάξιοι, παραγωγικοί και απαράγωγοι, προκομμένοι και ανεπρόκοποι πρέπει να έχουν τις ίδιες μερίδες απόλαυσης των κοινωνικών αγαθών. Όπως «η απόλυτη δικαιοσύνη ισοδυναμεί με απόλυτη αδικία», έτσι και η απόλυτη ισότητα ισοδυναμεί με απόλυτη ανισότητα – αφού εξισώνει τα άνισα.
[…]
Ωστόσο, ακόμα και αυτά τα πρωτοβάθμια και στοιχειώδη παραποιήθηκαν στη χώρα όπου «ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα» και το διόλου φαιδρό «τα σέα μέα, και τα μέα μέα»: εδώ θεωρήθηκε πως ισότητα σημαίνει ισοπέδωση, πως σοσιαλισμός σημαίνει οδοστρωτήρας που συνθλίβει τις ικανότητες, την προσφορά, τη συμβολή των ατόμων, για να θριαμβεύσουν οι αφηρημένοι αριθμοί, όποια κι αν είναι η αξία τους και οι αποσκευές τους. Κάτι περισσότερο, μάλιστα: η έφεση για (και η παρακίνηση σε) καλύτερη δουλειά, έρευνα, μελέτη κ.λπ. χαρακτηρίστηκε «ελιτισμός», «αστική καταπίεση» και άλλα ων ουκ έστιν αριθμός και οδυρμός.
Έτσι, σε πολλούς τομείς υπηρεσιών και σπουδών, στην Παιδεία, στην Υγεία, στη Διοίκηση κ.λπ., πρώτο και μέγα κριτήριο είναι η «ποσότητα», η «αρχαιότητα» – και παραμερίζεται η «ποιότητα», η ουσιαστική επιστημονική, υπηρεσιακή, ερευνητική κ.λπ. προσφορά. Έτσι, όχι μόνο δεν επιβραβεύεται, αλλά αντίθετα μαραίνεται, αποθαρρύνεται (όταν δεν μυκτηρίζεται κιόλας) η έφεση για βελτίωση των ίδιων των επιστημόνων, υπαλλήλων, σπουδαστών κ.λπ. και, συνακόλουθα, ολόκληρου του επιστημονικού ή υπηρεσιακού οργανισμού.
[…]
Εδώ, όμως, φτάσαμε να χαρακτηρίζουμε «αντιδημοκρατική» και «αντισοσιαλιστική» την παραμικρή τιμή στους άξιους, και την παραμικρή ποινή στους αναξιοπράττοντες (και ωστόσο, πολυειδώς «εισπράττοντες»). Μέθοδος διπλά ωφέλιμη: απ’ τη μια, αποσπά την ευμένεια (και την ψήφο) των δεύτερων, απ’ την άλλη εξουδετερώνει και «θέτει εκποδών» τους «ενοχλητικούς» πρώτους.
Γιατί –μην κρυβόμαστε– πίσω απ’ αυτούς τους «δογματισμούς», τους «ορισμούς», τις δημαγωγίες, υπάρχει συχνά το «πλέγμα» και ο φθόνος – ο φθόνος των «μέτριων» ή μηδαμινών για τους καλύτερους, των ημιμαθών ή και αμαθών για τους ευρυμαθείς, των φυγόπονων για τους φιλόπονους.
Αυτός ο φθόνος τούς «κατατρώει όπως η σκουριά το σίδερο». Εφ’ ω και καταφεύγουν στο αντίδοτο: ισοπεδώνοντας τους πάντες και τα πάντα –και μάλιστα ισοπεδώνοντας προς τα κάτω– εξασφαλίζουν την «ισότητα» ανάξιων και άξιων, εξαφανίζουν τα μέτρα σύγκρισης και άρα αποκρύβουν τη δική τους μειονεκτικότητα. Είναι η γνωστή συμβουλή του τυράννου της Μιλήτου Θρασύβουλου στον κορίνθιο ομόλογό του Περίανδρο «να κόβει τα στάχυα που υπερέχουν», δηλαδή να αποκεφαλίζει τους πολίτες που εξέχουν. Είναι η ακόμα γνωστότερη αισώπεια ιστορία της αλεπούς, που ένα δόκανο τής έκοψε την ουρά κι εκείνη συμβούλεψε όλες τις άλλες να κόψουν κι εκείνες τις δικές τους, για να γίνει παν-αλεπουδικό γνώρισμα το κουσούρι της…
Για τις δικές μας «αλεπούδες» δεν έχει καμιά σημασία αν το «κόψιμο της ουράς», που στην εποχή μας λέγεται «ισοπέδωση», σημαίνει καθίζηση και της επιστήμης και της παιδείας και της διοίκησης και του τόπου όλου.
Σημασία έχει...
η δική τους «εξίσωση» και η έξωση των εξεχόντων από τις επίζηλες θέσεις.
Και θ’ απορούσαν ίσως πάρα πολύ (;) αν τους έλεγε κανένας το αυτονόητο: πως η αληθινή δημοκρατία σημαίνει αξιοκρατία – δηλαδή, αξιοποίηση όσο γίνεται περισσότερων πολιτών για να είναι άξιοι του όρου «πολίτης»… πως σοσιαλισμός σημαίνει εξασφάλιση όσο γίνεται καλύτερων όρων ζωής για το σύνολο των πολιτών, όρων ζωής που δεν οικοδομούνται με κακής ποιότητας υλικά. Και πως –ακόμα πιο αυτονόητα– η ισοπέδωση ισοδυναμεί με εκμηδένιση των όποιων ικανοτήτων έχει το ανθρώπινο δυναμικό ενός τόπου, και ελαχιστοποίηση των υπηρεσιών που προσφέρονται στο κοινωνικό σύνολο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου