Του ΓΙΩΡΓΗ ΜΕΡΜΗΓΚΑ
Στο Μακάο, τόπο προσκυνήματος της διεθνούς των τζογαδόρων, ο τζίρος από τα τυχερά παιχνίδια των καζίνων που αναφύονται εκεί σαν κινεζικά μανιτάρια είναι φέτος πεσμένος κατά 30% εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης.
Στην Ελλάδα, όμως, στην πατρίδα των φτωχότερων ίσως, αλλά και των πιο «παλαβών» τζογαδόρων όλου του κόσμου (έστω αν κάποιοι επιμένουν ότι οι Κινέζοι είναι φανατικότεροι στο άθλημα), η δεδομένη οικονομική κρίση που πάει να παλαβώσει τους Ευρωπαίους εταίρους μας έχει αφήσει σχεδόν ανέπαφους τους ναούς του τζόγου.
Σε ολόκληρο το 11μηνο του 2009 τα στοιχήματα πήραν φωτιά στα 8 ιδιωτικά καζίνα και στο ένα ημιδημόσιο (αυτό της Πάρνηθας, που ανήκει ακόμη κατά 51% στο κράτος), καθώς κόπηκαν συνολικά περίπου 3 εκατ. εισιτήρια, ενώ στις ρουλέτες, στην πράσινη τσόχα του μπλακ-τζακ, του πάγκο-πούντο αλλά και στα ηλεκτρονικά μηχανάκια παίχτηκαν συνολικά 2,6 δισ. ευρώ, όσα περίπου και στο αντίστοιχο περυσινό διάστημα, που ο τζίρος είχε ανέλθει σε 2,9 δισ.ευρώ.
Το ποσό αυτό, αν και δυσθεώρητο για την ελληνική πραγματικότητα -αλήθεια, πόσες τρύπες του Προϋπολογισμού θα βούλωνε ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου αν τα είχε μαζί με τα άλλα 8 δισ. ευρώ που τζόγαραν το 2009 οι Ελληνες σε λαχεία, Λόττο, ΠΡΟΠΟ, ΚΙΝΟ κ.ά.- μοιάζει σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στο σύνολο του παγκόσμιου τζόγου, που προσεγγίζει τα 250 δισ. ευρώ, δίχως να υπολογίζει κανείς τα υπερπολλαπλάσια παράνομα στοιχήματα...
Ομως, ακόμη και αυτή η «μαύρη τρύπα» των περίπου 300 εκατ. ευρώ τζίρου (περίπου 10% στο σύνολο των στοιχημάτων) φαίνεται να έχει θορυβήσει σε τέτοιο βαθμό τούς ιδιοκτήτες των αμερικανικών, ισραηλινών και κάποιων άλλων υπερεθνικών εταιρειών που λειτουργούν τα ελληνικά καζίνα, που αυτοί αποφάσισαν να ρίξουν κι άλλο «τζόγο μέσα στον τζόγο» καθιερώνοντας καθημερινές ή εορταστικές προσφορές με κληρωτίδα και έπαθλα που φτάνουν μέχρι και 250.000 ευρώ!...
«Χρυσές επιταγές» για τους ιθαγενείς...
Ο μηχανισμός είναι απλός, δοκιμασμένος και διεθνώς αποτελεσματικός και λίαν κερδοφόρος. Για τους επιχειρηματίες, εννοείται. Με την είσοδο στο ναό του τζόγου -6 ευρώ κοστίζει το εισιτήριο- ο παίκτης που περνάει χωρίς πολλές διατυπώσεις με την απλή επίδειξη ταυτότητας (παλαιότερα, όταν το κράτος λειτουργούσε στοιχειωδώς, ζητούσαν αντίγραφο φορολογικής δήλωσης και απαγόρευαν την είσοδο στους δημοσίους υπαλλήλους) ο παίκτης λαμβάνει τη λεγόμενη «χρυσή επιταγή»!
Μια ονομαστική κάρτα, δηλαδή, κάτι σαν το ξυστό λαχείο, πάνω στην οποία πρέπει να ξύσει δύο τυχαίους αριθμούς και ακολούθως να τη ρίξει στη μεγάλη γυάλινη κληρωτίδα. Κάθε βράδυ κοντά στα μεσάνυχτα κληρώνεται ένας αριθμός για τον τυχερό της βραδιάς (με ποσά μέχρι 3.000 ευρώ), πλην όμως ο κερδισμένος πρέπει να είναι παρών για να εισπράξει τα κέρδη του και να τρέξει σαν κατοστάρης μέσα στα επόμενα 10 λεπτά στο ταμείο. Αλλως, τα χάνει. Ετσι το καζίνο κρατάει «ομήρους» για ώρες ολόκληρες τους παίκτες, οι οποίοι συνήθως, χάνουν τα μαλλιά της κεφαλής τους και κάποιες φορές περισσότερα από το έπαθλο του καζίνου!
Στο τέλος της γιορταστικής περιόδου υπάρχει και ένας υπερτυχερός που, αν είναι παρών, μπορεί και να κερδίσει μέχρι 250.000 ευρώ, έπαθλο που καθιέρωσε το καζίνο Λουτρακίου.
Για συνταξιούχους- αλλοδαπούς...
Ο τζόγος, πάντως, έχει τους δικούς του κανόνες, αλλα και την πιο ενδιαφέρουσα ανθρωπογεωγραφία για έναν παρατηρητή που διαβαίνει την πόρτα του καζίνου.
Κατ' αρχήν, οι παλιοί καλοί πελάτες με «ονοματεπώνυμο» από το χώρο της βιομηχανίας, του εμπορίου και του θεάματος (πάμπολλοι ηθοποιοί, αλλά και μεγαλοδημοσιογράφοι, ανάμεσά τους) έχουν χαθεί για πάντα ή έχουν αποσυρθεί, όπως εξάλλου και οι ζεστές σχέσεις με τα εκατέρωθεν πειράγματα μεταξύ των παικτών, του κρουπιέρη και του επιβλέποντος «σεφ».
Τα βαριά ονόματα και οι «μπρούκληδες» που μάζευαν γύρω τους αυλές θαυμαστών παίζοντας οι ίδιοι πολύ χοντρά ποσά (ανάμεσά τους και κάποιοι Σαουδάραβες πρίγκιπες και οι τελευταίοι απόγονοι του ελληνικού libro d' oro) έχουν αντικατασταθεί από μια άχρωμη και άοσμη μάζα μικρομεσαίων επαγγελματιών και απροσδιορίστου ταυτότητος αλλοδαπών που, ωστόσο, όταν πιάσουν την πρώτη «μαγιά» γίνονται συνήθως εξαιρετικά επιθετικοί στο παιχνίδι τους, στο ρυθμό τού «όλα ή τίποτε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου