"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ και ΕΚΚΛΗΣΙΑ: Θέλουμε να σωθούμε ή να γίνει το δικό μας;

Γράφει ο Δημήτριος Αναστασιάδης

Πτυχιούχος θεολογίας-εκπαιδευτικός

  

 Η παρούσα επιστολή απευθύνεται σε όλους τους πιστούς χριστιανούς αδελφούς μου που έχουν αγανακτήσει με την απόφαση της Ιεραρχίας να κρατά τους ναούς κλειστούς αλλά και να «επιμένει» να διατηρεί αυτή τη θέση της. Όντως, είναι της Ιεραρχίας αυτή η απόφαση, όχι του Πρωθυπουργού και της κυβέρνησης.

Ο μέσος άνθρωπος, ο μέσης νοημοσύνης άνθρωπος, δεν χρειάζεται πολύ σκέψη για να βεβαιωθεί ότι υπάρχουν τρόποι «νόμιμοι» για να λειτουργούν οι εκκλησίες μας και να εκκλησιάζονται οι πιστοί. Μάλιστα εγώ ο ίδιος, όπως και άλλοι ίσως αγαπητοί αδελφοί μου, είχα στείλει μια σχετική επιστολή στην Ιεραρχία και σε  δεκαπέντε περίπου μητροπόλεις εν μέσω της πρώτης καραντίνας και το κλείσιμο των ναών, λίγο πριν από το Πάσχα. Αυτό το έκανα γιατί είδα και άκουσα τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο να λέει μέσα από τον ναό (όπου μόλις είχε τελεστεί ακολουθία Χαιρετισμών της Παναγίας) ότι είναι πολύ προβληματισμένη η Ιεραρχία για το πρωτοφανές δίλημμα που τέθηκε εμπρός τους καθώς τα περί του νέου αυτού ιού και της εξάπλωσής του άπτονται της ειδικής επιστημονικής γνώσης. Κυρίως, όμως, επειδή σκεπτόμενος την εντολή του Θεού για την αγάπη προς τους συνανθρώπους μας (εδώτις προσωπικές ενέργειες υπευθυνότητας του καθενός για να μην μεταδώσουμε τον ιό  σε ευπαθείς και ηλικιωμένους αδελφούς μας) τον υποχρεώνει – με πίκρα, ναι – να πάρει την απόφαση με την Ιεραρχία να κρατήσει τους ναούς κλειστούς.

  Επειδή συμπόνεσα τον Πρωθιεράρχη μας και είδα πραγματικά μια λύπη στο πρόσωπό του, παρακινήθηκα να γράψω μια επιστολή με τρόπους που εγώ είχα σκεφτεί για την δυνατή λειτούργηση των ναών κι εκείνοι προφανώς όχι. Έτσιτους έστειλα ταπεινά τη γνώμη μου για να τους βοηθήσω. Μάλιστα, πρότεινα και τη δυνατότητα μεταφοράς της εορτής του Πάσχα για να μπορέσουμε να εορτάσουμε όλοι τεκμηριώνοντας τη σκέψη μου θεολογικά και με βάση την Ιερή Εκκλησιαστική μας παράδοση. Τίποτε. Και όχι μόνο άκρα του τάφου σιωπή το επόμενο διάστημα από την Ιεραρχία αλλά και από τις δεκαπέντε μητροπόλεις απάντησε μόνον μία, από την Κρήτη!

Λοιπόν, στο δια ταύτα.  

Διαφωνώ κι εγώ με τη στάση της Ιεραρχίας μας διότι πολύ απλά υπάρχουν λύσεις και τρόπος για να λειτουργούμαστε και δεν τα χρησιμοποιούν. Μάλιστα δε,διαφωνούν και αρκετοί πνευματικοί πατέρες μας. Τώρα όμως τι θα κάνουμε; Πιστεύετε αδελφοί μου ότι βοηθούμε την κατάσταση με τις «βολές» εναντίον της; Διότι, φάνηκε ότι δεν λαμβάνουν υπόψη ούτε θέτουν σε εφαρμογή τις διάφορες προτάσεις από επιστολές κτλ που τους έχουν δοθεί. Δεν έγινε… «το θέλημά μας». Κρατήστε το αυτό.  Εμείς πράξαμε κατά την συνείδησή μας την χριστιανική και αναμένουμε την βουλή του Θεού. Ή μήπως πιστεύετε ότι αν ήθελε ο Θεός δεν θα είμασταν «ανοιχτοί» τώρα; 

Εμείς όλοι που στενοχωρούμεθα για το θέμα είμαστε όλοι άνθρωποι που έχουν την ευλογημένη συνήθεια και ανάγκη να πηγαίνουμε στο σπίτι του Θεού για τους ευνόητους λόγους. Αυτό όμως, γίνεται από επιλογή. Δεν μας υποχρεώνει κανείς να το κάνουμε. Είναι επιλογή μας, θέλησή μας. Θα εξηγηθώ παρακάτω. Από την άλλη, οι επίσκοποι είναι οι υπεύθυνοι (μάλιστα εκ του ίδιου του Χριστού ταγμένοι) για την διαχείριση των εκκλησιαστικών ζητημάτων, διοικητικών και πίστεως-δόγματος, αλλά και φέρουν το βάρος της σωτηρίας μας: να μας οδηγούν ασφαλώς ως καλοί ποιμένες στο δρόμο της σωτηρίας μας. Από τη στιγμή που το κλείσιμο των ναών δεν μας φέρει (ακόμη;)  στο κρίσιμο δίλημμα αν θα είμαστε με τον Χριστό ή όχι οφείλουμε να κάμουμε ταπεινή υπακοή καθώς ως συνειδητοί χριστιανοί πιστεύουμε βέβαια πως τα πάντα εξαρτώνται από τον Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό. Και, πως τίποτε δεν συμβαίνει εάν δεν το επιτρέψει ο Ίδιος (βλ. το σπουργίτι της σύγκρισης στην Καινή Διαθήκη). Άλλωστε, οι συμβουλές των αγίων πατέρων μας είναι να μην κάμουμε υπακοή στους πνευματικούς μας σε δύο περιπτώσεις: α) εάν διδάσκουν αιρετικές διδασκαλίες-είναι αιρετικοί και β) εάν μας προτρέπουν σε ανηθικότητες.

  Πάλι, εφόσον η σωτηρία μας δεν εξαρτάται από το αν απέχουμε προς καιρόν από τις εκκλησιαστικές ακολουθίες αλλά από το αν καθαρίζουμε την καρδιά μας και μετανοούμε ειλικρινά για τα εγκλήματά μας εναντίον του Θεού, της ανθρωπότητας και της κτίσεως οφείλουμε να κάμουμε ταπεινή υπακοή στην απόφαση των υπευθύνων να λαμβάνουν αποφάσεις σε τόσο σοβαρά και λεπτά ζητήματα, στην απόφαση των Πατέρων μας. Αν όντως η σωτηρία μας εξαρτιόταν από αυτό τότε οπωσδήποτε οι Ιεράρχες μας δεν θα το επέτρεπαν. Αλλά, αν το επέτρεπαν τότε θα είχαμε φτάσει στο απροχώρητο και θα έπρεπε να αρνηθούμε να εκτελέσουμε τις αποφάσεις διότι τότε όντως θα χωριζόμασταν (φεύ!) από τον Θεό. Δεν είμαστε ακόμη σε αυτό το σημείο, δεν ήρθε ακόμη η ώρα να μαρτυρήσουμε λόγω και πράξη για την πίστη μας.

 Επανέρχομαι στο θέμα της «επιλογής μας». Εμείς θέλουμε να πηγαίνουμε στο ναό. Οι Αρχιερείς μας αποφασίζουν «όχι». Λοιπόν, ως πνευματικοί άνθρωποι που είμαστε δεν θα κόψουμε το θέλημά μας αυτό (ως υπάκουα και συνεργάσιμα τέκνα) εφόσον κρίνουν ότι αφενός δεν «παίζεται» η σωτηρία μας και αφετέρου ότι έτσι πρέπει να γίνει; Θέλουμε να σωθούμε ή όχι; Θέλουμε να σωθούμε ή να γίνει το θέλημά μας; Προσέξτε: αν πεθάνει κάποιος από εμάς ενόσω οι ναοί παραμένουν κλειστοί την ευθύνη για τη σωτηρία μας την φέρουν εκείνοι και (τι καλά!) είμαστε αμέριμνοι και άμοιροι ευθυνών αλλά και ο δικαιοκρίτης Θεός δεν θα μας ζητήσει ευθύνες. Λόγο για εμάς θα δώσουν εκείνοι και έτσι «αμερίμνους ποιούσιν ημάς». Αν πεθάνει κανείς ακοινώνητος από θάνατο ξαφνικό, τα ίδια. Διότι «εμείς πολύ θα το θέλαμε αλλά δεν μας το επέτρεψαν οι περιστάσεις Κύριε και αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε καθώς ηυδόκησας». Αν είναι λάθος η απόφασή τους εκείνοι θα απολογηθούν. Αφήστε που, εδώ που τα λέμε, ανεπίσημα τουλάχιστον, δεν έχει πάψει η μετάδοση της θείας κοινωνίας σε όσους το επιθυμούν στο τέλος της θείας λειτουργίας. Παίρνουν, λοιπόν, την απόφαση και, πώς να το πούμε… «το κρίμα στο λαιμό τους» που λέει και ο λαός. [είναι βαριά ίσως έκφραση αλλά το λέω για να κατανοήσουν οι αδελφοί μου και όχι για να χωριστώ από τους Πατέρες μου].

  Η στάση σιωπής και συγκατάβασης προς τους Ιεράρχες μας που έχουν ορισμένοι πιστοί δεν σημαίνει αφέλεια, δεν σημαίνει την κακώς νοούμενη «τυφλή υπακοή» ούτε μια παθολογική παθητικότητα, όπως θα έγινε κατανοητό,  αλλά είναι μια ελεύθερη επιλογή κατόπιν λογικών συλλογισμών και αδρής εμπειρικής γνώσεως από την πνευματική ζωή που μας θέτει (η επιλογή) σε σύμπλευση και ομόνοια κλήρου και πιστού λαού σε αυτήν την τόσο δύσκολη καμπή και περίοδο της ιστορίας που διανύουμε. Ας κάμουμε υπομονή αδελφοί, μου. Συμφέρει να παραμείνουμε ενωμένοι. Ας μην υποκύπτουμε στις υποβολές του αντικειμένου που βρίσκει ευκαιρία να διχάζει τις εικόνες του Θεού. Επιλέγουμε να κάμουμε υπομονή, να περιμένουμε υποφέροντας και, αν μπορούμε, να προσευχόμαστε «γενηθήτω το θέλημά σου Κύριε» και όχι το δικό μας, «μη το εμόν Κύριε θέλημα αλλά το σον γινέσθω» καθώς μας υποδεικνύουν οι αγιώτατοι και πνευματοφόροι όσιοι πατέρες μας. Στο κάτω κάτω, αυτό το μένος που φαίνεται σε πολλούς από εσάς εναντίον της Ιεραρχίας μας μήπως δείχνει ότι έχετε ένα γενικότερο θέλημα; Μήπως ζει μέσα σας ο κακός εαυτός, κάποιο πάθος, ο παλαιός άνθρωπος; Ξαναλέω, δεν είμαστε ανόητοι και αφελείς. Παρακολουθούμε. Αν τυχόν δούμε στους Ιεράρχες μας απόκλιση από την ορθή πίστη και τα δόγματα τότε θα λάβουμε κι εμείς τις ανάλογες αποφάσεις. Τότε ίσως να επιτραπούν και οι αφορισμοί και τα αναθέματα. Με τη φώτιση του Θεού και της Παναγίας μας προχωρούμε στον αγώνα της πίστεως, στον δρόμο της σωτηρίας μας.

  Κλείνοντας θα φέρω δύο σχετικά πρακτικά παραδείγματα. 

Α) ας δούμε τους μάγειρες μοναχούς στα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Εκείνοι πήγαν να μονάσουν απαρνησάμενοι τον κόσμο για να σωθούν και να προσεύχονται για τους ανθρώπους. Οπωσδήποτε επιθυμούσαν την «γλύκα» των μακρόσυρτων αγιορείτικων ακολουθιών, την μόνιμη σχεδόν εν τω ναώ παραμονή τους. Πήγαν στο μοναστήρι και τους λέει ο ηγούμενος: «εσύ θα είσαι ο μάγειρας». Ξέρετε τι σημαίνει μάγειρας στο Άγιον Όρος; Όλη του τη ζωή την περνάει μέσα στην κουζίνα. Στον ναό πηγαίνει ελάχιστα αναλογικά με την μοναχική του ιδιότητα και βέβαια με το πόσο θα ήθελε ο ίδιος.Και μάλιστα είναι από τα ελάχιστα διακονήματα που δεν αλλάζουν κάθε δυο-τρία χρόνια όπως τα υπόλοιπα. Εκείνος πήγε για να προσεύχεται στο ναό και ο αρχηγός είπε «όχι». Ο μάγειρας δεν θα σωθεί; Και βέβαια θα σωθεί,  δια της εκκοπής του ιδίου θελήματος, όπερ εστίν η υπακοή. Δηλαδή με την εγκατάλειψη του εγωιστικού φρονήματος που συνιστά την ουσία της απόστασής μας από τον Θεό, δηλαδή την αμαρτία.

Ή μήπως νομίζουμε ότι επειδή εκκλησιαζόμαστε και κοινωνούμε τακτικά εξασφαλίζουμε την σωτηρία μαςδικαιωματικά, ότι δηλαδή ο Θεός μάς χρωστάει την σωτηρία; Χάριτι και συγκαταβάσει Θεού απολαμβάνουμε όλοι μας κάθε αγαθό και ευλογία. Ή μήπως θεωρούμε τον εαυτό μας άμεμπτο και ως εκ τούτου δεν εμπίπτουμε στην κατηγορία των αμαρτωλών που τους αρμόζουν επιτίμια και κανόνες; Ο Θεός μας αποφάσισε περίοδο δοκιμασίας. Ναι, με αυτή την μορφή: της αποχής από τον εκκλησιασμό. Και δείτε τι έψαλαν οι αγιώτατοι Τρεις Παίδες μέσα από τη φωτιά: «ευχαριστούμεν σοι Κύριε ο Θεός ημών ότι δια τας αμαρτίας ημών ταύτα πάντα επήγαγες εφ΄ημάς». Και ήταν άγιοι!

Β) όλοι μας έχουμε υπόψιν δύο από τις μορφές ασκητισμού: τον εγκλεισμό και τον αυστηρό ερημητισμό σε σπηλιές και γκρεμούς κι ερήμους. Οι άνθρωποι που ενστερνίστηκαν αυτού του είδους την βιοτή δεν εκκλησιάζονται ποτέ. Κοινωνούν μεν, «μυστικώ τω τρόπω» καθώς μαθαίνουμε από πνευματικά βιβλία και πατέρες, αλλά δεν εκκλησιάζονται ποτέ. Ζούνε σαν τα αγρίμια απομονωμένοι από κάθε επαφή με ανθρώπους και τον πολιτισμό τους. Λοιπόν, ποιος από όλους μας δεν θεωρεί αυτούς τους ανθρώπους ιδανικές ασκητικές και αγωνιστικές μορφές και πρότυπα άφταστα ώστε να πλησιάσουν έστω και στο νου μας; Θα μου πείτε ότι είναι επιλογή τους. Κι εγώ θα απαντήσω ότι στο συγκεκριμένο παράδειγμα, που σχετίζεται με το θέμα μας, η ουσία είναι ότι δεν εκκλησιάζονται. Κι όμως ζουν την τέλεια αποταγή από υπέρτατο πόθο για τον Κύριο. Και, αν θέλετε, αυτό είναι κι ένα χάρισμα που δίδεται σε αυτούς από τον Ίδιο!

Και δύο ακόμη πράγματα για να μην μπερδευόμαστε:

 

Πρώτον, για τους «καθωσπρέπει» χριστιανούς που έχουν την πεποίθηση ότι «χριστιανός και να μην πηγαίνει στην εκκλησία, πού ακούστηκε;» και ότι εφαρμόζοντας όλα τα τυπικά χριστιανικά καθήκοντα είναι εντάξει απέναντι στο Θεό ας ακούσουν αυτό το περιστατικό που αναφέρεται στο γεροντικό: ότι ένας μοναχός είχε τη φήμη μεγάλου νηστευτή αλλά  «το πήρε πάνω του» πιστεύοντας ότι ήταν άγιος. Ο πνευματικός του βλέποντας την πλάνη του, για να τον διορθώσει του είπε να πηγαίνει στην αγορά κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, να κάθεται σε ένα κεντρικό και εμφανές σημείο και να τρώει κρέας για να τον βλέπουν όλοι οι περαστικοί. Και, οι οποίοι βέβαια τον είχαν για πολύ ενάρετο και άγιο άνθρωπο. Σπάζοντας ο πνευματικός το τυπικό της νηστείας ελευθέρωσε το τέκνο του από ένα θανάσιμο πάθος, έσωσε την ψυχή του. Κι έτσι επαληθεύεται η ρήση του Κυρίου μας ότι το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο (= να τον βοηθά στη σωτηρία της ψυχής του) και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο. Ο νοών νοείτω.

  Δεύτερον, όσον αφορά στην απόφαση της κυβέρνησης να κλείσει τους ναούς και στην ταυτόχρονη συμφωνία της Ιεραρχίας πρέπει να δούμε μια σημαντική λεπτομέρεια και διαφορά. Η μεν κυβέρνηση προβαίνει σε αυτό το μέτρο – ενώ μπορεί να βρει λύση – επειδή προφανέστατα δεν έχει καμία ουσιαστική σχέση με την εκκλησιαστική και μυστηριακή ζωή ώστε να καταλαβαίνει πως ο άνθρωπος εκτός από σώμα που πρέπει να τραφεί για να ζει και να έχει την υγεία του είναι και ψυχή που και αυτή πρέπει να τραφεί για να ζει και να έχει την υγεία της, αφήνει τα supermarketανοιχτά για το σώμα και κλείνει τους ναούς που δεν καταλαβαίνει ότι είναι για το πνεύμα. Από την άλλη όμως, οι Ιεράρχες μας δεν συμφώνησαν με το μέτρο αυτό επειδή κι αυτοί δεν εννοούν το παραπάνω άτοπον αλλά επειδή πιστεύουν, εν ονόματι της αγάπης προς τους αδελφούς, ότι έχουν χρέος να προστατεύσουν τους πιστούς και ιδιαίτερα τους ηλικιωμένους από αυτόν τον φοβερό και τόσο επικίνδυνο και ύπουλο ιό. Επιφυλάσσονται επειδή αισθάνονται ότι φέρουν ευθύνη για τη ζωή τους.  Δηλαδή, τα κίνητρα είναι ξεκάθαρα διαφορετικά. Οπότε σου λέει (η Ιεραρχία) «τι εννιά πιστοί τι πενήντα, και τα δυο είναι κοροϊδία. Λοιπόν, κανένας στους ναούς και ο Θεός ας μας ελεήσει για την απόφασή μας».

Λοιπόν, προτείνω ένωση και ομόνοια. Υπομονή και προσευχή. Μπόρα είναι και θα περάσει καθώς πέρασαν τόσες άλλες που έτυχαν σε άλλους συνανθρώπους μας σε άλλες εποχές. Ελπίζουμε σε καλύτερες ημέρες.

 Τέλος και τω Θεώ δόξα. Αμήν.

 

 

 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια: